15 Βήματα για την ειρηνική απελευθέρωση της Ελλάδας από την ευρωπαϊκή κατοχή. Μέρος 2ο

12)Η «Σεισάχθεια» των εσωτερικών χρεών.

Θα «παγώσει» κάθε αποπληρωμή χρεών που δημιουργήθηκαν προς το κράτος, τα ασφαλιστικά ταμεία και προς τις τράπεζες, μέχρι να ξεκαθαριστεί ποια από αυτά τα χρέη προέκυψαν από την παράνομη υπερφορολόγηση, τις παράνομες, υπερβολικές και εξοντωτικές προσαυξήσεις σε νόμιμες οφειλές, ή από τις καταχρηστικές πρακτικές των τραπεζών. Όλα αυτά τα χρέη και οι οφειλές θα διαγραφούν οριστικά και αμετάκλητα. Οι υπόλοιπες οφειλές, που νόμιμα προέκυψαν, θα εξεταστούν κατά περίπτωση και θα διαγραφούν, ή θα ρυθμιστούν με ευνοϊκούς όρους, ανάλογα την εισοδηματική ικανότητα του οφειλέτη, με εξαίρεση φυσικά τα «θαλασσοδάνεια». Σε καμία περίπτωση η «σεισάχθεια» αυτή δεν θα έχει τον χαρακτήρα και το νόημα να μην πληρώσουν αυτοί που έχουν και δολίως διαφεύγουν, αντίθετα μάλιστα ο έλεγχος για πρώτη φορά θα είναι σοβαρός και σε βάθος.

Περιουσίες που εκπλειστηριάστηκαν παράνομα εξ αιτίας της συσσώρευσης παράνομου χρέους, θα επιστρέψουν στους νόμιμους ιδιοκτήτες τους.

13)Η αποκατάσταση του περί δικαίου αισθήματος του λαού.

Έναρξη της διαδικασίας απόδοσης ευθυνών και της παραδειγματικής τιμωρίας των ενόχων για το ξεπούλημα της χώρας στους ξένους επικυρίαρχους, είναι επίσης βασική επιλογή μιας δημοκρατικής – πατριωτικής κυβέρνησης, διότι χωρίς δικαιοσύνη τίποτα δεν μπορεί να προχωρήσει. Η αποκατάσταση της δικαιοσύνης είναι επίσης, αποφασιστικός παράγοντας για την ευρύτερη δυνατή υποστήριξη του εγχειρήματος και την απονεύρωση κάθε οργανωμένης προσπάθειας αντίδρασης και υπονόμευσης από τα απολειφάδια του παλαιού δωσιλογικού καθεστώτος, ή από το εξωτερικό. Ενώ είναι όρος με βάση το οποίο θα στηριχθεί νομικά, αλλά και πολιτικοδιπλωματικά, σε διεθνές επίπεδο η μη αναγνώριση του χρέους ως παράνομου και καταχρηστικού.

14)Ο έλεγχος των στρατηγικών τομέων της οικονομίας και των αντίστοιχων επιχειρήσεων.

Ο έλεγχος των στρατηγικών τομέων της οικονομίας, στην ενέργεια (ηλεκτρισμός, διυλιστήρια), στην εξόρυξη πρώτων υλών, στις μεταφορές (δρόμοι, λιμάνια, αεροδρόμια, συγκοινωνίες), στις τηλεπικοινωνίες και την αμυντική βιομηχανία, περιέρχονται στον αποκλειστικό έλεγχο του κράτους, ενώ επανεθνικοποιείται όλη η δημόσια περιουσία, που χαρίστηκε την περίοδο του κατοχικού καθεστώτος.

15)Το νέο Σύνταγμα.

Έναρξη των διαδικασιών, στη πιο πλατιά βάση με την καθολική συμμετοχή των πολιτών για την αλλαγή του Καταστατικού Χάρτη της χώρας μέσω Συντακτικής Εθνοσυνέλευσης, θα δώσει νέα προωθητική δύναμη εξουδετερώνοντας κάθε απόπειρα αντίδρασης, τόσο στο πολιτικό, όσο και στο κοινωνικό πεδίο.

Ολοκληρώνοντας μερικά ακόμη διευκρινιστικά στοιχεία:

Σε σχέση με την ισοτιμία του νέου νομίσματος και την πιθανολογούμενη από πολλούς υποτίμηση του και τον επαπειλούμενο πληθωρισμό.

Στην περίπτωσή μας αναφερόμαστε σε ένα εντελώς καινούργιο εθνικό νόμισμα, το οποίο δεν κυκλοφορεί στις διεθνείς χρηματαγορές, ούτε δεσμεύεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο είτε προς το εσωτερικό, είτε προς το εξωτερικό.

Αυτό σημαίνει, ότι η ισοτιμία του δεν μπορεί παρά να καθοριστεί διοικητικά από την εκδότρια του νομίσματος αρχή, δηλαδή το ελληνικό δημόσιο, λαμβάνοντας υπ’ όψη μια σειρά παράγοντες και παραμέτρους, που θα την καθορίσουν τη στιγμή ακριβώς της για πρώτη φορά κυκλοφορίας του νέου νομίσματος και που σήμερα είναι εν πολλοίς άγνωστοι. Όποιος ομιλεί από σήμερα για την ενδεχόμενη ισοτιμία του νέου νομίσματος, ειλικρινά, ή συνειδητά παραπληροφορεί, ή δεν γνωρίζει περί τίνος ομιλεί.

Έτσι, αυτό που έχει σημασία και οφείλουμε να δώσουμε ιδιαίτερη προσοχή είναι η αγοραστική δύναμη των μισθών, των συντάξεων και εν γένει των εισοδημάτων και η εξέλιξή της προς όφελος της εθνικής οικονομίας και όχι μια τυπική ισοτιμία με βάση ένα νόμισμα αναφοράς και το πως από εκεί και πέρα το νέο νόμισμα θα διακυμαίνεται. Έχει σημασία επίσης η εγγύηση της αξίας των -υπό τη μορφή καταθέσεων- αποταμιεύσεων των πολιτών και η σταδιακή αποκατάσταση των αξιών των περιουσιακών στοιχείων, είτε δημόσιου, είτε ιδιωτικού χαρακτήρα, που κατέρρευσαν εξ αιτίας του κατοχικού καθεστώτος. Και όλα αυτά έχουν να κάνουν κατ’ εξοχήν με πολιτικές αποφάσεις, οι οποίες θα οδηγήσουν στις αντίστοιχες «τεχνικές» επιλογές.

Να γιατί προσπαθούν να μας μπερδέψουν με την ισοτιμία και την υποτίμηση που θα φέρει τον κατακλυσμό στην περίπτωση μετάβασης σε εθνικό νόμισμα. Διότι αυτό που μετράει και προσπαθούν με κάθε τρόπο να συσκοτίσουν είναι η αγοραστική δύναμη και όχι η ισοτιμία του νομίσματος που χρησιμοποιούμε με άλλα νομίσματα. Πόσο πιο ασθενές είναι αλήθεια το γιαπωνέζικο γιέν έναντι του ευρώ, όταν 1 ευρώ αντιστοιχεί σε 122 γιέν; Αλήθεια είναι 122 φορές πιο φτωχοί οι γιαπωνέζοι σε σχέση με εμάς που έχουμε ευρώ;

Ο καθορισμός, λοιπόν, της ισοτιμίας θα γίνει άπαξ σε σχέση με το νόμισμα που κάναμε τις συναλλαγές μας στο εσωτερικό της χώρας μέχρι τη βραδιά που αυτό θα αλλάξει και θα αρχίσει η κυκλοφορία του νέου νομίσματος και οι συναλλαγές με αυτό. Μετά από την αυτόματη προσαρμογή του συνόλου των αξιών και των αντίστοιχων τιμών αμοιβών, προϊόντων, υπηρεσιών στο νέο εθνικό κρατικό νόμισμα, το παλιό νόμισμα εξαφανίζεται και καμία αναφορά σε αυτό δεν μπορεί να γίνει.

Δεν έχει νόημα αυτή καθ’ αυτή η ισοτιμία του νέου νομίσματος με το (καταργημένο πλέον) ευρώ, διότι αυτό που έχει σημασία είναι η κυκλοφορία των αντίστοιχων ποσοτήτων χρήματος που απαιτούνται για την εξυπηρέτηση των αναγκών της οικονομίας και της προσπάθειας για παραγωγική ανασυγκρότηση Επειδή μάλιστα εκδότης του χρήματος θα είναι το ελληνικό δημόσιο, αφού η Τράπεζα της Ελλάδος, από παράρτημα της ΕΚΤ και ιδιωτική θα έχει περάσει σε αποκλειστική δημόσια κυριότητα, «νομή και κατοχή», με μοναδικό ιδιοκτήτη το ελληνικό κράτος, δεν θα υπάρχει κανένας περιορισμός στην «εκτύπωση» κάθε αναγκαίας ποσότητας νομίσματος, προκειμένου να υπάρξει η απαιτούμενη ρευστότητα στην οικονομία.

Συνεπώς, όσον αφορά στην εσωτερική αγορά και στις εν γένει συναλλαγές μέσα στη χώρα δεν έχει καμία σημασία η ισοτιμία της νέας δραχμής με το μέχρι την κυκλοφορία της χρησιμοποιούμενο νόμισμα «αναφοράς», εν προκειμένω το ευρώ, αλλά αποκλειστικά και μόνο η αγοραστική δύναμη της νέας νομισματικής μονάδας σε σχέση με τις τιμές των προϊόντων. Δηλαδή αν κάποιος μέχρι την ημέρα που τα ΑΤΜ θα αρχίσουν να «βγάζουν» τα νέα χαρτονομίσματα, παίρνει 1.000 ευρώ μισθό και μπορεί με αυτά να αγοράζει ένα συγκεκριμένο αριθμό προϊόντων, τότε την επαύριο και έχοντας πάρει τον μισθό του πλέον αντιστοιχισμένο στο νέο νόμισμα, θα πρέπει να μπορεί να αγοράζει με αυτόν, τα ίδια ακριβώς προϊόντα σε ποσότητα και ποιότητα. Αυτή είναι η μόνη και απόλυτα ανελαστική προϋπόθεση και το κράτος είναι αυτό που μπορεί να την εγγυηθεί απολύτως.

Στη συνέχεια, για τις εξωτερικές συναλλαγές της χώρας και κυρίως για την αναγκαία υποστήριξη των εισαγωγών πρώτων υλών, καυσίμων, κεφαλαιουχικού εξοπλισμού και εργαλείων, απαραίτητων στη ταχεία ανάκαμψη της παραγωγικής δραστηριότητας, καθώς επίσης απαραίτητων τροφίμων και φαρμάκων που δεν παράγονται στη χώρα, η (εξωτερική) ισοτιμία δεν μπορεί να καθοριστεί μονοσήμαντα με βάση ένα νόμισμα, όπως το ευρώ, του οποίου την τύχη δεν γνωρίζουμε και δεν μπορούμε να προδιαγράψουμε από τώρα την πορεία του μετά και την έξοδό μας από την ευρωζώνη, ούτε καν γνωρίζουμε αν θα υπάρχει τότε το «κοινό» αυτό νόμισμα.

Τούτου δοθέντος και με βάση το γεγονός, ότι το νέο νόμισμα δεν θα έχει εισαχθεί στις διεθνείς χρηματαγορές για να υποθέσουμε, ότι μπορεί να δεχθεί υποτιμητική κερδοσκοπία, δεν υπάρχει κανένας λόγος να ανησυχούμε, ούτε να αλλάξουμε την ισοτιμία του νομίσματος, που εμείς οι ίδιοι θα έχουμε ορίσει μόλις προηγουμένως. Διότι τους ενδεχόμενους λόγους που θα μπορούσαν να μας οδηγήσουν σύντομα σε μια αλλαγή αυτής της ισοτιμίας θα πρέπει να τους έχουμε συνυπολογίσει στον αρχικό καθορισμό της. Κυρίως σε σχέση με τα νομίσματα των χωρών που τότε θα έχουμε επιλέξει ως «προνομιακούς» εμπορικούς μας εταίρους και προμηθευτές αναγκαίων αγαθών που δεν παράγονται στη χώρα μας, μέσα από ένα πλέγμα πολυδιάστατων διεθνών σχέσεων, που οφείλουμε να δημιουργήσουμε από την πρώτη στιγμή, όπως αναπτύχθηκε ανωτέρω, καθώς και όχι μόνο για στενά οικονομικούς λόγους.

Σε αυτήν την πρώτη και κρίσιμη περίοδο ο κύριος στόχος μιας εθνικής οικονομικής πολιτικής δεν είναι τόσο η εξωστρέφεια της οικονομίας, δηλαδή οι εξαγωγές, ή ακόμη και ο τουρισμός. Αλλά αντίθετα, είναι η ανάκτηση της εσωτερικής αγοράς και η εξασφάλιση όσο το δυνατό φτηνότερων εισαγωγών. Διότι χρειαζόμαστε πέραν των ειδών πρώτης ανάγκης για την καθημερινότητα του πολίτη, που δεν παράγονται ακόμη εγχωρίως πχ τρόφιμα, φάρμακα κτλ., τις πρώτες ύλες, και τον κεφαλαιουχικό εξοπλισμό (εργαλεία, μηχανήματα κτλ), που θα είναι αναγκαία για την επιδιωκόμενη παραγωγική ανασυγκρότηση. Γι’ αυτό δεν έχει κανένα νόημα να συζητάμε για υποτίμηση και για επιδίωξη ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντων στο εξωτερικό μέσω της νομισματικής πολιτικής. Πέραν βεβαίως του γεγονότος, ότι η ανταγωνιστικότητα επιτυγχάνεται κατά κύριο λόγο από την αύξηση της παραγωγικότητας μιας οικονομίας.

Για να υπάρξει όμως παραγωγικότητα που θα αυξάνει κάνοντας τα προϊόντα μας ανταγωνιστικά στις διεθνείς αγορές, θα πρέπει να υπάρξει πρώτα η παραγωγή, που σήμερα παρουσιάζει εικόνα διάλυσης και σχεδόν ολοκληρωτικής καταστροφής. Συνεπώς οι προτεραιότητες είναι δεδομένες. Εισόδημα για τη δημιουργία τζίρου στην αγορά και ευνοϊκών συνθηκών για ιδιωτικές παραγωγικού τύπου επενδύσεις, μεγάλες δημόσιες επενδύσεις, προστατευτισμός.

Όσον αφορά αυτήν καθ’ αυτή την ισοτιμία θα ακολουθηθεί εξ αρχής μια πολιτική ελεγχόμενης διακύμανσης του νέου νομίσματος -(Managed Floating with No Predetermined Path for the Exchange Rate)- σύμφωνα με τον καθορισμό των καθεστώτων διακύμανσης της ισοτιμίας των νομισμάτων κατά το IMF, με περισσότερα νομίσματα αναφοράς ως προς τις εξωτερικές συναλλαγές της χώρας. Ο καθορισμός της ισοτιμίας και του καθεστώτος διακύμανσής της είναι ένα ζήτημα που αφορά πρωτευόντως στην κατεύθυνση των πολιτικών και των στόχων που θα έχουν τεθεί προς υλοποίηση, όπως περιγράφονται παραπάνω και δευτερευόντως στις συνθήκες που τότε θα επικρατούν, από τις οποίες άμεσα θα επηρεαστεί, συνεπώς δεν μπορεί να προκαθοριστεί από τώρα, αλλά επί του πεδίου εφαρμογής αποκλειστικά και με γνώμονα την ταχύρρυθμη ανάκαμψη της παραγωγικής δραστηριότητας, στην κατεύθυνση της ευημερίας του πληθυσμού και της άμεσης αντιστροφής κάθε μέχρι τώρα αρνητικής εξέλιξης επ’ αυτού. Συνεπώς τα πάντα είναι θέμα των πολιτικών επιλογών, οι οποίες στην συγκεκριμένη περίπτωση μιας δημοκρατικής – πατριωτικής διακυβέρνησης είναι δεδομένες και προφανείς.

Ο επαπειλούμενος πληθωρισμός

Τόσο η υποτίμηση του νέου νομίσματος, όσο και ο πληθωρισμός στην περίπτωση μετάβασης σε εθνικό νόμισμα προαναγγέλλονται από τους ευρωλάγνους αφοριστικά, ωσάν να προκύπτουν από κάποιο φυσικό νόμο, που ουδείς μπορεί να ξεφύγει. Όμως δεν είναι καθόλου έτσι. Και τα δύο (αλληλένδετα μεταξύ τους ως ένα βαθμό φαινόμενα, αλλά όχι πάντα, δηλαδή μπορεί να υπάρξει πληθωρισμός σε μια οικονομία χωρίς να έχει προηγηθεί υποτίμηση του νομίσματός της, ή να γίνει υποτίμηση και να μην προκληθεί πληθωρισμός), προκύπτουν ως αποτέλεσμα συγκεκριμένων πολιτικών επιλογών, που ακολουθούνται είτε σκόπιμα, είτε εξ ανάγκης, ή εξ αιτίας λανθασμένων εκτιμήσεων.

Ας δούμε, όμως, πως δημιουργείται ο πληθωρισμός. Πληθωρισμός, δηλαδή υπερβολική αύξηση των τιμών των προϊόντων σε σχέση με το διαθέσιμο εισόδημα, δημιουργείται όταν έχουμε καρτελοποιημένη αγορά και τα μονοπώλια μπορούν να καθορίζουν αυθαίρετα τις τιμές. Τέτοια ακριβώς ολιγοπωλιακά χαρακτηριστικά έχει η ελληνική αγορά, που μαστίζεται ταυτόχρονα από την υπερφορολόγηση και μια δημοκρατική – πατριωτική κυβέρνηση οφείλει να εξαλείψει το συντομότερο.

Πληθωρισμός επίσης δημιουργείται, όταν σε μια οικονομία η παραγωγή χρήματος και η ταχύτητα κυκλοφορίας του είναι αναντίστοιχα μεγαλύτερη από τον παραγόμενο πλούτο, ή από τον πλούτο που εκτιμάται ότι θα παραχθεί ασκώντας αναπτυξιακές πολιτικές (παραγωγικές επενδύσεις).

Αντίστοιχα, μια υποτίμηση ενός νομίσματος είτε συμβαίνει ηθελημένα κατόπιν πολιτικής απόφασης, είτε μετά από κερδοσκοπικές επιθέσεις στις διεθνείς χρηματαγορές. Όμως τέτοια περίπτωση δεν υπάρχει, αφού το νέο εθνικό νόμισμα δεν υπάρχει στις αγορές για να δεχθεί επίθεση. Ενώ για να το αποκτήσουν οι κερδοσκόποι πρέπει πρώτα να έλθουν να το αγοράσουν από εμάς.

Ωστόσο με τέτοια καταρράκωση των εισοδημάτων, των αξιών των περιουσιακών στοιχείων και τον αποπληθωρισμό που μαστίζει την ελληνική οικονομία τα τελευταία χρόνια, ένας ελαφρός πληθωρισμός θα ήταν πραγματικά σαν σταγόνες της βροχής σε ένα ξερό έδαφος.

Με δεδομένο, ότι η αγορά «διψάει» για καθαρό χρήμα, που δεν θα δημιουργεί δανειακές υποχρεώσεις και τοκογλυφία, κανένα πρόβλημα πληθωρισμού δεν μπορεί να παρουσιαστεί μέχρι η ίδια αυτή αγορά κορεστεί. Το εισόδημα που θα πέσει στην αγορά κατευθυνόμενο κατ’ αρχή στην ικανοποίηση βασικών αναγκών των νοικοκυριών δεν θα δημιουργήσει πρόβλημα, ενώ ο τζίρος θα δώσει μεγάλη ώθηση στην ανάκαμψη της παραγωγής, εφ’ όσον ταυτόχρονα λαμβάνονται μέτρα προστασίας της, συνεπώς θα δημιουργηθούν και εύλογες προσδοκίες για επιταχυνόμενη ανάπτυξη.

Η δικαιοσύνη μαζί με την αποκατάσταση των εισοδημάτων, τη Σεισάχθεια των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς την εφορία, και τη διαγραφή των χρεών προς τις τράπεζες των πολιτών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, η αποφασιστική υποβοήθηση της ανάκαμψης της εσωτερικής παραγωγής, η εγγύηση των καταθέσεων, η άμεση ενίσχυση των θεσμών δημόσιας υγείας και κοινωνικής πρόνοιας κτλ., ο ανασχεδιασμός σε προοδευτική βάση της Παιδείας, θα δημιουργήσουν πολύ ευνοϊκό κλίμα και θα οδηγήσουν ολοένα και περισσότερους πολίτες στην υπεράσπιση συνολικά του εγχειρήματος, εμπεδώνοντας τη βεβαιότητα για την επιτυχία του.

Όλα αυτά μαζί τα μέτρα -όπως εκτέθηκαν παραπάνω- και η άμεση εφαρμογή τους θα οδηγήσουν επίσης, στη δημιουργία του αρραγούς εκείνου εσωτερικού μετώπου, που είναι αναγκαίο για την κατακόρυφη ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος της χώρας καθιστώντας κάθε εγχείρημα εξωτερικής επέμβασης με χρήση των εθνικών μας θεμάτων και την απειλή της Τουρκίας, δύσκολη και πολύ ακριβή υπόθεση για τους διοργανωτές μιας τέτοιας μεθόδευσης σε βάρος της πατρίδας μας.

Ο Όθωνας Κουμαρέλλας αρχιτέκτονας, ήταν μέχρι πρότινος  μέλος της Πολιτικής Γραμματείας και της επιτροπής Πολιτικού Σχεδιασμού του Ε.ΠΑ.Μ.

Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση του email σας δεν θα δημοσιευθεί.