Μιλώντας για τον εγκέφαλο, αναφερόμαστε σ’ αυτό το μοναδικό όργανο που ελέγχει όλες τις δραστηριότητες του σώματος, που διαμορφώνει τις σκέψεις, τις ελπίδες, τα όνειρα και τη φαντασία μας, το συναίσθημα, τη λογική, τη μάθηση και τέλος τις αποφάσεις που παίρνουμε με τη βούλησή μας. Εδώ ξεκινάει και το ερώτημα, είμαστε εμείς ή ένα εργαλείο που παίρνει με την οργανική του υπόσταση αποφάσεις χωρίς να μας ρωτάει. Είμαστε δηλαδή σκλάβοι ενός ρομπότ, ή automaton που αποφασίζει για μας. Για όσα κάνουμε ή παθαίνουμε εμείς φταίμε ή όχι; Με λίγα λόγια είναι η πράξις θεωρίας επίβασης; ΝΑΙ ή ΄ΟΧΙ;
Το Κογκρέσσο των ΗΠΑ κήρυξε τη δεκαετία του 1990 ως τη δεκαετία του εγκεφάλου.

Ο εγκέφαλος έχει μερικές δεκάδες δισεκατομμύρια(100-200) νευρώνες.
Οι νευρώνες είναι κύτταρα ειδικά σχεδιασμένα για να διαβιβάζουν πληροφορίες σε άλλα νευρικά, μυικά, ή αδενικά κύτταρα και αποτελούν τη βασική λειτουργική μονάδα του εγκεφάλου.
Ο εγκέφαλος είναι αυτός που είναι, χάρη στις δομικές και λειτουργικές ιδιότητες των νευρώνων. Ο κάθε νευρώνας, αποτελείται από ένα κυτταρικό σώμα, που περιλαμβάνει τον πυρήνα, και από μια αγώγιμη ίνα, τον νευράξονα, ο οποίος μπορεί να χορηγεί παράπλευρους κλάδους πριν την απόληξή του.
Στην πορεία του ο νευράξονας, σχηματίζει στα άκρα των κλάδων του συνάψεις –από το ρήμα συνάπτω=συνδέω κάτι με κάτι άλλο-με άλλους νευρώνες.
Οι δενδρίτες και το κυτταρικό σώμα καλύπτονται από συνάψεις που σχηματίζονται από τις απολήξεις νευραξόνων άλλων νευρώνων. [1]

Αυτές οι μικροσκοπικές προεκτάσεις, οι δενδρίτες, εκτείνονται σε σχηματισμούς δένδρου και δρουν σαν συστήματα εισαγωγής, που παίρνουν μηνύματα από άλλους νευρώνες και τα ξαναδιαβιβάζουν στο σώμα του κυττάρου.
Ένα μήνυμα, λοιπόν αφού φτάσει σε κάποιο νευρώνα θα ταξιδέψει στον νευράξονα ή το σύστημα εξαγωγής.
Όταν φτάσει στο τέλος του άξονα, πρέπει να πηδήσει πάνω από ένα μικρό κενό που λέγεται συναπτικό χάσμα πριν το περιμαζέψουν οι δενδρίτες κάποιου γειτονικού νευρώνα.

Αυτό το αρχέγονο διανοητικό άλμα, από τον ένα νευρώνα στον άλλο μέσω των συνάψεων διευκολύνεται από χημικές ουσίες που λέγονται νευροδιαβιβαστές ή νευρορρυθμιστές.
Επαναλαμβάνεται αναρίθμητα δισεκατομμύρια φορές, όσο αυτή η αχανής παράταξη δυναμικού ασχολείται με αυτήν την υπόθεση στη βάση της καθημερινής πνευματικής δραστηριότητας.
Η δύναμη και η ικανότητα των συναπτικών συνδέσμων (συνάψεων) προσδιορίζουν την ταχύτητα και τη δύναμη με τις οποίες λειτουργεί το μυαλό μας. Αν είναι αραιές οι συνάψεις πχ λόγω εκφύλισης όπως στην νόσο του Alzheimer εννοείται πως η ταχύτητα και η δύναμη με την οποία μεταδίδεται το όποιο ερέθισμα είναι αργή άρα και η απάντηση στο ερέθισμα, η μνημονική ανάκληση ενός γεγονότος είναι αργή ή συγκεχυμένη ή δεν υπάρχει καν απάντηση.Το πιο σημαντικό νέο για τις συνάψεις είναι ότι σχηματίζονται, ισχυροποιούνται και συντηρούνται από την αλληλεπίδραση των βιωμάτων.[2]
Ποιο είναι, εδώ, το συναρπαστικό νέο;
Ο Εγκέφαλός μας, ενώ σκέφτεται, αλλάζει και διαμορφώνεται από το είδος της σκέψης του και των βιωμάτων του και μαζί με τον εγκέφαλο αλλάζει και η χημεία και η κατάσταση του σώματός μας.
Δεν είναι αυτό ένα διαρκές θαύμα;
Πραγματικά, μένει κανείς εκστατικός και αισθάνεται μ’ αυτή τη λιγοστή γνώση της φυσιολογίας του σώματός μας, ακόμη σοβαρότερη την ευθύνη για τη διαχείριση των σκέψεων και των βιωμάτων μας…
Ό,τι αισθανόμαστε και ό,τι συλλογιζόμαστε, και ό,τι κάνουμε, αφήνει ίχνη και μάλιστα ίχνη απτά και μέσα μας.Δηλαδή είτε το θέλουμε είτε όχι ό,τι συλλογισμούς κάνουμε καλούς ή κακούς , ότι συναισθήματα νιώθουμε είτε θετικά ή αρνητικά σε κάποιο μέρος του εγκεφάλου μας υποθάλαμο, ιππόκαμπο κ.λπ. ΑΠΟΘΗΚΕΥΕΤΑΙ μόνιμα, στο συνειδητό, το υποσυνείδητο αλλά και στο ασυνείδητο, ανάλογα με τη σοβαρότητα του ερεθίσματος.
Δεν είναι φοβερό να συλλογίζεται κανείς τις επιπτώσεις και των πιο μικρών συναισθημάτων και λογισμών μας;
Όταν είμαστε παθητικοί θεατές του οποιουδήποτε πράγματος, ο εγκέφαλός μας δεν δημιουργεί καινούργιες συνάψεις τόσο πολλές, όσο όταν απασχολούμαστε με δραστηριότητες.
Όταν <<κάνουμε>> πράγματα, τότε αλλοιώνεται ο εγκέφαλός μας και στη συνέχεια φυσικά, όλη η ψυχοσωματική μας οντότητα.
Γι΄ αυτό κατάλαβα , έτσι απλά και χονδρικά το Πατερικό λόγιο:
Και μην ξεχνάμε πράξις εστί θεωρίας επίβασις δηλαδή η πράξη είναι το επιστέγασμα της θεωρίας.
Όσα και να γνωρίζουμε σε ψιλό διανοητικό επίπεδο, αν δεν τα εφαρμόζουμε, καμιά αλλοίωση δεν επέρχεται στη ζωή μας.

Οι σκέψεις λοιπόν επηρεάζουν τη δημιουργία συνάψεων όσο και οι πράξεις. Τελευταία φωτογράφησαν τον εγκέφαλο ενώ βιώνει κάτι πραγματικά και ενώ φαντάζεται και παρατήρησαν το ίδιο πράγμα.
Λοιπόν, οι φωτογραφίες του εγκεφάλου, στους μαγνητικούς τομογράφους, βγαίνουν περίπου παρόμοιες, που σημαίνει ότι και η απλή φαντασίωση αφήνει αποτύπωμα (αποθηκεύεται) επάνω στη σάρκα μας, αν θες, χημικό αποτύπωμα, που το συλλαμβάνουν τώρα τα μηχανήματα και το φανερώνουν. Αυτό αρκεί για να καταλήξει κανείς πως ό,τι σκεφτόμαστε και αισθανόμαστε γινόμαστε. Άρα η ελευθερία της βούλησης δεν είναι ουτοπία αλλά μια συγκεκριμένη νευροχημική διαδικασία θετική ή αρνητική, που ξεκινά από εμάς για μας. Για το αν θα μεταλλαχτούμε σε πράκτορες του φωτός ή του σκότους, εξαρτάται αποκλειστικά από μας και τις αποθηκευμένες πληροφορίες με τις οποίες τροφοδοτούμε το αποθηκευτικό όργανο του εγκεφάλου που λέγεται μνήμη ή ομάδες συνάψεων.

Αν τώρα θα δώσουμε λόγο γι’ αυτές τις σκέψεις, ενέργειες και πράξεις που ξεκινούν από τη δική μας βούληση είναι μεταφυσικό θέμα και θα αναφερθούμε σε άλλη ανάρτησή μας.
Ευαγγελάτος Γεώργιος
[1] (Society for Neuroscience : Τι γνωρίζουμε για τον Εγκέφαλο, εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα, 1996).
[2] (Η. Healy, Μυαλά που κινδυνεύουν, εκδόσεις Λύχνος , Αθήνα 1996)
Πρόσφατα Σχόλια