Χριστιανοί εν Πολέμω. Μέρος 3ο

Τελικά όταν η βαβραρότητα ξεπερνά τα όρια της αγάπης η μόνη λύση είναι η άμυνα

Ρώσοι ιερείς ευλογούν τα όπλα στην Κριμαία

Η Α’ εν Νικαία Σύνοδος με τον 12 ον κανόνα της επιβάλλει αυστηρόν επιτίμιον εις τους εκ των Χριστιανών επανερχομένους εις τον στρατόν και φαίνεται εκ πρώτης όψεως ότι απαγορεύει εις τους Χριστιανούς την στρατιωτικήν υπηρεσίαν ως κάτι ασυμβίβαστο με την Χριστιανικήν διδαχήν.
Η Εκκλησιαστική ποινή όμως αυτή αναφέρετε όχι στην πράξη αλλά στα ελατήρια αυτής.
Οἱ δὲ προσκληθέντες μὲν ὑπὸ τῆς χάριτος, καὶ τὴν πρώτην ὁρμὴν ἐνδειξάμενοι, καὶ ἀποθέμενοι τὰς ζώνας, μετὰ δὲ ταῦτα ἐπὶ τὸν οἰκεῖον ἔμετον ἀναδραμόντες, ὡς κύνες, ὡς τινάς καὶ ἀργύρια προέσθαι, καὶ βενεφικίοις κατορθῶσαι τὸ ἀναστρατεύσασθαι· οὗτοι δέκα ἔτη ὑποπιπτέτωσαν, μετὰ τὸν τῆς τριετοῦς ἀκροάσεως χρόνον
Οι περί ων ο λόγος Χριστιανοί αποστρατεύτηκαν εκουσίως αποφασισμένοι να δεχθούν το Χριστιανικόν μαρτύριον αλλά μεταμελήθησαν, μετά δε την άρνησην της πίστεως ενήργησαν δια προσφοράς αργυρίων και δώρων ώστε να επανέλθουν εις την πρότερη κατάστασην, δηλαδή να επανέλθουν εις το στράτευμα. 
Όσοι λοιπόν έφυγαν από το στράτευμα αλλά μετά αρνήθησαν την πίστην και επανήλθαν εις τον στρατόν τιμωρούνταν με τον εν προκειμένω κανόνα της Εκκλησίας με το δεκαετές επιτίμιο των υποπιπτόντων και βγαίνουν από τον Ναό μαζί με τους Κατηχουμένους.
Επί τρία έτη θα υπάγονται εις την τάξιν των ακροωμένων και επί δέκα έτη εις την τάξιν των υποπιπτώντων.
Έτσι αυτός ο κανόνας τιμωρεί την πτώσην, δηλαδή την άρνησην της πίστεως, και όχι την στρατιωτικήν υπηρεσίαν, την οποία βλέπουμε ότι δεν μπορούσαν οι Αρχιερείς να απαγορεύσουν χωρίς να έλθουν εις αντίθεσην με το πνεύμα της Ευαγγελικής διδασκαλίας.
Το συμπέρασμα ότι η αρχαία Εκκλησία δεν αποδοκιμάζει ούτε τον πόλεμον, ούτε την στρατιωτικήν υπηρεσίαν, αποδεικνύεται τρανώς και από τας Λειτουργίας αλλά και τους ύμνους της.  
Τι δε άλλον είναι ο Ακάθιστος Ύμνος ειμή η συγκινητικοτέρα έκφρασις της τιμής, της αινέσεως και της ευγνωμοσύνης της Εκκλησίας προς την Θεοτόκον ως προς την υπέρμαχον Στρατηγόν και προστάτιδα αυτής ταύτης της Εκκλησίας και του Έθνους ημών; Όχι μόνον η αρχαία Εκκλησία και ημείς, αλλά και η Γραφή υμνεί και πλέκει το εγκώμιον όσων ηγωνίσθησαν υπέρ της δικαιοσύνης του Κυρίου. Εβρ.11,34 ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων·
Όταν ο Μέγας Κωνσταντίνος εν τω αγώνι αυτού κατά του Μαξεντίου καθιέρωνε το εξ’ οράματος πολύκροτον λάβαρον, Χ-Ρ  ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ, ως στρατιωτικήν σημαίαν, απεκάλυπτε την Θείαν βουλήν περί αναγκαίων πολέμων και εις την περίοδον της Καινής Διαθήκης. Το συνταρακτικόν εκείνον όραμα ήτο το αίτιον αλλαγής του Κωνσταντίνου, ο δε Μαξέντιος είς τα ύδατα κατεβυθίσθει ως άλλος Φαραώ και επνίγει. 
Ο Λακτάντιος ανεγνώρισεν την Θεϊκήν βοήθειαν και απέδωσε τας νίκας του Κωνσταντίνου εις αυτήν, εννοών ότι η προτέρα γνώμην του ήτο εκτός πνεύματος της Εκκλησιαστικής διδασκαλίας.
Εις το περιστατικόν του εκατοντάρχου ο Κύριος τον εγκωμιάζει μεγάλως για την μεγάλη πίστη του η οποία μάλιστα είναι υπεράνω ολοκλήρου του Ισραήλ. Λουκ.7,9 ἀκούσας δὲ ταῦτα ὁ Ἰησοῦς ἐθαύμασεν αὐτόν, καὶ στραφεὶς τῷ ἀκολουθοῦντι αὐτῷ ὄχλῳ εἶπε· λέγω ὑμῖν, οὐδὲ ἐν τῷ Ἰσραὴλ τοσαύτην πίστιν εὗρον.  
Το επάγγελμα του δεν τον εμπόδιζε να έχει αυτή την μεγάλη πίστη ούτε ο Χριστός τον προτρέπει να αφήσει το επάγγελμα του στρατιωτικού.
Άλλος εκατόνταρχος, ο Κορνήλιος, ο οποίος, αν και ήτο στρατιωτικός, η Γραφή τον αποκαλεί ευσεβή. Ἀνὴρ δέ τις ἐν Καισαρείᾳ ὀνόματι Κορνήλιος, ἑκατοντάρχης ἐκ σπείρης τῆς καλουμένης Ἰταλικῆς εὐσεβὴς καὶ φοβούμενος τὸν Θεὸν σὺν παντὶ τῷ οἴκῳ αὐτοῦ. Πραξ. 10,1-2
Δεν θα ήτο δυνατόν να αποκαλεστεί έτσι εάν είχε ένα μεγάλο κώλυμα όπως η στρατιωτική υπηρεσία. Αντιθέτως η Γραφή αποκαλεί ευσεβή τον Κορνήλιο και ευσεβή τον στρατιώτη που στέλνει ο Κορνήλιος εις την Ιόππην.  
Είδες άραγε αναγνώστα πολλούς που δεν το άξιζαν να τους αποκαλεί η Γραφή ευσεβείς ; Καταλαβαίνεις πόσο μεγάλη τιμή είναι αυτή ;
Θα αποκαλούσε ποτέ ευσεβή ο Θεός έναν που καταπατεί τις εντολές ;
Φωνήσας δύο τῶν οἰκετῶν αὐτοῦ καὶ στρατιώτην εὐσεβῆ τῶν προσκαρτερούντων αὐτῷ.
Η στρατιωτική υπηρεσία δεν εμποδίζει Κορνήλιο και τον στρατιώτη από το να είναι ευσεβείς, ούτε τον απόστολο να βαπτίσει τον Κορνήλιο και αυτό δηλώνει περίτρανα ότι η Γραφή δεν απορρίπτει την στρατιωτικήν υπηρεσίαν και κατ’ επέκτασην τον στρατόν και πως θα μπορούσε άλλωστε αφού είναι έκδικος Θεού.
Από τοιούτων Ευαγγελικών ιδεών ορμωμένη η Εκκλησία εδέχετο ως νόμιμον το καθεστώς της στρατιωτικής υπηρεσίας, εφ’ ης εστηρίζετο η προστασία και η άμυνα του Κράτους. 
Η Εκκλησία λοιπόν δεν εφρόνει ότι το στρατιωτικόν στάδιον ήτο αμαρτωλόν έργον ούτως ώστε ο στρατιώτης να μην είναι δυνατόν να αποκαλεσθεί ευσεβής, να βαπτισθεί Χριστιανός ή αργότερα να διαπρέψει ως Άγιος.
Δια τούτο δεν είναι ολίγοι οι Άγιοι Μάρτυρες της Εκκλησίας οι προερχόμενοι εκ του στρατού, και δη και των βαθμούχων αυτού, ως ο Άγιος Μηνάς ο οποίος εορτάζει σήμερον 11η Νοεμβρίου.
Εις την περίπτωσην του δεσμοφύλακος, ο οποίος ήτο στρατιωτικός, ο Απόστολος προτρέπει τον δεσμοφύλακα να βαπτισθεί και να σωθεί. Αυτός βαπτίζεται με όλο τον οίκο του, όμως ούτε προτρέπεται από τους αποστόλους, ούτε εγκαταλείπει την στρατιωτική υπηρεσία του μετά το βάπτισμα και συνεχίζει ενώ είναι πια Χριστιανός να είναι υπό τα διαταγάς των στρατηγών όπως μαρτυρεί η Γραφή.
Ἡμέρας δὲ γενομένης ἀπέστειλαν οἱ στρατηγοὶ τοὺς ῥαβδούχους λέγοντες· ἀπόλυσον τοὺς ἀνθρώπους ἐκείνους ἀπήγγειλε δὲ ὁ δεσμοφύλαξ τοὺς λόγους τούτους πρὸς τὸν Παῦλον, ὅτι ἀπεστάλκασιν οἱ στρατηγοὶ ἵνα ἀπολυθῆτε νῦν οὖν ἐξελθόντες πορεύεσθε ἐν εἰρήνῃ.  
Ο Παύλος όμως απαντά: δείραντες ἡμᾶς δημοσίᾳ ἀκατακρίτους, ἀνθρώπους Ρωμαίους ὑπάρχοντας, ἔβαλον εἰς φυλακήν καὶ νῦν λάθρᾳ ἡμᾶς ἐκβάλλουσιν; οὐ γάρ, ἀλλὰ ἐλθόντες αὐτοὶ ἡμᾶς ἐξαγαγέτωσαν.
Διατί το πράττει αυτό ο Παύλος; Μήπως θίχτηκε το εγώ του; Όχι αλλά κοίταξε πως τους κηρύττει τις εντολές του Χριστού. Απαιτεί να έλθουν οι ίδιοι οι στρατηγοί να τον ελευθερώσουν ώστε με αυτό να καταλάβουν ότι επέβαλαν άδικες και αδικαιολόγητες ποινές και έτσι τους διδάσκει ότι δίδασκε πριν από αυτόν ο Ιωάννης στους στρατιώτες, ότι δηλαδή πρέπει να είναι δίκαιοι και τίμιοι. 
Τους κηρύττει τον λόγο του Θεού μέσω του ελέγχου την αδικίας τους, αλλά πουθενά δεν τους ελέγχει διότι είναι στην στρατιωτική υπηρεσία. Έχει άδικον λοιπόν ο Τερτυλλιανός που είπε ότι οι εντολές αυτές του Βαπτιστού δόθηκαν πριν την Χάρη.
Αυτή είναι η διδασκαλία της Καινής Διαθήκης. Ούτως εδίδασκαν οι απόστολοι και οι συνεχιστές τους διότι ούτως εδίδασκε ο Χριστός αφού εκείνος ήταν που είπε Ἀπόδοτε τά τοῦ Καίσαρος τῷ Καίσαρι και βλέπουμε καθαρά το ότι ο Χριστός δεν μας λέγει ότι η κοσμική εξουσία είναι απορριπτέα και η οποία κοσμική εξουσία θα καλέσει ενίοτε και εις πόλεμον ως διάκονος Θεού.
Ας δούμε και το παράδειγμα του αποστόλου των Εθνών ο οποίος δεν απεμπολεί άκριτα τα δικαιώματα του και την αξιοπρέπεια του, ούτε απορρίπτει την κοσμική εξουσία αλλά λέγει εἰ μὲν γὰρ ἀδικῶ καὶ ἄξιον θανάτου πέπραχά τι, οὐ παραιτοῦμαι τὸ ἀποθανεῖν· εἰ δὲ οὐδέν ἐστιν ὧν οὗτοι κατηγοροῦσί μου, οὐδείς με δύναται αὐτοῖς χαρίσασθαι· Καίσαρα ἐπικαλοῦμαι.
Δηλαδή, αν αδικώ και έχω διαπράξει κάτι άξιο της θανατικής ποινής δεν αρνούμαι να καταδικαστώ σε θάνατο. Αν όμως τίποτα δεν είναι αληθινό από εκείνα που αυτοί με κατηγορούν κανείς δεν έχει την εξουσία να με χαρίσει για να με θανατώσουν. 
Κάνω έφεση στον Καίσαρα και ζητώ να δικαστώ ενώπιον του. 
Δεν δέχεται ο απόστολος την επικράτησην της αδικίας ώστε το κακό να ευημερήσει. 
Αλλού ο ουρανοβάμων Παύλος παρατηρεί ότι εις τινάς περιπτώσεις αδύνατον εστί το ειρηνεύειν, εἰ δυνατόν, λέγει, τὸ ἐξ ὑμῶν μετὰ πάντων ἀνθρώπων εἰρηνεύοντες.
Ο Κύριος όταν στον οίκο του Αρχιερέως εις άξεστος υπηρέτης τον ράπισε αδίκως, δεν έστρεψε και την άλλην σιαγόναν αλλά ελέγχει τον υπηρέτη ζητώντας του τον λόγο. 
Εις άλλη περίπτωσην δεν διστάζει να εκδιώξει βιαίως, με το μαστίγιο που έφτιαξε ο ίδιος, τους εμπόρους από τον Ναό αφού η ειρήνη και η πραότητα δεν σημαίνει απάθεια εμπρός στο κακό και άκριτη απεμπόληση του δικαίου. 
Εις δε την Αποκάλυψην, εμφανίζεται ως πολεμιστής καθήμενος επί λευκού ίππου και εκ του στόματός του εκπορεύεται ρομφαία δίστομος οξεία (δηλαδή κοφτερό δίκοπο σπαθί). 
Η παγκόσμιος ειρήνη θα είναι καρπός της τηρήσεως των Χριστιανικών εντολών εκ μέρους όλων των ανθρώπων και όχι καρπός της άνευ διακρίσεως υποχωρητικότητος μερικών. Ως εκ τούτου η πλήρης επικράτησή της πραγματικής ειρήνης επί της Γης θα γινόταν εάν δέχονταν όλοι την διδασκαλία του Κυρίου. 
Χωρίς τους νόμους και την απόδοση του δικαίου η κοινωνία μετατρέπεται εις ζούγκλαν εις την οποίαν επικρατεί ο νόμος του ισχυρού και το άδικον, ενώ όσο περνά ο καιρός θα διαστέλλεται η αδικία, και ο άδικος έχοντας κατά νου την υποχωρητικότητα θα επιδράμει με μεγαλύτερη αρπακτική βουλιμία.
Ο Χριστός δεν καταργεί στρατό και αστυνομία, ούτε καταδικάζει την απόδοση δικαιοσύνης και την τιμωρία των ενόχων, ειδάλλως εάν το έκανε εισάγει τον νόμο της αναρχίας, αλλά διδάσκει την κατάργηση της αυτοδικίας και το πνεύμα εκδικήσεως.
Μια ερμηνεία του μηνύματος της αγάπης του Ευαγγελίου ως διδαχή, υποχωρητικότητος, καταργήσεως των θεσμών της ευνομούμενης πολιτείας, μη διώξεως των ενόχων, ακρίτου απεμπολήσεως του δικαίου, δεν είναι ερμηνεία του μηνύματος αγάπης του Ιησού αλλά μεγίστη παρερμηνεία.

Ομιλία Σεβασμιώτατου Χρύσανθου με την συμμετοχή ενός άλλου.τρίτου.ιερέως

Ο Θεός θέλησε να την εκφωνήσει ξανά ακριβώς 100 έτη μετά.

http://panoszero.blogspot.com/2014/11/blog-post.html

 

Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση του email σας δεν θα δημοσιευθεί.