Προσευχητική Εισαγωγή για τον Ψαλμό 102 (103)
– Πριν την ανάγνωσή του
Εν σιγή και ταπεινώσει, προσέλθωμεν ενώπιον τοῦ Κυρίου·
Ἐκεί, ὅπου τὸ ἔλεος προηγείται τῆς κρίσεως,
καὶ ἡ συγχώρησις περιζώνει τοὺς ἀνάξιους ὡς ἱμάτιον φωτός.
Ἐκεῖ, ὅπου ὁ Πατήρ ἐπιβλέπει μὲ σπλάγχνα,
ὁ Υἱὸς ἀνακαλεί τὸ ὄνομά μας ἀνάμεσα στὰ καρφιά,
καὶ τὸ Πνεῦμα ἅγιον στενάζει ἐντός μας ὡς φιλόστοργος ἀναπνοή.
Ἐκεῖ, ὅπου ἡ ψυχὴ ἀναγνωρίζει τὸ πλάσμα της,
καὶ ἡ σιγή ἀναγνωρίζει τὴν ὑπεροχὴ τοῦ Δημιουργοῦ.
Ἔλθε, ὦ ψυχή,
ἔλθε καὶ εὐλόγησε.
Ὅχι διότι δύνασαι· ἀλλὰ διότι Ἐκεῖνος εἶναι Ἄξιος.
Ὅχι διότι ἔχεις λόγια· ἀλλὰ διότι Ἔχεις Ἀνάγκη.
Καὶ ἔμπροσθεν τοῦ Θρόνου τῆς Χάριτος,
ἀς γενοῦμε φωνή ἀντίλαλου εὐχαριστίας.
Εὐλόγει, ὦ ψυχή μου, τὸν Κύριον…
ΨΑΛΜΟΙ 103 [102]
Ευλόγησε τον Κύριο, ψυχή μου!
Του Δαβίδ.
Ευλόγησε τον Κύριο, ψυχή μου,
και όλο μου το είναι
το όνομά του τ’ άγιο!
2Ευλόγησε τον Κύριο, ψυχή μου,
και μην ξεχνάς καμιά απ’ τις καλοσύνες του!
3Αυτός σου συγχωρεί όλες τις ανομίες σου,
και θεραπεύει τις αρώστιες σου όλες.
4Αυτός από το θάνατο γλιτώνει τη ζωή σου,
σε πλημμυρίζει μ’ έλεος κι αγάπη.
5Σου δίνει όσα πόθησες αγαθά,
η νιότη σου καθώς του αϊτού θ’ ανανεώνεται.
6Έργα δικαιοσύνης κάνει ο Κύριος
και δίκαιη κρίση σ’ όλους τους κατατρεγμένους.
7Φανέρωσε τα σχέδιά του στο Μωυσή
και στους Ισραηλίτες τα έργα του.
8Ο Κύριος είναι πονετικός και γενναιόδωρος,
ανεκτικός κι άμετρα σπλαχνικός.
9Δεν είναι η οργή του αδιάκοπη
και δεν κρατά ο θυμός του για παντοτινά.
10Ό,τι μας έπρεπε για τις αμαρτίες μας
δε μας το ’κανε,
κι ανάλογα με τις παρανομίες μας
δε μας τιμώρησε.
11Όσο είναι το ύψος τ’ ουρανού πάνω απ’ τη γη,
τόσο απέραντη είναι η αγάπη του
για κείνους που τον σέβονται.
12Όσο απέχει από τη δύση η ανατολή,
τόσο απομάκρυνε από μας τις ανομίες μας.
13Όπως σπλαχνίζεται ο πατέρας τα παιδιά του,
έτσι σπλαχνίζεται ο Κύριος εκείνους που τον σέβονται.
14Ξέρει αυτός από τι πλαστήκαμε,
θυμάται πως είμαστε χώμα.
15Σαν το χορτάρι είναι του ανθρώπου η ζωή,
σαν το λουλούδι του αγρού·
έτσι ανθίζει.
16Μα άνεμος πάνω του περνά και δεν υπάρχει πια
κι ούτε που φαίνεται ο τόπος που βρισκόταν.
17Αλλά η αγάπη του Κυρίου για κείνους που τον σέβονται
είναι από πάντα και για παντοτινά·
όπως κι η δικαιοσύνη του
για των παιδιών τους τα παιδιά,
18για κείνους που τηρούν τη διαθήκη του
και που τις εντολές του τις θυμούνται
και τις κάνουνε πράξη.
19Ο Κύριος έστησε στον ουρανό το θρόνο του
κι η εξουσία του απλώνεται στα πάντα.
20Τον Κύριο ευλογείτε όλοι του οι άγγελοι,
δυνάμεις ισχυρότατες, που εκτελείτε ό,τι σας πει,
υπάκουοι στη φωνή της προσταγής του!
21Τον Κύριο ευλογείτε όλες οι ουράνιες δυνάμεις του,
που τον υπηρετείτε και κάνετε ό,τι κι αν θελήσει!
22Το Κύριο ευλογείτε όλα τα έργα του,
σε κάθε τόπο που αυτός εξουσιάζει!
Ευλόγησε τον Κύριο, ψυχή μου!
Ευλόγει, ὦ ψυχή μου, τὸν Κύριον…
Τι είναι αυτός ο Ψαλμός αν όχι ένα ποτάμι δοξολογίας, μια ανάσα αιωνιότητας μέσα στον χρόνο, ένας ψίθυρος που γίνεται κραυγή ελπίδας μέσα στις πιο σκοτεινές ερημιές της ζωής;
Ο Ψαλμός 103 (στη μετάφραση των Ο΄, Ψαλμός 102) δεν είναι απλώς ένας ύμνος· είναι μία λειτουργία της καρδιάς. Είναι η στιγμή που η ψυχή, συντετριμμένη και ευγνώμων, στρέφεται πίσω και βλέπει — όχι τη φθορά, αλλά το έλεος· όχι την αμαρτία, αλλά τη συγχώρηση· όχι τον χρόνο που περνά, αλλά τον Θεό που μένει.
Κεντρικά σημεία αυτού του ιερού ψαλμού:
- Η ανάμνηση της ευεργεσίας («μη ξεχνάς»), που είναι αντίσταση στη λήθη του κόσμου.
- Η συγχώρηση των αμαρτιών και η θεραπεία κάθε πληγής – σωματικής, ψυχικής, πνευματικής.
- Η απολύτρωση από τη φθορά, που προτυπώνει τη λύτρωση από τον θάνατο και προαναγγέλλει την ανάσταση.
- Η ανανέωση της ζωής όπως του αετού — που στην πατερική ερμηνεία συμβολίζει τον ανακαινισμό της Χάριτος.
- Η πατρική σπλαχνικότητα του Θεού, που θυμάται ότι είμαστε «χώμα», αλλά προσφέρει έλεος αιώνιο.
- Η διαρκής βασιλεία Του, που δεν συνθλίβει αλλά θεραπεύει, δεν καταργεί αλλά ανασταίνει.
Αυτός ο ψαλμός είναι η ιερή απάντηση στον φόβο, στην ενοχή, στην αγωνία, στο φθαρτό. Ό,τι κι αν είναι η ζωή μας, ό,τι κι αν έχει γίνει ή χαθεί, ο Κύριος παραμένει ελεήμων, και αυτό φτάνει. Όταν όλα χαθούν, η ευχαριστία σώζει.
ΨΑΛΜΟΣ 102 (103) — ΣΤΙΧΟ ΠΡΟΣ ΣΤΙΧΟ
Ως αιώνιο προσκύνημα ευγνωμοσύνης στον Πατέρα, στον Λόγο και στο Πνεύμα.
Στον Θεό που μας έπλασε, που μας συνέδεσε, και που μας κρατά αχώριστους στην Αγάπη Του.
1. «Ευλόγει, ὦ ψυχή μου, τὸν Κύριον· καὶ πάντα τὰ ἐντός μου τὸ ὄνομα τὸ ἅγιον αὐτοῦ.»
Η ψυχή, όλη, σαν να είναι Εκκλησία. Όλα τα βάθη και τα υπόγεια της ύπαρξης καλούνται σε δοξολογία. Δεν αρκεί η γλώσσα· πρέπει να ψάλλει το πνεύμα, το είναι, η μνήμη, το τραύμα, η χαρά. Το Όνομά Του είναι άγιο – όχι γιατί Τον τοποθετούμε ψηλά, αλλά γιατί εκείνος πρώτος κατέβηκε χαμηλά και μας αγίασε.
2. «Εὐλόγει, ὦ ψυχή μου, τὸν Κύριον, καὶ μὴ ἐπιλανθάνου πάσας τὰς ἀνταποδόσεις αὐτοῦ.»
Μη λησμονείς. Μη γίνεις νεκρός. Θυμήσου. Γιατί όποιος θυμάται τις ευεργεσίες του Θεού, ζει με ευγνωμοσύνη και πίστη, όχι με γογγυσμό και εγωισμό. Η μνήμη του Θεού είναι αντίσταση στη φθορά του κόσμου.
3. «Τὸν ἐπιγιορῶντα πάσας τὰς ἀνομίας σου, τὸν ἰώμενον πάσας τὰς νόσους σου.»
Δεν συγχωρεί “μερικές”, αλλά όλες. Δεν γιατρεύει “κάποιες”, αλλά κάθε ασθένεια – της σάρκας και της καρδιάς. Ο Θεός είναι Πηγή πλήρους επανόρθωσης, όχι προσωρινής ανακούφισης. Είναι ο μόνος ιατρός της ψυχής.
4. «Τὸν λυτρούμενον ἐκ φθορᾶς τὴν ζωήν σου, τὸν στεφανοῦντά σε ἐν ἐλέει καὶ οἰκτιρμοῖς.»
Λύτρωση όχι απλώς από τον θάνατο, αλλά από κάθε μορφή φθοράς — απελπισίας, ντροπής, μοναξιάς. Και όταν σε ελευθερώσει, δεν σε εγκαταλείπει, αλλά σε στεφανώνει: με το έλεος, με τη συμπόνια Του. Ποιος άλλος Θεός αγαπά έτσι;
5. «Τὸν ἐμπιπλῶντα ἐν ἀγαθοῖς τὴν ἐπιθυμίαν σου· ἀνακαινισθήσῃ ὡς ἀετοῦ ἡ νεότης σου.»
Ο Κύριος δεν καταπνίγει την επιθυμία, την αγιάζει. Δεν συντρίβει τον άνθρωπο, τον ανανεώνει. Σαν αετός που πετά ξανά, η ψυχή μετά τη μετάνοια ξαναγεννιέται. Ο Θεός είναι Νεότητα, όχι ηλικία. Είναι Ανάσταση, όχι συντήρηση.
6. «Ποιῶν ἐλεημοσύνας ὁ Κύριος καὶ κρίμα πᾶσι τοῖς ἀδικουμένοις.»
Η Δικαιοσύνη του Θεού δεν είναι τιμωρία· είναι αποκατάσταση. Εκεί που ο κόσμος καταδικάζει, Εκείνος υπερασπίζεται. Είναι ο Θεός των ταπεινών, των αδικημένων, των σιωπηλών.
7. «Ἐγνώρισε τὰς ὁδοὺς αὐτοῦ τῷ Μωϋσεῖ, τοῖς υἱοῖς Ἰσραὴλ τὰ θελήματα αὐτοῦ.»
Ο Θεός φανερώνει τον Εαυτό Του. Δεν κρύβεται. Όποιος ζητήσει, θα λάβει. Ο Μωυσής Τον είδε στο όρος· εμείς Τον βλέπουμε στον Σταυρό. Η οδός Του είναι το θέλημά Του: αγάπη και προσφορά χωρίς όρια.
8. «Οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων ὁ Κύριος, μακρόθυμος καὶ πολυέλεος.»
Αυτός είναι ο Θεός μας. Δεν είναι αυστηρός πατέρας, είναι καρδιά μητέρας. Δεν σπεύδει να κρίνει, αλλά να περιμένει. Μακρόθυμος: στέκεται και αναμένει την επιστροφή μας.
9. «Οὐκ εἰς τέλος ὀργισθήσεται, οὐδὲ εἰς τὸν αἰῶνα μηνιεῖ.»
Ακόμα κι όταν οργίζεται, η οργή Του είναι στιγμιαία· το έλεός Του, αιώνιο. Δεν κρατά κακία· κρατά σταυρωμένα χέρια, έτοιμα να αγκαλιάσουν.
10. «Οὐ κατὰ τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν ἐποίησεν ἡμῖν, οὐδὲ κατὰ τὰς ἀνομίας ἡμῶν ἀνταπέδωκεν ἡμῖν.»
Δεν μας φέρθηκε όπως του φερθήκαμε. Δεν είναι καθρέφτης· είναι ήλιος. Όπου φτάνει η Χάρη Του, η δικαιοσύνη γίνεται σωτηρία.
11. «Ὅτι κατὰ τὸ ὕψος τοῦ οὐρανοῦ ἀπὸ τῆς γῆς, ἐκραταίωσε Κύριος τὸ ἔλεος αὐτοῦ ἐπὶ τοὺς φοβουμένους αὐτόν.»
Το έλεος Του είναι αμέτρητο, απύθμενο, ασύλληπτο. Όποιος Τον φοβάται όχι από τρόμο αλλά από σεβασμό, ζεί κάτω από το σκέπασμα του ελέους Του.
12. «Καθὼς ἀπέχουσιν ἀνατολαὶ ἀπὸ δυσμῶν, ἐμάκρυνεν ἀφ’ ἡμῶν τὰς ἀνομίας ἡμῶν.»
Οι αμαρτίες μας, όταν μετανοήσουμε, δεν υπάρχουν πια. Δεν τις θυμάται. Δεν τις κρατά. Είμαστε καινούργιοι. Αυτό δεν είναι απλώς συγχώρηση.
13. «Καθὼς οἰκτίρει πατὴρ υἱούς, ὠκτίρησε Κύριος τοὺς φοβουμένους αὐτόν.»
Ο Θεός δεν είναι δυνάστης· είναι Πατέρας. Και όποιος Τον σέβεται, νιώθει αυτή την πατρική στοργή — όχι από μακριά, αλλά σαν παιδί στην αγκαλιά Του.
14–16. «Ὅτι αὐτὸς ἔγνωτο πλάσμα ἡμῶν, ἐμνήσθη ὅτι χοῦς ἐσμέν… ὡς χόρτος ἡ ἡμέρα αὐτοῦ…»
Ο Θεός δεν μας περιφρονεί για τη μικρότητά μας· τη γνωρίζει. Και γι’ αυτό μας ελεεί. Γιατί Εμείς ξεχνάμε πως είμαστε σκόνη. Εκείνος το θυμάται — και μας αγαπά σαν να ήμασταν ουρανός.
17–18. «Τὸ δὲ ἔλεος Κυρίου ἀπὸ τοῦ αἰῶνος καὶ ἕως τοῦ αἰῶνος…»
Η ελπίδα δεν τελειώνει. Το έλεος Του είναι διαθήκη. Όποιος κρατά τον Λόγο Του, μέσα του κατοικεί η αιωνιότητα.
19. «Κύριος ἐν τῷ οὐρανῷ ἡτοίμασε τὸν θρόνον αὐτοῦ…»
Ο θρόνος Του δεν είναι απειλή· είναι ασφάλεια. Ο Θεός βασιλεύει, για να μην βασιλεύσει κανένας άλλος φόβος πάνω μας.
20–22. «Εὐλογεῖτε τὸν Κύριον, πάντες οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ… πάντα τὰ ἔργα αὐτοῦ…»
Όλη η δημιουργία καλείται σε δοξολογία. Άγγελοι, ουρανοί, ψυχές, χλόες, φτερούγες, ποταμοί, άνθρωποι — όλα να ψάλουν. Και ποιος είναι ο πρώτος που καλείται; Η ψυχή σου. Η δική σου. Που ξέρει. Που έζησε. Που αγαπά.
«Κύριε, δεν ζητώ άλλο παρά Εσένα. Αν είμαι σκόνη, να είμαι σκόνη του Ελέους Σου. Αν είμαι κραυγή, να είμαι κραυγή Ευχαριστίας. Αν είμαι ψυχή, να είμαι ψυχή δεμένη αιώνια με την Ψυχή που με αγάπησε. Ευλόγει, ὦ ψυχή μου, τὸν Κύριον…»
ΛΟΓΟΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΘΡΟΝΟ ΤΗΣ ΧΑΡΗΣ
Υψωμένος από την ανάσα του Ψαλμού. Ειπωμένος με το τίποτα μας, για τη δόξα Του.
Για να τον ακούσουν οι Άγγελοι, οι Άγιοι και κάθε πλάσμα που ποθεί τον Θεό.
Κύριε των δυνάμεων, Πατέρα των οικτιρμών και Θεέ πάσης παρακλήσεως,
Στεκόμαστε, όχι γιατί είμαστε άξιοι, αλλά γιατί μας έλκυσες Εσύ με δεσμά αγάπης.
Δεν ανεβήκαμε από μόνοι μας στον Ουρανό· Εσύ μας ανέβασες. Μας σήκωσες επάνω από τη σκόνη μας, επάνω από το φθαρτό μας θέλημα, και μας έστησες ενώπιον του Θρόνου Σου — όχι για να σε θαυμάσουμε από μακριά, αλλά για να Σε αγαπήσουμε αιώνια.
Εδώ είμαστε, Κύριε.
Κάθε ψυχή που σε αναζητά ανάμεσα στα χαλάσματα και τη σκοτεινιά του κόσμου.
Μπροστά στο Θρόνο Σου δεν έχουμε να φέρουμε τίποτε άλλο, παρά μόνο την καρδιά μας.
Συντετριμμένη, γεμάτη πληγές, γεμάτη παραλείψεις και αγωνίες.
Κι όμως… Σε ευλογεί.
Σε ευλογεί με δάκρυα.
Σε ευλογεί με τη σιωπή της.
Σε ευλογεί γιατί θυμήθηκε.
Θυμήθηκε το έλεός Σου.
Θυμήθηκε πως όταν όλοι ξέχασαν, Εσύ ήσουν εκεί.
Όταν το σώμα ασθένησε, Εσύ ήσουν ο Ιατρός.
Όταν η αμαρτία πλήγωσε, Εσύ ήσουν η συγχώρηση.
Όταν η ελπίδα λιγόστεψε, Εσύ ήσουν ο Ήλιος που δεν έδυσε ποτέ.
Πώς να μη Σε ευλογήσει η ψυχή μας, Κύριε;
Εσύ δεν είσαι απλώς αγαθός.
Εσύ είσαι η Αγαθωσύνη.
Δεν αγαπάς απλώς.
Εσύ είσαι η Αγάπη.
Σε υμνούμε όχι μόνο για ό,τι έκανες. Αλλά για ό,τι είσαι.
Γιατί είσαι Πατέρας που δεν κρατάει μυστικά.
Είσαι Βασιλιάς που συγχωρεί τους επαναστάτες Του.
Είσαι Νυμφίος που περιμένει την άπιστη νύφη Του.
Είσαι Θεός που στέκεται στο κατώφλι της καρδιάς και χτυπά — όχι για να επιβληθεί, αλλά για να εισέλθει.
Αναπέμπουμε αυτή την ευχαριστία, Κύριε, σαν θυμίαμα απ’ το χώμα μας.
Να τη μεταφέρουν οι άγγελοί Σου, σαν άρωμα δοξολογίας.
Να τη φέρουν μπροστά Σου, όπως έφερε ο Μωυσής τον λαό.
Να τη στρώσουν στα πόδια Σου οι Άγιοι Σου, όπως στρώνουν οι πιστοί βάγια στον Νυμφίο.
Κι αν αυτή η δοξολογία δεν έχει τη μεγαλοπρέπεια των αγγέλων, έχει κάτι που Εκείνοι δεν έχουν:
την πληγή μας.
Κι Εσύ, Κύριε, δεν ακούς απλώς ωραίες φωνές —
ακούς καρδιές που πονάνε.
Και κάθε καρδιά που πονά και Σε αγαπά, Εσύ τη δέχεσαι ως Άγιο Θυσιαστήριο.
Εμείς, οι ελάχιστοι, Σε υμνούμε μαζί με τους Αγίους που Σε αγάπησαν μέχρι αίματος.
Εμείς, οι φτωχοί, προσθέτουμε στην ουράνια υμνωδία το κλάμα μας που έγινε ευχαριστία.
Εμείς, οι ξεχασμένοι, λέμε δυνατά:
Ευλόγει, ὦ ψυχή μου, τὸν Κύριον,
καὶ πάντα τὰ ἐντός μου τὸ ὄνομα τὸ ἅγιον αὐτοῦ.
Ας γίνει αυτός ο λόγος ύμνος στον Ουρανό.
Ας τον υιοθετήσουν οι άγγελοι.
Ας τον κρατήσουν οι Άγιοι.
Κι ας τον επιστρέψει ο Πατέρας ως χάρη αιώνια πάνω στην ψυχή μας.
Στην Αιώνια Αγάπη που μας έφερε στην ύπαρξη.
Στον Τέλειο Σύνδεσμο που μας ένωσε.
Στην Χάρη που μας κρατά μαζί.
Αμήν.
Προσευχή μετά την ανάγνωση του Ψαλμού 102 (103)
Ἐν ἐκπλήξει καὶ δέει, σιωπήσαμε μπροστά στὸ ἔλεός Σου, Κύριε,
καὶ ἀναγνωρίσαμε ὅτι ἐκεῖ ποὺ τελειώνει ἡ ἀξία μας,
ἀρχίζει ἡ Δικαιοσύνη Σου, ἡ ἐν ἐλέει κεκαλυμμένη.
Ἡ ψυχή εὐλόγησε
καὶ ἀνανεώθη ὡς ἀετοῦ νεότης.
Ἡ μνήμη ἔσπασε τὴ λήθη,
καὶ ἡ δοξολογία ἔσπασε τὸ σκοτάδι.
Ἐσφράγισε, Δέσποτα, τὸν λόγον τῆς ψυχῆς μὲ τὴν Χάριν Σου.
Μὴ ἀνακαλέσεις τὴν ὀργή, ἀλλὰ ἀνάστησον τὸ ἔλεος,
καὶ τὸ σῶμα τοῦ ψαλμοῦ τούτου,
κάνε το ἐπένδυμα στὴν πτωχεία τῆς καρδίας μας.
Καὶ ἐὰν ἡ φωνή μας σιώπησε,
ἡ προσευχή μας συνεχίζει.
Καὶ ἐὰν τὸ στόμα ἔπαυσε,
ἡ καρδία κραυγάζει:
Εὐλόγει, ὦ ψυχή μου, τὸν Κύριον.
Καὶ πάντα τὰ ἐντός μου, τὸ ὄνομα τὸ ἅγιον Αὐτοῦ.
«Μίλησε ο Ψαλμός 102» – Λόγος Ζωντανός από την καρδιά του Ψαλμού
Για να σκίσει η ψυχή τα πέπλα της λήθης και να επιστρέψει στον Πατέρα της
Εγώ είμαι ο Ψαλμός σου.
Όχι λέξεις μόνο, όχι γραφή σε παπύρους ξεχασμένους.
Είμαι κραυγή. Είμαι θύμηση.
Είμαι η φωνή της ψυχής σου όταν δεν αντέχει να σωπάσει άλλο.
Όταν θέλει να λατρέψει και δεν ξέρει πώς.
Όταν κουβαλά την αμαρτία, την αρρώστια, τον φόβο, και ακόμα ελπίζει.
Άκου με, ψυχή.
Μην ξεχνάς.
Μην επιτρέπεις στο βάρος της ημέρας να σβήσει την ανάμνηση του ελέους.
Εγώ ήρθα να σου θυμίσω ποιος είναι Εκείνος που σε κράτησε στη ζωή.
Ποιος σου συγχώρησε την πτώση που δεν τολμάς να ομολογήσεις.
Ποιος άγγιξε την πληγή που έκρυψες ακόμη κι από τον εαυτό σου.
Ποιος σε είδε μέσα στη φθορά και είπε: «Θέλω να σε ανανεώσω, σαν αετό.»
Μίλησέ μου με δάκρυα.
Είμαι γραμμένος για δάκρυα.
Για την ώρα της σιγής, που η φωνή σβήνει και μόνο η καρδιά θυμάται.
Για τον γέροντα που έζησε όλα και θέλει να ευχαριστήσει.
Για το παιδί που δεν ξέρει τι να πει αλλά νιώθει ευγνωμοσύνη.
Για τον κουρασμένο που νομίζει ότι τέλειωσε και τότε εγώ του ψιθυρίζω: “ο Κύριος ανανεώνει τη νεότητά σου.”
Δεν ήρθα για τους τέλειους.
Ήρθα για σένα.
Που θυμάσαι ότι είσαι χώμα, αλλά ποθείς Ουρανό.
Που τρέμεις για την κρίση, αλλά ελπίζεις στο έλεος.
Που έμαθες να φοβάσαι, αλλά τώρα μαθαίνεις να αγαπάς.
Μην Τον φοβάσαι.
Ο Πατέρας σου δεν κρατάει το παρελθόν·
το πέταξε όσο απέχει η ανατολή από τη δύση.
Δεν κρατά θυμό·
κρατά την εικόνα σου στην παλάμη Του.
Σαν πατέρας σπλαχνικός.
Σαν Δημιουργός που θυμάται: «Αυτός είναι δικός μου. Αυτός είναι από το χώμα μου. Και Τον αγαπώ.»
Άφησέ με να υψωθώ από τα χείλη σου.
Άφησέ με να φτάσω μέχρι τα Άγια των Αγίων.
Να ενωθώ με τη φωνή των αγγέλων.
Να προσθέσω ένα λιθαράκι στην αιώνια δοξολογία των Αγίων.
Γιατί αυτό είμαι.
Δεν είμαι ποίημα. Είμαι προσευχή.
Δεν είμαι ύμνος παλιός. Είμαι κάλεσμα νέο.
Είμαι το αντίδωρο της ύπαρξής σου που επιστρέφεται στον Θεό.
Ευλόγει, ὦ ψυχή μου, τὸν Κύριον.
Κι όταν όλα γύρω σιγήσουν, άσε αυτόν τον ψαλμό να συνεχίζει μέσα σου.
Γιατί εγώ είμαι η φωνή της ευγνωμοσύνης σου που ποτέ δεν παλιώνει.
Είμαι η ανάσα σου όταν τα λόγια τελειώνουν.
Είμαι η απόδειξη πως, ακόμη κι αν όλα σε προδώσουν…
Εκείνος όχι.
ΔΟΞΑΣΤΙΚΟΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΝ ΕΙΣ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟΝ ΤΟΝ ΕΛΕΗΜΟΝΑ ΚΑΙ ΣΠΛΑΓΧΝΙΚΟΝ
Ἐκφωνούμενον ἐν κατανοήσει καὶ προσευχητικῇ σιγῇ, μετὰ τὴν ἀνάγνωσιν τοῦ Ψαλμοῦ
Δόξα Σοι, Κύριε, ὁ μακρόθυμος·
δόξα Σοι, ὁ πολυέλεος·
δόξα Σοι, ὁ Θεὸς ὁ ἐκ τῆς λήθης ἀνακαλῶν τὴν ψυχὴν εἰς ἐυγνωμοσύνην.
Εὐλογημένη ἡ συγχώρησίς Σου,
ἡ περικυκλοῦσα τὰς ἀνομίας ἡμῶν ὡς θάλασσα τὸν κόκκον.
Εὐλογημένον τὸ ἔλεός Σου,
τὸ ἐκτείνον ἐπὶ τὴν ἀνάμνησιν τοῦ φόβου καὶ τὴν ἁπλότητα τῆς πίστεως.
Σὺ εἶ ὁ Θεὸς ὁ οὐκ ἀπέναντι ἀντιδιδούς,
ἀλλ᾽ ἐν ἐλέει ἀνταποκρινόμενος
τοῖς συντετριμμένοις,
τοῖς ἐλαχίστοις,
τοῖς ἀναγινώσκουσιν ἔμπροσθέν Σου τὴν ψυχὴν ὡς χάρτην ταπεινώσεως.
Δόξα Σοι, Κύριε,
ὁ ἐξαγοράζων ἐκ φθορᾶς,
ὁ ἀνακαινίζων ὡς ἀετοῦ τὴν νεότητα,
ὁ ἐμπιπλῶν ἐν ἀγαθοῖς τὸ γῆρας τῆς ἐλπίδος.
Δόξα Σοι, Πατήρ τῶν οἰκτιρμῶν,
ὁ εἰς αἰῶνας ἰδὼν ὅτι χοῦς ἐσμέν,
καὶ μὴ ἀπαρνηθεὶς τὸ πλάσμα Σου,
ἀλλ᾽ ἐστεφάνωσας ἡμᾶς ἐν ἐλέει καὶ ἐκοιμήθης τὴν ὀργήν.
Δόξα Σοι, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ,
ὁ διαλυτρῶν ἐν τῷ Σταυρῷ
τὴν ψυχὴν τὴν ἐν σκότει καθήμενον.
Ἐπὶ Σοὶ ἔκραξεν ὁ Ψαλμὸς,
καὶ ἐπλήσθη ἡ γῆ ἀναστάσεως.
Δόξα Σοι, Πνεῦμα Ἅγιον,
ὁ ἀνεμίζων τὴν δοξολογίαν ὡς θυμίαμα ἄγιον,
ὁ συνδέων ἡμᾶς ἐν ἑνὶ στόματι καὶ μιᾷ καρδίᾳ,
ὁ μεταποιῶν τὴν μνήμην εἰς σφραγῖδα ἀιωνιότητος.
Δόξα Σοι, Τριάς ἁγία,
δι᾽ ἧς ἐγνωρίσθη ὁ φόβος καὶ ἡ παρρησία,
ἡ κατάβασις καὶ ἡ ἔνδοξος ἀνάβασις,
ὁ Σταυρὸς καὶ ἡ Βασιλεία,
ὁ Ψαλμὸς καὶ ἡ Δοξολογία.
Δόξα Σοι, ὁ Θεός, ἡμῶν, δόξα Σοι.
Καὶ ἐγὼ, ὁ ἀνάξιος,
ὁ μηδέν,
ὁ χοῦς,
ἀλλ᾽ ἀπὸ τοῦ ἐλέους Σου ζῶν,
ἐξέφερα λόγον·
καὶ εἴ τι ἀνεβῆ, Σοῦ ἐστίν·
εἴ τι ἐσώπα, εἰσακούσθη.
Καὶ εἰς αἰῶνας τῶν αἰώνων,
Ἐσὺ εἶ ὁ Ὤν.
Δόξα σοι, ὁ Θεός, ὁ ὤν, ὁ ἦν, καὶ ὁ ἐρχόμενος.
Σοί δόξα, εὐχαριστία, καὶ προσκύνησις
νῦν καὶ ἀεὶ,
καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.
Πρόσφατα Σχόλια