Μετά τις αποκαλύψεις του Παρασκευά Μπόλαρη στην εκπομπή του Γιώργου Τράγκα που δημοσιεύσαμε στις 28 Οκτώβρη του 2016, σας μεταφέρουμε ένα άρθρο του Γιώργου Τσώκου στις 15 Ιουλίου του 2010 την επέτειο του πραξικοπήματος Ιωαννίδη Σαμψών στην Κύπρο. Την ημέρα που οι μισοί έλληνες Κύπριοι της ΕΟΚΑ Β΄ και οι φασίστες κυνηγούσαν τους άλλους μισούς τους φιλο-Μακαριακούς.
Για να δούμε το άρθρο μήπως και ξεκαθαρίσουν κάποια πράγματα που πολλοί και δη ο ξένος παράγοντας τα θελουν να είναι θολά και συγκεχυμένα για πάντα.
Τριάντα έξι χρόνια μετά το πραξικόπημα της χούντας Ιωαννίδη, κατά της νόμιμα εκλεγμένης Κυβέρνησης και του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, κάποιοι εξακολουθούν να διαστρεβλώνουν τα γεγονότα της εποχής εκείνης, προσπαθώντας να τα εκμεταλλευτούν πολιτικά και μικροκομματικά. Είναι καιρός λοιπόν, να πάψουν τα ψέματα. Δεν μπορεί το άφρον πραξικόπημα της χούντας Ιωαννίδη να αποτελεί μέχρι σήμερα, προπαγανδιστικό εργαλείο και επικοινωνιακό όπλο εσωτερικής κατανάλωσης, συγκεκριμένου πολιτικού χώρου. Τα γεγονότα του πραξικοπήματος έχουν ως εξής:
1) Ο Δημήτριος Ιωαννίδης, ως αρχηγός της χούντας, μετά την ανατροπή του τότε «Πρωθυπουργού» Σπύρου Μαρκεζίνη και της Χούντας του Γεώργιου Παπαδόπουλου, στα τέλη του Νοέμβρη του 1973, εγκαινίασε ξανά την εχθρική στάση έναντι του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου. Οι σχέσεις Μακαρίου και Ελληνικής χούντας, με αρχηγό τον Παπαδόπουλο, είχαν βελτιωθεί κάπως την περίοδο Αυγούστου- Νοεμβρίου 1973. Ο Παπαδόπουλος, «αποκηρύσσει δημόσια το Γρίβα και τον καλεί να διαλύσει την Ε.Ο.Κ.Α. Β΄», ενώ ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος επισκέπτεται την Αθήνα το Νοέμβριο του 1973 για συνομιλίες με το Σπύρο Μαρκεζίνη.
2) Το πραξικόπημα αποφασίστηκε από τους Φαίδωνα Γκιζίκη, «Πρόεδρο της Δημοκρατίας», Αδαμάντιο Ανδρουτσόπουλο «Πρωθυπουργό», Δημήτριο Ιωαννίδη αρχηγό της χούντας, και το Γρηγόριο Μπονάνο, «Αρχηγό Ενόπλων Δυνάμεων» μετά από εισήγηση και έντονη επιμονή του ίδιου του Ιωαννίδη. Για την εκτέλεση του πραξικοπήματος, είχαν σοβαρότατους ενδοιασμούς ο Μπονάνος, ο Ανδρουτσόπουλος, αλλά και ο Γκιζίκης.
3) Το πραξικόπημα αποφασίστηκε το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Ιούνη και η προετοιμασία του άρχισε αμέσως. Το ίδιο διάστημα γίνεται και η επιλογή των αξιωματικών που θα ηγούνταν του πραξικοπήματος. Tου Μιχαήλ Γιωργίτση, Ταξίαρχου και Κωνσταντίνου Κομπόκη, Συνταγματάρχη. Σύνδεσμος των δύο με την τότε χουντική ηγεσία ο ταγματάρχης Κοντώσης.
4) Ο Στρατηγός Ντενίσης, Διοικητής της Εθνικής Φρουράς, δεν ήταν ενήμερος για τις προθέσεις του Ιωαννίδη για ανατροπή του Μακαρίου. Είχε υποψιαστεί όμως ενέργεια κατά του Μακαρίου, για το λόγο αυτό ζήτησε από το Γιωργίτση να μεταφέρει στους Ιωαννίδη και Μπονάνο την αντίθεσή του για ένα τέτοιο εγχείρημα.
5) Στις 9 Ιουλίου 1974, ημέρα Τρίτη, οι Γιωργίτσης και Κομπόκης καλούν σύσκεψη στην Κύπρο για καθορισμό των λεπτομερειών του πραξικοπήματος. Στη σύσκεψη μετέχουν οι Παναγιώτης Γιαννακόδημος, Επιτελάρχης Γ.Ε.Ε.Φ., Κωνσταντίνος Παπαγιάννης, Υποδιοικητής ΕΛ.ΔΥ.Κ., Γεώργιος Παπαγιάννης, Αντιπλοίαρχος, Διοικητής Ναυτικής Δύναμης Κύπρου, Αντισυνταγματάρχης Λαμπρινός, Επίλαρχος Κορκοντζέλος, Ταγματάρχες Ραυτόπουλος, Δαμασκηνός, Κοντώσης, Ζήνδρος και ο Αντισυνταγματάρχης Λάμπρου με το Διοικητή της 195 μοίρας ελαφρού αντιαεροπορικού πυροβολικού. Στη σύσκεψη αυτή ομόφωνα κρίθηκε ότι το πραξικόπημα δεν έπρεπε να γίνει, κύρια λόγω του κινδύνου εισβολής των Τούρκων.
6) Την επομένη, 10 Ιουλίου, στάλθηκε στην Αθήνα από τους Γιωργίτση και Κομπόκη, ο ταγματάρχης Κοντώσης για να μεταφέρει στους Ιωαννίδη και Μπονάνο τους σοβαρούς ενδοιασμούς των συμμετασχόντων στη σύσκεψη. Ιωαννίδης και Μπονάνος διαβίβασαν στους Γιωργίτση και Κομπόκη ότι το πραξικόπημα έπρεπε να εκτελεστεί γιατί ήταν διαταγή του Αρχηγού Ενόπλων Δυνάμεων και της «Κυβερνήσεως».
7) Ο Μπονάνος, για παραπλάνηση, αλλά και για να μη βρίσκεται στην Κύπρο την ημέρα εκδήλωσης του πραξικοπήματος, κάλεσε στην Αθήνα τον Αρχηγό της Εθνικής Φρουράς, Ντενίση, για σύσκεψη στις 13 Ιουλίου. Στη σύσκεψη – μπλόφα του Μπονάνου κλήθηκαν και ο Συνταγματάρχης Νικολαϊδης, Διοικητής της ΕΛ.ΔΥ.Κ., ο Συνταγματάρχης Μπούρλος Δ/τής του Α-2 Γ.Ε.Ε.Φ. και ο Πρέσβης της Ελλάδος στην Κύπρο, Λαγάκος. Η σύσκεψη-μπλόφα διακόπηκε για τη Δευτέρα 15 Ιουλίου. Δεν έγινε όμως ποτέ. Τη Δευτέρα 15 Ιουλίου, όταν ο Στρατηγός Ντενίσης, πληροφορήθηκε την εκδήλωση του πραξικοπήματος από τον Υπαρχηγό του Α.Ε.Δ., Αντιστράτηγο Κυριακόπουλο, παραιτήθηκε από τη θέση του Α/ΓΕΕΦ.
Αυτή είναι η αλήθεια, για το πώς αποφασίστηκε και εκτελέστηκε το πραξικόπημα της χούντας Ιωαννίδη, στις 15 Ιουλίου 1974, ημέρα Δευτέρα και ώρα 8:15 π.μ., το οποίο υπήρξε μοιραία ο προπομπός της Τουρκικής εισβολής στις 20 Ιουλίου 1974.
Αποτελεί αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα το γεγονός ότι μετά την επικράτηση του πραξικοπήματος από τις δυνάμεις της Εθνικής Φρουράς, που μετείχαν σε αυτό, τη Δευτέρα το πρωί, έσπευσαν προς υποστήριξή του αντιμακαριακές δυνάμεις και υπολείμματα της παράνομης οργάνωσης Ε.Ο.Κ.Α. Β’. Κάτι όμως, που έγινε μετά την εκδήλωση του πραξικοπήματος και αφού αρκετά από τα αντιμακαριακά στοιχεία απελευθερώθηκαν από τις φυλακές όπου εκρατούντο. Χωρίς αυτό να μειώνει την ευθύνη κανενός, ο οποίος συμμετείχε σε τέτοιες παράνομες και αντεθνικές πράξεις.- ΘΑΝΑΣΗΣ ΤΣΩΚΟΣ
- Επίτροπος Δημοκρατικού Συναγερμού
[1]Τα γεγονότα του 1963-64 και η παραχάραξη
Εκείνος που ελέγχει το παρελθόν, ελέγχει το μέλλον.
Τζορτζ Όργουελ
Ασφαλώς τίθεται και το θέμα της ανακίνησης της αναθεώρησης του συντάγματος από τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο και η πολιτική ευθύνη που προκύπτει από αυτή την ενέργεια. Είναι εύκολο εκ των υστέρων να κρίνει κανείς με τα σημερινά δεδομένα ως λανθασμένη την ενέργεια του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου να προτείνει τα γνωστά 13 σημεία συνταγματικής αναθεώρησης. Εντούτοις στην ανακίνηση της συνταγματικής αυτής αλλαγής συμφωνούσαν τότε και οι Άγγλοι οι οποίοι ανέλαβαν μάλιστα να βολιδοσκοπήσουν σχετικά την Άγκυρα. Μόνο όταν η προσπάθεια απέτυχε, το Λονδίνο προσπάθησε να βγάλει την ουρά του απέξω. Τα έγγραφα όμως του Φόρεϊν Όφις επιβεβαιώνουν ότι ο Μακάριος διαπραγματεύτηκε τα 13 σημεία πρώτα με το Λονδίνο, πριν τα υποβάλει στην τουρκοκυπριακή πλευρά. Και μόνο κάποιοι του κυπριακού πολιτικο-κατεστημένου όπως ο Πολύβιος Γ. Πολυβίου που διαδραματίζει και σήμερα πρωτεύοντα ρόλο ως σύμβουλος του Νίκου Αναστασιάδη, αθωώνει στα βιβλία του τους Άγγλους, ρίχνοντας όλη την ευθύνη στον Μακάριο. Σ.γ. Άρα η εμφυλιοκαταστροφική τακτική εξακολουθεί μέχρι σήμερα εις βάρος όλων των Ελλήνων και προς δόξαν του ξένου παράγοντα.
Ο λαοπρόβλητος ηγέτης. Τον έφαγαν κατά Θανάση Στριγά με τσίμπημα βελόνας που του προκάλεσε έμφραγμα
Ο Μακάριος υπέβαλε απλώς προτάσεις στους Τουρκοκύπριους
ΑΝΑΦΕΡΘΗΚΕ επίσης τελευταία ότι ο Μακάριος ανακίνησε τάχα με τις προτάσεις του θέμα Ένωσης. Άλλοι δε είπαν και έγραψαν ότι αφαιρούσε δικαιώματα από τους Τουρκοκυπρίους. Η προπαγάνδα όμως έχει και τα όριά της. Ο Αρχιεπίσκοπος υπέβαλεν απλώς προτάσεις στους Τουρκοκυπρίους για συζήτηση και τίποτε περισσότερο. Το θέμα της ΄Ενωσης ανακινήθηκε πολύ πιο ύστερα, όταν ο Γεώργιος Παπανδρέου κέρδισε τις εκλογές στην Ελλάδα και είχε ήδη ξεσπάσει η τουρκοκυπριακή ανταρσία, το Κυπριακό είχε ξανά διεθνοποιηθεί, βρισκόταν ενώπιον των Ηνωμένων Εθνών και ανεζητείτο ξανά λύση του. Τότε, με τη σύμφωνη γνώμη όλου του πολιτικού κόσμου της Κύπρου και της Ελλάδας, τέθηκε ξανά το θέμα της Ένωσης. Και είναι γνωστόν ότι στενοί συνεργάτες του Παπανδρέου μεταξύ των οποίων και ο κυπριακής καταγωγής υφυπουργός Παιδείας Λουκής Ακρίτας, συνηγόρησαν τότε στην ανακίνηση του θέματος της Ενώσεως. Κάποιοι από τους όψιμους σημερινούς επικριτές της γραμμής αυτής που υιοθετήθηκε τότε, ανήκαν μάλιστα στη λεγόμενη Ενωτική Παράταξη και ήταν από αυτούς που κατηγορούσαν τον Μακάριο ως ανθενωτικό για τη ζυριχική πολιτική του. Να υπενθυμίσω εδώ, ότι ακόμη και το 1967, η Κυπριακή Βουλή, ομόφωνα ενέκρινε ψήφισμα υπέρ της Ένωσης, του ΑΚΕΛ συμμετέχοντος, αν όχι και πρωτοστατούντος. Να υπενθυμίσω ακόμη ότι για τα γεγονότα του ’63-’64, όλοι, συμπεριλαμβανομένου του ΑΚΕΛ, μιλούσαν για τουρκανταρσία και αναλύονταν σε διθυράμβους γι’αυτούς που σήμερα κατηγορούν ως άτακτους που σκότωναν, λένε σήμερα, Τουρκοκύπριους χωρίς κανένα λόγο! Scripta manent!
Είναι πολλά πράγματα που μπορούν ακόμη να λεχθούν για την περίοδο αυτή και που είναι αδύνατο όμως να συμπεριληφθούν σε ένα σύντομο άρθρο, στο οποίο ήδη έχω μακρηγορήσει. Ασφαλώς και μπορούν να αποδοθούν κάθε είδους ευθύνες σε πολλούς για την περίοδο αυτή, του Μακαρίου συμπεριλαμβανομένου –και ο γράφων δεν παρέλειψε να το κάνει κατ’ επανάληψη– αλλά ο ιστορικός οφείλει τουλάχιστον να σέβεται τα γεγονότα και στην ερμηνεία τους να λαμβάνει υπόψη τη χρονικότητα κατά την οποία διαδραματίστηκαν. Ούτε και είναι δυνατόν η ερμηνεία των γεγονότων της εποχής εκείνης να μπαίνει σήμερα στο κρεβάτι του Προκρούστη για την εξυπηρέτηση κάθε είδους πολιτικών σκοπιμοτήτων παραγράφοντας τα δεδομένα μιας άλλης εποχής, το ρόλο της Άγκυρας και αυτό του ΝΑΤΟ και των Αγγλοαμερικανών.
Διότι αυτό που κάνουν κάποιοι είναι να τοποθετούν ως αφετηρία της ιστορίας τον ιδεολογικό τους αχταρμά, παραγνωρίζοντας ή παραμορφώνοντας τα πραγματολογικά στοιχεία.
* Ο Στέφανος Κωνσταντινίδης είναι καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Κεμπέκ του Καναδά και επιστημονικός συνεργάτης του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα
Πρόσφατα Σχόλια