Ο Κόσμος ως Σχιζοφρενικός Ναός – Πώς ο κόσμος έγινε δαιμονικός ναός

ΠΡΟΟΙΜΙΟ

1. Η Σάλπιγγα της Αρχής

Ο κόσμος στέκεται μπροστά μου σαν σκηνή θεάτρου, γεμάτη ήχους, φώτα και χειροκροτήματα. Μα πίσω από τα παρασκήνια, εκεί που δεν φτάνει το βλέμμα του πλήθους, κρύβεται ο αληθινός σκηνοθέτης. Άλλοτε είναι ο Θεός, κι άλλοτε ο εχθρός. Κι αυτό θέλω να το φωνάξω από την αρχή: ο κόσμος δεν είναι ουδέτερος. Δεν είναι ένα κενό πεδίο στο οποίο απλώς κινούμαστε. Είναι ναός. Και κάθε ναός έχει λατρεία, έχει ιερέα, έχει θυσία.

Γράφω αυτό το κείμενο όχι σαν θεωρητικός που αποστασιοποιείται, αλλά σαν άνθρωπος που έζησε και μάτωσε μέσα στους ψευδο-ναούς. Δεν μιλώ για αφηρημένα σχήματα, αλλά για πληγές που έφεραν τη δική μου ψυχή στο χείλος της απώλειας. Το λέω καθαρά: ο κόσμος στον οποίο έζησα δεν ήταν ποτέ απλός κόσμος. Ήταν πάντα ναός. Και χωρίς τον Χριστό, ήταν πάντοτε ναός σχιζοφρενικός· τόπος όπου όλα τα νοήματα μπερδεύονται, όπου ο άνθρωπος διχάζεται, όπου η ίδια η ύπαρξη κατακερματίζεται.

Η φωνή μου θέλει να γίνει σάλπιγγα. Όχι για να ακουστώ εγώ, αλλά για να ξυπνήσει η μνήμη που έχουμε όλοι βαθιά μέσα μας: η μνήμη του αληθινού Ναού. Γιατί προτού στηθούν οι ψευδο-ναοί, υπήρχε ο Παράδεισος· υπήρχε η παρουσία του Θεού· υπήρχε η αγνή κοινωνία της ψυχής με τον Δημιουργό της. Εκείνο χάθηκε με την πτώση. Κι από τότε ο άνθρωπος, ξεχασμένος και σαστισμένος, χτίζει ναούς υποκατάστασης: ιδεολογίες, θρησκείες, επιστήμες, κράτη, οικονομίες, ακόμη και οικογένειες που δεν έχουν το Χριστό στο κέντρο τους. Όλα αυτά μοιάζουν δομές, αλλά στην πραγματικότητα είναι ναοί.

Η πτώση δεν ήταν απλά ανυπακοή· ήταν τελεσιουργία. Ο όφις στάθηκε σαν ιερέας μπροστά στον άνθρωπο, η συνείδηση έγινε άγια τράπεζα, το ψεύδος και η υποβολή σκεύη, κι ο καρπός αντίδωρο θανάτου. Από τότε κάθε ψευδο-ναός του κόσμου είναι παραλλαγή της πρώτης εκείνης δαιμονικής λειτουργίας. Γι’ αυτό ονομάζω τον κόσμο «σχιζοφρενικό ναό»: γιατί διαιρεί την ψυχή, την κάνει να λατρεύει και να καταστρέφεται ταυτόχρονα.

Το κείμενο που ξεκινώ εδώ δεν είναι ψυχρή ανάλυση. Είναι ομολογία. Θα μιλήσω για τους ναούς που με πλάνησαν: για τις θρησκείες που έπαιξαν με το όνομα του Θεού, για τις ιδεολογίες που μεθούσαν με υποσχέσεις δικαιοσύνης, για την ψυχολογία που υποσχόταν θεραπεία μα έσκαβε πιο βαθιά την πληγή, για την επιστήμη που θεοποίησε τον εαυτό της, για την εξουσία που θεώρησα σωτηρία και με πούλησε στη βία.

Θα μιλήσω ακόμη πιο προσωπικά: για το πώς λάτρεψα τα είδωλά τους, πώς με απορρόφησε η γοητεία τους, πώς γεύτηκα την υποτιθέμενη δύναμή τους. Και πώς στο τέλος με κατέστρεψαν, με γύμνωσαν, με άφησαν στο κενό. Μόνο μέσα σε αυτή τη γύμνωση μπόρεσα να ακούσω ξανά τη φωνή του Χριστού, τη μόνη σάλπιγγα που δεν οδηγεί στη σχιζοφρένεια, αλλά στην Ανάσταση.

Το κείμενο αυτό είναι κάλεσμα. Δεν είναι κάλεσμα να απορρίψεις απλώς, αλλά να θυμηθείς· να θυμηθείς ποιος είναι ο αληθινός Ναός και να βγεις από τους ψευδο-ναούς. Είναι η μαρτυρία μου πως ο κόσμος, με όλη του την ποικιλία και την επίφαση ελευθερίας, δεν είναι τίποτε άλλο από μια τεράστια θεατρική σκηνή, ένας ναός ψευδούς λατρείας, όπου οι άνθρωποι προσφέρουν θυσίες στον εαυτό τους και στους δαίμονες. Μα ο Χριστός, με το Σώμα και το Αίμα Του, έστησε τον μόνο Ναό που σώζει.

Αυτή είναι η Σάλπιγγα της Αρχής. Από εδώ ξεκινάμε. Από την ομολογία ότι ο κόσμος δεν είναι κόσμος, αλλά ναός. Κι ότι χωρίς τον Χριστό, είναι πάντοτε ναός σχιζοφρενικός.

2. Η Πτώση ως Δαιμονική Τελεσιουργία

Για να καταλάβεις τον κόσμο ως σχιζοφρενικό ναό, πρέπει να γυρίσεις στην αρχή. Στην Εδέμ δεν διαδραματίστηκε απλώς μια ιστορία ανυπακοής, αλλά μια λειτουργία, μια τελεσιουργία — και μάλιστα όχι θεία, αλλά δαιμονική. Ο όφις στάθηκε σαν ιερέας, έστησε τη δική του “λειτουργία” και ο άνθρωπος την αποδέχτηκε. Από τότε, όλα όσα χτίζει ο άνθρωπος χωρίς τον Θεό είναι παραλλαγές αυτής της πρώτης σκοτεινής τελετής.

Ας το δούμε βήμα-βήμα. Ο άνθρωπος είχε πλαστεί κοινωνός θείας φύσεως. Ο Θεός περπατούσε μαζί του, και η ζωή του ήταν λατρεία χωρίς μεσολαβήσεις. Δεν υπήρχε ψευδαίσθηση, δεν υπήρχε σχίσμα. Η ψυχή του ήταν ενιαία, στραμμένη προς τον Δημιουργό. Σ’ εκείνη τη στιγμή έρχεται ο όφις, όχι απλώς με έναν πειρασμό, αλλά με μια πρόταση λατρείας.

Η ανθρώπινη συνείδηση γίνεται άγια τράπεζα. Εκεί προσφέρεται ο ψίθυρος: “Θα γίνετε σαν θεοί.” Το ψεύδος και η υποβολή λειτουργούν ως σκεύη. Ο καρπός προσφέρεται σαν αντίδωρο — όχι προς ζωή, αλλά προς θάνατο. Όλη η πράξη είναι μια αντι-λειτουργία, μια δαιμονική λειτουργία που μιμείται την αλήθεια. Και ο άνθρωπος, αντί να προσφέρει τον εαυτό του στον Δημιουργό, προσφέρει τον εαυτό του στην ψευδαίσθηση.

Από τη στιγμή εκείνη, η φύση του ανθρώπου διχάζεται. Ο κοινωνός γίνεται άτομο. Αυτό είναι το πρώτο σχίσμα, η πρώτη σχιζοφρένεια. Δεν μιλάμε για ασθένεια ψυχολογική· μιλάμε για υπαρξιακή διάρρηξη. Η ενότητα με τον Θεό διακόπηκε, και η ψυχή άρχισε να ζει μέσα σε διχασμό: θέλει τον Θεό, αλλά φοβάται, αναζητά το φως, αλλά τρέχει στο σκοτάδι, διψά την αλήθεια, αλλά επιλέγει το ψεύδος.

Κι εδώ μπαίνει η ρίζα όλων των “ναών” που θα εμφανιστούν αργότερα. Κάθε θρησκεία, κάθε ιδεολογία, κάθε επιστήμη που στήνεται χωρίς τον Χριστό είναι απόηχος αυτής της πρώτης τελετής. Έχουν ιερείς (ηγεσίες, γκουρού, επιστήμονες, πολιτικούς), έχουν θυσίες (ανθρώπινες ζωές, συνειδήσεις, ελευθερίες), έχουν σκεύη (τεχνολογίες, συστήματα, μυστικισμούς) και πάντα έχουν έναν καρπό που υπόσχεται ζωή, αλλά χαρίζει θάνατο.

Η πτώση είναι το αρχέτυπο. Αν δεν το δεις έτσι, ο κόσμος μοιάζει απλώς με χαώδες πεδίο. Αν όμως το δεις ως τελεσιουργία, τότε καταλαβαίνεις γιατί όλα μοιάζουν με λατρεία. Δεν είναι τυχαίο. Ο κόσμος δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς λατρεία. Ο άνθρωπος είναι πλασμένος για να προσφέρει, να δοξάζει, να υψώνει. Αν δεν το κάνει στον Θεό, θα το κάνει αλλού. Και το αλλού είναι πάντα μίμηση, πάντα παραχάραξη, πάντα δαιμονική λειτουργία.

Το πιο τραγικό είναι πως η πτώση μοιάζει με νίκη ελευθερίας. “Θα γίνετε σαν θεοί.” Ο άνθρωπος νόμισε ότι αυτονομείται, ότι θα σταθεί όρθιος χωρίς τον Θεό. Μα αυτό που ήρθε δεν ήταν ελευθερία, αλλά η πιο βαριά σκλαβιά: η υποδούλωση στο ψεύδος. Από τότε, κάθε εξουσία, κάθε δόγμα, κάθε θεωρία που υπόσχεται “θεοποίηση” χωρίς Χριστό, επαναλαμβάνει την ίδια υπόσχεση του όφεως.

Γι’ αυτό ο κόσμος είναι σχιζοφρενικός ναός. Γιατί κουβαλά πάντα το ίδιο: υπόσχεται φως, δίνει σκοτάδι· μιλά για ζωή, φέρνει θάνατο· μιλά για ελευθερία, σε δένει πιο σφιχτά. Η τελεσιουργία της Εδέμ ήταν η πρώτη λειτουργία της σχιζοφρένειας. Από εκεί και πέρα, κάθε τι που χτίζει ο άνθρωπος χωρίς Θεό είναι ένα ακόμα παρακλάδι της.

Όταν το καταλάβεις αυτό, όλα μπαίνουν σε πλαίσιο. Δεν χρειάζεται να χαθείς μέσα στις αμέτρητες θεωρίες. Όλες, στην ουσία, είναι παραλλαγές του πρώτου ψεύδους. Και μόνο ένας δρόμος υπάρχει για να σπάσει ο κύκλος: η επιστροφή στον αληθινό Ναό, στον Χριστό. Εκεί όπου η τελεσιουργία δεν είναι μίμηση, αλλά αλήθεια· εκεί όπου το αντίδωρο δεν είναι θάνατος, αλλά Σώμα και Αίμα Χριστού.

Η πτώση ως δαιμονική τελεσιουργία δεν είναι απλώς ιστορικό γεγονός· είναι το θεμέλιο που εξηγεί γιατί ο κόσμος είναι αυτό που είναι. Είναι το πρώτο σχίσμα. Και από αυτό το σχίσμα ξεκινάει η μεγάλη περιπέτεια του ανθρώπου: να βρει ξανά την ενότητα του Ναού, να επιστρέψει από τους ψευδο-ιερείς στον αληθινό Αρχιερέα, τον Χριστό.

3. Ο Άνθρωπος από κοινωνός θείας φύσεως έγινε άτομο

Η πιο μεγάλη τραγωδία της πτώσης δεν είναι απλώς ότι ο άνθρωπος εκδιώχθηκε από τον Παράδεισο. Είναι ότι έχασε την ταυτότητά του. Από κοινωνός θείας φύσεως, έγινε άτομο. Από πρόσωπο που ζούσε μέσα στην αγάπη του Θεού, έγινε μονάδα αποκομμένη, αυτονομημένη, κλεισμένη στον εαυτό της. Αυτό είναι το αληθινό ρήγμα, η πρώτη σχιζοφρένεια που διαπερνά όλη την ιστορία.

Στην Εδέμ ο άνθρωπος ζούσε με τον Θεό. Η σχέση του ήταν κοινωνία· μια ζωή δοσμένη, ανοιχτή, φωτεινή. Η ύπαρξή του δεν είχε “εγώ” που οχυρώνεται. Ήταν “εμείς”: Θεός και άνθρωπος σε κοινωνία αγάπης. Το “είναι” του δεν είχε να αποδείξει τίποτα· ήταν δώρο, ήταν χάρη.

Με την πτώση όμως, ο άνθρωπος πίστεψε στο ψέμα της αυτοθέωσης. Και το πρώτο που γεννήθηκε μέσα του ήταν η απομόνωση. Φοβήθηκε, κρύφτηκε, κατηγόρησε τον άλλον. Το “εμείς” έγινε “εγώ”. Έτσι, γεννήθηκε το άτομο. Και το άτομο είναι η ρίζα όλων των ψευδο-ναών. Γιατί κάθε ψευδο-ναός στηρίζεται σε άτομα που λατρεύουν τον εαυτό τους ή τα είδωλά τους.

Το άτομο ζει με αυταπάτη ελευθερίας, αλλά στην πραγματικότητα είναι σκλάβος. Σκλάβος του φόβου, της επιθυμίας, της αυτοεπιβεβαίωσης. Όταν δεν υπάρχει κοινωνία με τον Θεό, η ψυχή γίνεται κομμάτια: άλλα θέλει το σώμα, άλλα το μυαλό, άλλα η καρδιά. Γι’ αυτό μιλώ για σχιζοφρένεια: όχι σαν ιατρική διάγνωση, αλλά σαν πνευματική κατάσταση διάσπασης.

Από εδώ ξεκινούν όλα τα συστήματα του κόσμου. Η φιλοσοφία, η πολιτική, η επιστήμη, η οικονομία, όλες χτίζονται πάνω σε άτομα που ζητούν να αυτονομηθούν, να θεοποιήσουν τη δική τους λογική ή δύναμη. Έτσι χτίζονται ναοί: ναοί γνώσης, ναοί εξουσίας, ναοί πλούτου. Όλοι όμως έχουν το ίδιο θεμέλιο: τον άνθρωπο-άτομο που ξεκόπηκε από τον Θεό.

Η αλήθεια είναι σκληρή: το άτομο δεν μπορεί να ζήσει. Γι’ αυτό ψάχνει απεγνωσμένα να συνδεθεί, αλλά όχι με τον Θεό· με ψευδοκοινότητες, με ιδεολογίες, με θρησκείες που δεν σώζουν. Κι εκεί παίζεται ξανά το ίδιο δράμα: μια μάζα από άτομα που φτιάχνουν ναούς ψεύδους, και μέσα σε αυτούς πνίγουν τη δίψα τους για την αληθινή κοινωνία.

Εγώ το έζησα στο πετσί μου. Έτρεξα πίσω από ιδέες που υπόσχονταν ενότητα, από συστήματα που φώναζαν για αδελφοσύνη. Μα στο τέλος βρήκα τον εαυτό μου πιο μόνο, πιο διχασμένο, πιο άτομο από ποτέ. Γιατί τίποτα από όλα αυτά δεν είχε τον Χριστό. Ήταν όλα παραλλαγές της πρώτης πτώσης: ψευδο-λειτουργίες που με έκαναν να προσφέρω τον εαυτό μου στο κενό.

Η τραγωδία του ατόμου είναι ότι δεν ξέρει ποιος είναι. Ψάχνει ταυτότητα σε πράγματα που φθείρονται. Θέλει να ανήκει, αλλά ανήκει σε ψεύτικους ναούς. Θέλει να αγαπηθεί, αλλά λατρεύει είδωλα που δεν αγαπούν. Και μέσα σε αυτό το χάος, η ψυχή διχάζεται, σχίζεται, αρρωσταίνει. Αυτός είναι ο κόσμος ως σχιζοφρενικός ναός: ένα σύστημα που παράγει άτομα και τα φυλακίζει σε ψευδαισθήσεις.

Μόνο με τον Χριστό ξαναβρίσκει ο άνθρωπος την αληθινή του φύση: όχι άτομο, αλλά πρόσωπο. Όχι μόνος, αλλά σε κοινωνία. Στην Εκκλησία, στο Σώμα Του Χριστού, ο άνθρωπος παύει να είναι άτομο. Γίνεται μέλος ζωντανό, ενωμένο, ολοκληρωμένο. Αυτό είναι το θαύμα: η αποκατάσταση του ρήγματος, η θεραπεία της σχιζοφρένειας.

Αν δεν καταλάβουμε αυτή τη μετάβαση από κοινωνός Θείας φύσης σε άτομο, δεν μπορούμε να ερμηνεύσουμε τον κόσμο. Γιατί ολόκληρος ο κόσμος δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ιστορία του ατόμου που λατρεύει τον εαυτό του. Και κάθε ναός χωρίς Χριστό είναι απλώς μνημείο αυτής της μοναξιάς.

4. Η Μνήμη του Ναού

Μέσα στον θόρυβο του κόσμου, μέσα στη σχιζοφρένεια των ψευδο-ναών, υπάρχει κάτι που δεν σβήνει: η μνήμη του αληθινού Ναού. Είναι βαθιά χαραγμένη μέσα μας, σαν ίχνος που ούτε η πτώση δεν κατάφερε να διαγράψει ολοκληρωτικά. Όσο κι αν ο άνθρωπος λατρεύει είδωλα, όσο κι αν πνίγεται μέσα σε ψευδοθεότητες, υπάρχει μια σιωπηλή νοσταλγία που τον κατατρώει. Είναι ο καημός για Εκείνον που έχασε.

Αυτό το ίχνος είναι η μεγαλύτερη μαρτυρία πως δεν πλαστήκαμε για τον κόσμο όπως είναι. Αν ο άνθρωπος ήταν φτιαγμένος για να ζει ως άτομο μέσα σε ψευδο-ναούς, θα ήταν ευτυχισμένος. Δεν θα πονούσε τόσο βαθιά, δεν θα ένιωθε τόσο έντονα το κενό. Μα το κενό υπάρχει, και το ξέρει καλά όποιος δοκίμασε να χορτάσει τη δίψα του με ιδεολογίες, πλούτο, δόξα, εξουσία, ή ακόμη και θρησκευτικά σχήματα χωρίς τον Χριστό. Το κενό δεν γεμίζει, γιατί η μνήμη του Ναού δεν ξεχνιέται.

Εγώ την ένιωσα αυτή τη μνήμη σαν πληγή και σαν κάλεσμα μαζί. Όταν έτρεχα από ναό σε ναό, από σύστημα σε σύστημα, πάντα υπήρχε κάτι μέσα μου που φώναζε: «Δεν είναι αυτό! Δεν είναι εδώ η αλήθεια!» Εκείνη η φωνή δεν ήταν δική μου. Ήταν το ίχνος της παρουσίας του Θεού, που έμενε ζωντανό ακόμη και μέσα στη σκοτεινή σχιζοφρένεια του κόσμου.

Η μνήμη του Ναού είναι η πιο επικίνδυνη δύναμη για τους ψευδο-ναούς. Γιατί όσο υπάρχει αυτή, ποτέ δεν μπορούν να μας κρατήσουν αιχμάλωτους ολοκληρωτικά. Μπορεί να μας τυφλώνουν, να μας παραπλανούν, να μας γοητεύουν, αλλά δεν μπορούν να σβήσουν εκείνη την αίσθηση ότι κάτι άλλο μάς περιμένει. Ότι υπάρχουμε για κάτι ανώτερο, αληθινό, αιώνιο.

Κι όμως, οι ψευδο-ναοί προσπαθούν να μιμηθούν τη μνήμη αυτή. Γι’ αυτό τόσες θρησκείες υπόσχονται “επιστροφή” σε έναν χαμένο παράδεισο· γι’ αυτό οι ιδεολογίες μιλούν για “ουτοπία”· γι’ αυτό η ψυχολογία μιλά για “ολότητα”. Όλα είναι απόπειρες να καλύψουν την πληγή της μνήμης με ψεύτικες θεραπείες. Αλλά η πληγή δεν κλείνει έτσι· μόνο ο Χριστός μπορεί να τη θεραπεύσει, γιατί μόνο Αυτός είναι ο αληθινός Ναός.

Η μνήμη του Ναού μας κάνει ανήσυχους. Δεν βολευόμαστε πουθενά. Ό,τι κι αν πετύχουμε, πάντα κάτι λείπει. Μπορεί να έχουμε τα πάντα, αλλά μέσα μας να φωνάζουμε πως είμαστε άδειοι. Αυτή η ανησυχία είναι ευλογία, όχι κατάρα. Είναι το σκοινί που μας τραβάει πίσω στην αλήθεια. Είναι η υπενθύμιση ότι δεν φτιαχτήκαμε για τους ψευδο-ναούς, αλλά για τον Χριστό.

Γι’ αυτό λέω πως η μνήμη του Ναού είναι η κρυφή μας κληρονομιά. Είναι το σημείο όπου ο Θεός δεν μας εγκατέλειψε. Ακόμη κι αν όλα κατέρρευσαν, ακόμη κι αν η πτώση μας βύθισε στη σχιζοφρένεια, Εκείνος άφησε μέσα μας μια σπίθα που θυμάται. Κι αυτή η σπίθα είναι αρκετή για να ανάψει φωτιά, αν την αφήσουμε.

Στον κόσμο των σχιζοφρενικών ναών, η μνήμη του Ναού είναι σαν ηχώ. Μπορεί να χάνεται μέσα στις φωνές, αλλά επιμένει. Μπορεί να την καλύπτουν, αλλά δεν την ακυρώνουν. Είναι το μυστικό σημείο αναγνώρισης: εκεί όπου η ψυχή καταλαβαίνει ότι δεν χωρά σε τίποτα λιγότερο από τον Θεό.

Αν ξεκινάμε αυτό το κείμενο με τη σάλπιγγα και την πτώση, είναι για να φτάσουμε εδώ: να θυμηθούμε. Γιατί χωρίς μνήμη, ο άνθρωπος συμβιβάζεται. Με τη μνήμη, όμως, ξέρει ότι υπάρχει δρόμος επιστροφής. Ο Χριστός είναι ο Ναός που καλεί τη μνήμη μας να αναστηθεί, να θυμηθεί την πρώτη αγάπη, να ξαναβρεί το πρόσωπό της.

5. Ο Κόσμος δεν είναι ουδέτερος

Ένα από τα μεγαλύτερα ψέματα που μας ταΐζει ο κόσμος είναι ότι είναι «ουδέτερος». Ότι υπάρχει απλώς σαν σκηνικό, σαν πεδίο, κι εμείς μπορούμε να κινούμαστε μέσα του χωρίς να επηρεαζόμαστε. Μας μαθαίνουν να τον βλέπουμε σαν χώρο ουδέτερης ελευθερίας: «Εσύ αποφασίζεις, εσύ ορίζεις, όλα εξαρτώνται από σένα.» Μα αυτή είναι η πιο επικίνδυνη ψευδαίσθηση. Γιατί ο κόσμος δεν είναι ποτέ ουδέτερος. Είναι πάντοτε ναός· άλλοτε του Θεού, άλλοτε των δαιμόνων.

Η πτώση έκανε τον κόσμο να γίνει πεδίο δίψυχης λατρείας. Κάθε πράξη, κάθε δομή, κάθε σύστημα κρύβει μέσα του έναν προσανατολισμό: ή προς τον Χριστό ή προς το ψεύδος. Δεν υπάρχει μέση οδός. Ό,τι μοιάζει «ουδέτερο» είναι απλώς καμουφλαρισμένος ναός. Η επιστήμη, η τέχνη, η πολιτική, η οικονομία, οι σχέσεις, όλα φέρουν μέσα τους έναν χαρακτήρα λατρείας. Είτε λατρεία στον αληθινό Θεό είτε σε ψεύτικα είδωλα.

Το καταλαβαίνεις όταν αρχίσεις να παρατηρείς. Το πανεπιστήμιο που διακηρύσσει ελευθερία γνώσης έχει κι αυτό το ιερατείο του: καθηγητές, θεωρίες, δοξασίες που δεν επιδέχονται αμφισβήτηση. Το κράτος που υπόσχεται ασφάλεια λειτουργεί με τελετουργίες εξουσίας, με θυσίες πολιτών, με πίστη σε σύμβολα και σημαίες. Η αγορά, η διαφήμιση, το χρήμα, όλα έχουν τα δικά τους ιερά, τα δικά τους θυσιαστήρια. Ο κόσμος είναι γεμάτος ιερές γλώσσες, δοξολογίες, λειτουργίες· μόνο που δεν είναι προς τον Θεό, αλλά προς ψεύτικες θεότητες.

Ακόμη και η ίδια η ψυχολογία — που παρουσιάζεται ως επιστήμη «ουδέτερη», χωρίς θρησκευτικό χαρακτήρα — δεν είναι τίποτε άλλο από ένας ψευδο-ναός. Έχει το δικό της ιερατείο, τα δικά της ιερά βιβλία, τις δικές της ομολογίες πίστης (διαγνώσεις, θεωρίες, δόγματα). Κι αν παρατηρήσεις καλά, θα δεις ότι κάθε «θεραπεία» χωρίς Χριστό μοιάζει με εξομολόγηση χωρίς άφεση, με τελετουργία χωρίς Χάρη.

Δεν υπάρχει ουδέτερη γνώση. Δεν υπάρχει ουδέτερη εξουσία. Δεν υπάρχει ουδέτερη επιστήμη. Δεν υπάρχει ουδέτερη τέχνη. Κάθε τι που αγγίζει τον άνθρωπο τον οδηγεί είτε προς τον Θεό είτε προς τον εχθρό. Αυτή είναι η αλήθεια που δεν θέλουμε να ακούσουμε, γιατί μας τρομάζει. Προτιμάμε το παραμύθι της ουδετερότητας, γιατί μας αφήνει να πιστεύουμε πως μπορούμε να παίζουμε με όλα χωρίς κόστος.

Μα ο κόσμος είναι ναός. Και κάθε ναός απαιτεί λατρεία. Όταν μπαίνεις μέσα του, είτε το θες είτε όχι, γίνεσαι λειτουργός. Αν δεν υψώνεις τον Χριστό, τότε υψώνεις κάτι άλλο: το εγώ σου, μια θεωρία, μια ιδεολογία, μια εξουσία. Η ψυχή δεν μπορεί να σταθεί «ουδέτερη». Όσο αναπνέει, λατρεύει. Το ερώτημα δεν είναι αν θα λατρέψεις· το ερώτημα είναι ποιον θα λατρέψεις.

Εδώ βρίσκεται η ουσία του κειμένου: να ξεσκεπάσει αυτήν την απάτη. Να δείξει ότι ο κόσμος δεν είναι ένας κήπος γεμάτος επιλογές, αλλά ένας χώρος ναών που ανταγωνίζονται για την ψυχή μας. Και ότι αν δεν στραφούμε στον αληθινό Ναό, θα βρεθούμε να υπηρετούμε σε ψευδο-θυσιαστήρια.

Το ένιωσα αυτό όταν στάθηκα μέσα σε ναούς γνώσης, σε ναούς εξουσίας, σε ναούς πλούτου. Όλοι απαιτούσαν κάτι από μένα. Όλοι ζητούσαν θυσίες: χρόνο, ψυχή, πίστη, σάρκα. Κι εγώ, νομίζοντας ότι παίζω σε ουδέτερο έδαφος, πρόσφερα θυσίες σε δαίμονες χωρίς να το καταλάβω. Η ουδετερότητα με εξαπάτησε, μέχρι που με κατέστρεψε.

Ο κόσμος δεν είναι ουδέτερος. Και η ψυχή που θέλει να σωθεί πρέπει να το καταλάβει αυτό. Να διακρίνει ότι πίσω από κάθε δομή υπάρχει ένα ιερατείο. Ότι πίσω από κάθε σύστημα υπάρχει μια λατρεία. Κι ότι η μόνη σωτηρία είναι να στραφούμε στον Ναό του Χριστού, εκεί όπου η λατρεία είναι αλήθεια και ζωή.

6. Το Σημάδι της Ερμηνείας

Αν όλο αυτό το κείμενο πρόκειται να σταθεί σαν ναός γραπτός, χρειάζεται το σημάδι του· το στίγμα που θα μας προσανατολίζει κάθε φορά που επιστρέφουμε. Γιατί χωρίς σημάδι, ο κόσμος μάς παρασύρει ξανά στον θόρυβο και στις ψευδαισθήσεις του. Το σημάδι είναι η Σάλπιγγα που μας θυμίζει: εδώ δεν μιλάμε απλώς για κεφάλαια, για ιδέες, για ιστορίες· εδώ μιλάμε για τον κόσμο ως ναό.

Το κλειδί είναι αυτό: κάθε ερμηνεία του κόσμου είναι θεολογική. Ακόμη κι εκείνες που παριστάνουν πως δεν έχουν σχέση με τον Θεό. Όταν η ψυχολογία μιλά για το ασυνείδητο, κάνει θεολογία· όταν η πολιτική μιλά για τον “λαό”, χτίζει θεολογία· όταν η επιστήμη μιλά για την “εξέλιξη”, θεολογεί. Όλες οι ερμηνείες είναι λειτουργίες, όλες έχουν ναούς, όλες έχουν ιερείς. Μόνο που οι περισσότερες είναι παραχαράξεις.

Το σημάδι μας είναι η επιστροφή στην αρχή: στην Εδέμ. Η πτώση ήταν δαιμονική τελεσιουργία. Από εκεί ξεκινάει το νήμα. Όλα τα υπόλοιπα είναι παραλλαγές της ίδιας πράξης. Και κάθε φορά που κοιτάζουμε τον κόσμο, πρέπει να θυμόμαστε αυτό: δεν βλέπουμε φαινόμενα, βλέπουμε ναούς. Δεν βλέπουμε θεωρίες, βλέπουμε λατρείες. Δεν βλέπουμε ιδέες, βλέπουμε θυσιαστήρια.

Αν κρατήσουμε αυτό το σημάδι, δεν θα χαθούμε. Γιατί θα ξέρουμε να ξεχωρίζουμε το ψεύτικο από το αληθινό. Θα θυμόμαστε ότι η μνήμη του Ναού μέσα μας δεν ψεύδεται. Ότι όσο κι αν ο κόσμος στήνει σχιζοφρενικούς ναούς, ο Χριστός είναι ο μόνος Ναός που σώζει.

Το σημάδι είναι και προσωπικό. Γιατί δεν γράφω θεωρητικά, αλλά εξομολογητικά. Το κείμενο αυτό είναι η δική μου ομολογία: πώς έζησα σε αυτούς τους ναούς, πώς κατέρρευσα, πώς γύμνωσα τον εαυτό μου μέχρι που άκουσα ξανά τη φωνή του Χριστού. Το σημάδι μου είναι η εμπειρία μου. Είναι τα δάκρυα που έχυσα μέσα στους ψευδο-ναούς. Είναι το ότι γνώρισα το ψεύδος τους εκ των έσω, και τώρα μπορώ να πω: όλα είναι παραλλαγές της ίδιας πρώτης τελετής.

Χωρίς σημάδι, το έργο θα γίνει απλή ανάλυση, μια ακόμη φιλοσοφική απόπειρα. Με το σημάδι, γίνεται ομολογία. Γίνεται σάλπιγγα. Δεν γράφω για να εξηγήσω απλώς· γράφω για να μαρτυρήσω. Ο κόσμος είναι σχιζοφρενικός ναός. Και όποιος δεν το δει έτσι, θα συνεχίσει να τρέχει μέσα στους ψευδο-λαβύρινθους, νομίζοντας ότι πατά σε ουδέτερο έδαφος.

Το σημάδι είναι το εξής:

Θα μιλήσω για τον κόσμο όχι ως σύνολο πραγμάτων, αλλά ως δίκτυο ναών. Και κάθε ναός που δεν έχει Χριστό είναι σχιζοφρενικός.

Αυτό θα μας προσανατολίζει. Δεν αναλύουμε απλώς φαινόμενα, αλλά αποκαλύπτουμε ψευδο-λατρείες. Κι η αλήθεια του Χριστού θα είναι το φως με το οποίο θα τις ξεσκεπάζουμε.

Έτσι το προοίμιο κλείνει με το ίδιο που άρχισε: με μια σάλπιγγα. Η πρώτη ήταν για να ξεκινήσουμε· η τελευταία για να κρατήσουμε τον δρόμο. Από εδώ και πέρα, θα βαδίσουμε μέσα στο κυρίως κείμενο με σταθερό σημάδι. Ο κόσμος δεν είναι κόσμος· είναι ναός. Και ο Χριστός είναι η μόνη μας Έξοδος.

Κυρίως Κείμενο

1. Οι Θρησκείες ως Σχιζοφρενικοί Ναοί

Όταν μιλάμε για θρησκεία, πολλοί σκέφτονται κάτι ιερό, κάτι σεβαστό, έναν δρόμο που φέρνει τον άνθρωπο πιο κοντά στον Θεό. Μα η αλήθεια είναι πιο σκληρή: οι περισσότερες θρησκείες, αν όχι όλες, δεν είναι δρόμοι προς τον Θεό, αλλά ψευδο-ναοί. Ναοί που μιμούνται την αλήθεια, μα στην ουσία την παραχαράσσουν. Ναοί που τρέφονται από τη νοσταλγία της ψυχής για τον αληθινό Ναό, αλλά την εγκλωβίζουν σε σχιζοφρένεια.

Αν δούμε την ιστορία, θα καταλάβουμε πως όλες οι θρησκείες είναι παραλλαγές της πτώσης. Όπως ο όφις στην Εδέμ υποσχέθηκε “θεοποίηση” χωρίς τον Θεό, έτσι και κάθε θρησκεία υπόσχεται σωτηρία χωρίς Χριστό. Ονομάζουν θεούς τα στοιχεία της φύσης, τις δυνάμεις του ουρανού, τα είδωλα που έφτιαξαν τα χέρια τους. Ονομάζουν “θεότητα” την ίδια την ψυχή, το ανθρώπινο πνεύμα, την ενέργεια. Μα όλα αυτά είναι το ίδιο ψεύδος: θα γίνετε σαν θεοί χωρίς τον Θεό.

Οι θρησκείες έχουν όλα τα γνωρίσματα ενός ναού: έχουν ιερείς, έχουν τελετές, έχουν δόγματα, έχουν σκεύη. Έχουν ακόμη και “θυσίες”: αίμα, νηστείες, προσφορές, κανόνες. Μα όλα αυτά είναι αντίγραφα, σκιές της αλήθειας. Στην ουσία τους, δεν οδηγούν στη ζωή, αλλά στη δέσμευση. Ο άνθρωπος νομίζει ότι λατρεύει τον Θεό, ενώ στην πραγματικότητα λατρεύει κατασκευάσματα, πνεύματα πλάνης, φαντάσματα του νου.

Το τραγικό είναι ότι ακόμη και όταν οι θρησκείες μιλούν για τον Χριστό, συχνά τον διαστρεβλώνουν. Τον κάνουν “δάσκαλο”, “προφήτη”, “γιατρό ψυχής”, αλλά όχι τον Υιό του Θεού, τον Αναστημένο. Τον μετατρέπουν σε κομμάτι ενός συστήματος, σε κρίκο μιας αλυσίδας θρησκευτικών μορφών. Έτσι ακόμη και το όνομά Του χρησιμοποιείται σαν εργαλείο για να στηθεί ένας νέος ψευδο-ναός.

Γι’ αυτό ο κόσμος είναι γεμάτος θρησκείες και παρ’ όλα αυτά άδειος από αλήθεια. Οι θρησκείες δεν ενώνουν τον άνθρωπο με τον Θεό· τον κρατούν σε σχιζοφρένια: λατρεύει και πνίγεται, προσεύχεται και δεν βρίσκει ανάπαυση, θυσιάζει και μένει μόνος. Είναι σαν να διψάς και να πίνεις αλμυρό νερό. Αντί να ξεδιψάσεις, διψάς περισσότερο.

Το έζησα κι εγώ. Έτρεξα σε ναούς, σε θρησκευτικές παραδόσεις, σε τελετές που υπόσχονταν “φως”. Έκανα ό,τι μπορούσα για να βρω τον Θεό μέσα από τα σχήματα. Μα στο τέλος βρέθηκα πιο μόνος, πιο χαμένος, πιο διχασμένος. Η θρησκεία μου έδωσε σύμβολα, αλλά όχι Ζωή. Μου έδωσε νόμους, αλλά όχι συγχώρεση. Μου έδωσε κοινότητα, αλλά όχι αγάπη που σώζει.

Οι θρησκείες είναι σχιζοφρενικοί ναοί γιατί διχάζουν την ψυχή: τη βάζουν να ζει σε μια διπλή πραγματικότητα. Από τη μια υπόσχονται ουρανό, από την άλλη σε κρατούν στη γη. Από τη μια μιλούν για αγάπη, από την άλλη απαιτούν υποταγή σε ανθρώπινες εξουσίες. Από τη μια δείχνουν εικόνα Θεού, από την άλλη σε δένουν με φόβο. Η ψυχή κομματιάζεται, αντί να θεραπεύεται.

Γι’ αυτό ο Χριστός δεν ήρθε να ιδρύσει “θρησκεία”. Ήρθε να δώσει Ζωή. Η Εκκλησία Του δεν είναι θρησκεία· είναι Σώμα. Δεν είναι σύστημα· είναι Ναός αληθινός. Όπου υπάρχει Εκκλησία, εκεί ο άνθρωπος παύει να είναι άτομο και γίνεται πρόσωπο, μέλος ζωντανό. Εκεί η λατρεία δεν είναι μίμηση, αλλά κοινωνία· δεν είναι ψεύτικος καρπός, αλλά Σώμα και Αίμα που χαρίζουν Ανάσταση.

Οι θρησκείες θα συνεχίσουν να γεμίζουν τον κόσμο. Θα υπόσχονται, θα γοητεύουν, θα μιμούνται. Μα όποιος έχει μνήμη του Ναού θα καταλάβει: όλα αυτά είναι παραλλαγές της πρώτης πτώσης. Μόνο στον Χριστό υπάρχει η αλήθεια. Μόνο Εκείνος είναι Ναός που δεν οδηγεί σε σχιζοφρένεια, αλλά σε πληρότητα.

2. Η Φιλοσοφία και οι Ιδεολογίες

Η φιλοσοφία ξεκίνησε με τη δίψα για αλήθεια. Οι πρώτοι στοχαστές αναρωτήθηκαν για το νόημα της ύπαρξης, για την αρχή του κόσμου, για το καλό και το κακό. Μα αυτή η δίψα, χωρίς τον Θεό, κατέληξε να γίνει ναός ψευδαισθήσεων. Ένας ναός όπου ο άνθρωπος λατρεύει τον ίδιο του τον νου.

Η φιλοσοφία μοιάζει ευγενής· μιλά για σοφία, για αρετή, για αλήθεια. Αλλά στο βάθος της κρύβει το ίδιο ψεύδος της Εδέμ: «Θα γίνετε σαν θεοί.» Μόνο που εδώ το δόλωμα δεν είναι ο καρπός, αλλά η λογική. Ο άνθρωπος πίστεψε ότι με τη σκέψη του μπορεί να αγγίξει το θείο, να ορίσει μόνος του την αλήθεια, να χαράξει το μέτρο του καλού και του κακού. Έτσι, η φιλοσοφία έγινε ναός σχιζοφρενικός: υπόσχεται σοφία, αλλά δίνει αλαζονεία.

Από τη φιλοσοφία γεννήθηκαν οι ιδεολογίες. Κάθε ιδεολογία είναι ένας ναός χτισμένος πάνω σε μια ιδέα που παίρνει θέση θεού. Ο ανθρωπισμός θεοποίησε τον άνθρωπο. Ο διαφωτισμός θεοποίησε τη λογική. Ο μαρξισμός θεοποίησε την ιστορία και την τάξη. Ο φιλελευθερισμός θεοποίησε την ατομική ελευθερία. Κάθε μία από αυτές τις ιδεολογίες έστησε το δικό της ιερατείο, τις δικές της θυσίες, τα δικά της ιερά κείμενα. Και όλες τους κατέληξαν να διχάζουν τον άνθρωπο αντί να τον θεραπεύουν.

Το είδα στην ιστορία, το ένιωσα και μέσα μου: οι ιδεολογίες δίνουν μεθύσι, μια ψευδαίσθηση δύναμης. Σου λένε ότι αν πιστέψεις στο δόγμα τους, θα αλλάξει ο κόσμος. Μα στην πραγματικότητα σε βάζουν να υπηρετείς έναν ψευδο-θεό. Σου ζητούν θυσίες — αίμα, πόνο, αφοσίωση, ακόμα και την ίδια σου την ψυχή. Και στο τέλος μένει μόνο ερείπιο. Ο μαρξισμός υποσχέθηκε παράδεισο, έφερε στρατόπεδα θανάτου. Ο εθνικισμός υποσχέθηκε ενότητα, έφερε σφαγές. Ο φιλελευθερισμός υπόσχεται ελευθερία, αλλά φέρνει μοναξιά και διάλυση.

Η φιλοσοφία και οι ιδεολογίες είναι σχιζοφρενικοί ναοί γιατί υπόσχονται ενότητα ενώ παράγουν διάσπαση. Η λογική τους λέει ότι μπορούν να εξηγήσουν τα πάντα, μα στο τέλος διαλύουν τον άνθρωπο σε κομμάτια: οικονομικό ον, πολιτικό ον, βιολογικό ον. Χάνεται το πρόσωπο, χάνεται η κοινωνία με τον Θεό, κι αυτό που μένει είναι ένα άτομο μέσα σε αδιέξοδο λαβύρινθο θεωριών.

Δεν αρνούμαι ότι πολλές φιλοσοφίες είχαν σπέρματα αλήθειας. Αλλά σπέρμα χωρίς ρίζα στον Χριστό δεν φυτρώνει· ξηραίνεται και σαπίζει. Η φιλοσοφία που δεν ταπεινώνεται μπροστά στον Θεό γίνεται αλαζονεία. Και η ιδεολογία που δεν φωτίζεται από την Ανάσταση γίνεται αίρεση που σκλαβώνει.

Η ψυχή μου το έμαθε με πόνο. Πίστεψα σε ιδέες, σε οράματα που υπόσχονταν λύτρωση. Μα κατέληξα να νιώθω ξένος στον ίδιο μου τον εαυτό. Η ιδεολογία δεν λυτρώνει· καταναλώνει. Δεν δίνει ζωή· απορροφά τη ζωή. Και ο άνθρωπος που νομίζει ότι υπηρετεί μια μεγάλη υπόθεση, στο τέλος καταλαβαίνει ότι θυσίασε τον εαυτό του σε είδωλο.

Ο μόνος Ναός που δίνει σοφία είναι ο Χριστός. Εκεί η αλήθεια δεν είναι σύστημα, αλλά Πρόσωπο. Εκεί η γνώση δεν είναι αλαζονεία, αλλά ταπείνωση. Εκεί η ελευθερία δεν είναι μοναξιά, αλλά κοινωνία. Χωρίς Αυτόν, η φιλοσοφία και οι ιδεολογίες είναι απλώς καπνός. Με Αυτόν, ακόμη και τα σπέρματα αλήθειας μπορούν να βρουν τον καρπό τους.

Ο κόσμος θα συνεχίσει να χτίζει ιδεολογίες, να λατρεύει ιδέες. Αλλά όποιος θυμάται τον αληθινό Ναό θα ξέρει: όλα αυτά είναι ψευδο-λατρείες. Κι η ψυχή που θέλει σωτηρία δεν θα σκύψει πια μπροστά τους. Θα στραφεί στον Χριστό, που είναι «ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ» και ο μόνος που ενώνει ό,τι ο κόσμος σκορπίζει.

3. Η Επιστήμη χωρίς Θεό

Η επιστήμη γεννήθηκε από την ανάγκη του ανθρώπου να γνωρίσει τη δημιουργία. Στην αρχή ήταν πράξη ταπεινή: ο άνθρωπος θαύμαζε τα έργα του Θεού και προσπαθούσε να τα κατανοήσει. Οι πρώτοι επιστήμονες μιλούσαν για «τάξη», για «σοφία» μέσα στη φύση, και δεν ντρέπονταν να πουν πως βλέπουν πίσω από όλα το χέρι του Δημιουργού. Μα η επιστήμη, κόβοντας τη σχέση της με τον Θεό, μετατράπηκε σε σχιζοφρενικό ναό.

Η επιστήμη χωρίς Θεό είναι ναός αυτοθέωσης. Έχει ιερείς — τους «ειδικούς». Έχει τελετουργίες — πειράματα, δημοσιεύσεις, συνέδρια. Έχει δόγματα — θεωρίες που δεν επιδέχονται αμφισβήτηση. Έχει και θυσίες — ανθρώπους που γίνονται πειραματόζωα, κοινωνίες που καταστρέφονται στο όνομα της «προόδου». Όλα αυτά δεν είναι ουδέτερα. Είναι μορφές λατρείας, μόνο που η λατρεία δεν στρέφεται στον Θεό αλλά στον άνθρωπο και στη δύναμή του.

Η επιστήμη υπόσχεται φως, αλλά χωρίς τον Χριστό δίνει μόνο φανταχτερή λάμψη που τυφλώνει. Εξηγεί τον κόσμο, αλλά αρνείται το νόημα του κόσμου. Φτιάχνει τεχνολογίες, αλλά αφήνει την ψυχή γυμνή. Υπόσχεται πρόοδο, αλλά γεννά καταστροφές. Η ίδια η ιστορία το αποδεικνύει: η επιστήμη που γέννησε εμβόλια, γέννησε και όπλα μαζικής καταστροφής· η επιστήμη που έδωσε επικοινωνία, έδωσε και παρακολούθηση· η επιστήμη που υπόσχεται ζωή, φέρνει μηχανισμούς θανάτου.

Το πρόβλημα δεν είναι η γνώση. Είναι η λατρεία. Όταν η γνώση γίνεται αυθύπαρκτη, όταν αποκόπτεται από τον Δημιουργό, τότε γίνεται ειδωλολατρία. Ο επιστήμονας αντί να στέκεται ταπεινά, στέκεται σαν ιερέας που κρατά τα μυστικά της ζωής και του θανάτου. Ο άνθρωπος αντί να θαυμάζει τον κόσμο ως δημιουργία, τον χρησιμοποιεί σαν εργαστήριο εξουσίας. Έτσι η επιστήμη μετατρέπεται σε ψευδο-λειτουργία, με το ίδιο ψέμα της Εδέμ: «θα γίνετε σαν θεοί».

Το έζησα κι εγώ. Έψαξα στη γνώση να βρω απαντήσεις για την ψυχή. Μελέτησα, έμαθα, γέμισα βιβλία. Μα στο τέλος έμεινα άδειος. Η γνώση μου έδινε δύναμη να καταλάβω μηχανισμούς, αλλά όχι να θεραπεύσω πληγές. Μου έδινε εξηγήσεις για το πώς λειτουργεί ο εγκέφαλος, αλλά όχι γιατί πονάει η καρδιά. Η επιστήμη χωρίς Θεό δεν μπορεί να σώσει, γιατί δεν γνωρίζει τον Σωτήρα.

Κι όμως, η επιστήμη που ταπεινώνεται μπορεί να γίνει δοξολογία. Όταν βλέπεις τη σοφία της δημιουργίας και λες «δόξα τω Θεώ», τότε η γνώση γίνεται προσευχή. Όταν χρησιμοποιείς την επιστήμη για να υπηρετήσεις τον άνθρωπο, όχι για να τον ελέγξεις, τότε η γνώση γίνεται αγάπη. Η αληθινή επιστήμη δεν είναι ναός σχιζοφρενικός· είναι σκάλα που οδηγεί στον Ναό του Θεού.

Ο κόσμος όμως θέλει επιστήμη χωρίς Θεό. Θέλει να πιστεύει ότι η γνώση είναι αυτάρκης, ότι δεν χρειάζεται Πατέρα. Και γι’ αυτό η επιστήμη έγινε νέο ιερατείο: φορά λευκές στολές αντί για άμφια, μιλά για «δεδομένα» αντί για δόγματα, αλλά απαιτεί πίστη, υπακοή, θυσία. Είναι θρησκεία χωρίς Θεό, και γι’ αυτό είναι σχιζοφρένια.

Η ψυχή που ξυπνά το καταλαβαίνει: δεν σώζει η γνώση. Σώζει ο Χριστός. Η επιστήμη μπορεί να βοηθήσει, να φανερώσει θαύματα της δημιουργίας, να υπηρετήσει την αγάπη. Μα αν γίνει αυτοσκοπός, είναι ναός δαιμονικός. Κι όποιος μπει μέσα της χωρίς πίστη, θα βγει διχασμένος, πιο μόνος, πιο άδειος.

Ο κόσμος θα συνεχίσει να πιστεύει στην επιστήμη σαν θρησκεία. Μα η ψυχή που αναζητά αλήθεια δεν θα ξεγελαστεί. Θα βλέπει πίσω από τα δεδομένα τον Δημιουργό. Θα ξέρει ότι το φως της αλήθειας δεν βγαίνει από εργαστήριο, αλλά από τον Σταυρό και την Ανάσταση.

4. Η Ψυχολογία και η Ψυχιατρική

Αν υπάρχει ένας από τους πιο ύπουλους ναούς του σύγχρονου κόσμου, είναι αυτός της ψυχολογίας και της ψυχιατρικής. Ντύνεται με γλώσσα επιστήμης, παρουσιάζεται ως θεραπεία, υπόσχεται κατανόηση της ψυχής. Μα στην ουσία είναι ψευδο-θρησκεία. Ένας σχιζοφρενικός ναός που αντί να θεραπεύει την ψυχή, την εγκλωβίζει σε νέους ορισμούς και διαγνώσεις.

Η ψυχολογία εμφανίζεται ως “ουδέτερη” μελέτη του ανθρώπου. Μα στην πραγματικότητα είναι θεολογία χωρίς Θεό. Κατασκευάζει δόγματα για την ψυχή — από τον Freud ως τον Jung και μέχρι το DSM — κι αυτά γίνονται οι «Γραφές» ενός νέου ιερατείου. Ο ψυχολόγος στέκεται σαν ιερέας που ερμηνεύει τα βάθη σου. Σου ζητά εξομολόγηση, μα δεν σου δίνει συγχώρεση. Σου αναλύει τα τραύματά σου, αλλά δεν μπορεί να τα θεραπεύσει. Γιατί η θεραπεία της ψυχής δεν είναι γνώση, αλλά Χάρη.

Η ψυχιατρική, πιο σκληρή ακόμη, γίνεται ναός του ελέγχου. Σου βάζει σφραγίδες, διαγνώσεις, κατηγορίες. Σε κατατάσσει σε καταλόγους, σε “διαταραχές”. Σου δίνει φάρμακα που κατευνάζουν το σώμα, αλλά αφήνουν την ψυχή άθικτη και πληγωμένη. Το DSM είναι σαν λειτουργικό βιβλίο: μια ατέλειωτη λίστα από “αμαρτίες” χωρίς μετάνοια, μόνο με ετικέτες. Είναι ένας ψευδο-νόμος που βαφτίζει το μυστήριο της ψυχής σε μηχανισμό.

Η ψυχολογία και η ψυχιατρική είναι σχιζοφρενικοί ναοί γιατί διχάζουν τον άνθρωπο. Τον κάνουν να βλέπει τον εαυτό του σαν άθροισμα συμπτωμάτων, σαν μηχανή που δυσλειτουργεί. Χάνεται η αλήθεια του προσώπου. Χάνεται η μνήμη του Ναού. Αντί να πεις “είμαι εικόνα Θεού”, λες “είμαι διαταραχή, είμαι διάγνωση, είμαι ασυνείδητο”. Είναι μια νέα μορφή ειδωλολατρίας: λατρεία της ψυχής ως αντικειμένου, αποκομμένης από τον Δημιουργό της.

Το έζησα κι εγώ. Αναζήτησα απαντήσεις σε θεωρίες, σε αναλύσεις, σε ψευδο-θεραπείες. Έμαθα λέξεις για τα τραύματά μου, αλλά δεν βρήκα ανάπαυση. Έκανα “συνεδρίες” σαν λειτουργίες, αλλά έβγαινα πιο άδειος. Γιατί η ψυχή δεν θέλει ερμηνείες· θέλει Θεό. Δεν θέλει να ακούσει απλώς γιατί πονάει· θέλει να γιατρευτεί από Εκείνον που νίκησε τον θάνατο.

Η ψυχολογία και η ψυχιατρική υπόσχονται ελευθερία, αλλά σε δένουν. Υπόσχονται φως, αλλά σε βάζουν σε λαβύρινθο εννοιών. Υπόσχονται αποκατάσταση, αλλά σε σφραγίζουν με ταμπέλες που δεν σβήνουν. Είναι ναοί σχιζοφρενικοί γιατί κάνουν την ψυχή να διχάζεται ανάμεσα σε ετικέτες και σε αλήθειες που ποτέ δεν φτάνουν.

Δεν λέω πως κάθε γνώση είναι άχρηστη. Μπορεί κάποια εργαλεία να προσφέρουν μια βοήθεια, μια ανακούφιση στο ανθρώπινο επίπεδο. Μα χωρίς Χριστό, όλα αυτά είναι μισά. Κι ένα μισό που παρουσιάζεται ως ολόκληρο είναι ψεύδος. Η ψυχή χρειάζεται τον Ιατρό Χριστό. Χρειάζεται Εκείνον που δεν σε αναλύει, αλλά σε αγαπά· που δεν σε κατατάσσει, αλλά σε αγκαλιάζει· που δεν σε θεραπεύει με χάπια, αλλά με Σώμα και Αίμα.

Ο κόσμος θα συνεχίσει να στηρίζει την ψυχολογία και την ψυχιατρική σαν απόλυτες. Θα συνεχίσει να τις λατρεύει ως ναούς “προόδου” και “επιστήμης”. Μα η ψυχή που θυμάται τον αληθινό Ναό θα καταλάβει: όλα αυτά είναι μιμήσεις. Και θα στραφεί στον Χριστό, που δεν ψάχνει απλώς να εξηγήσει την ψυχή, αλλά να τη σώσει.

5. Ο Μυστικισμός και ο Εσωτερισμός

Ο μυστικισμός είναι από τους πιο ύπουλους ψευδο-ναούς, γιατί φορά μάσκα φωτός. Μιλά για πνευματικότητα, για ανώτερη γνώση, για «μυστικά» που μόνο λίγοι εκλεκτοί μπορούν να κατανοήσουν. Μα πίσω από το προσωπείο της αναζήτησης κρύβεται η ίδια φωνή του όφεως: «Θα γίνετε σαν θεοί.»

Ο εσωτερισμός υπόσχεται αποκάλυψη κρυφών αληθειών. Χρησιμοποιεί σύμβολα, αριθμούς, μαντείες, αστρολογίες, ενεργειακές πρακτικές. Σου λέει ότι η ψυχή σου έχει δύναμη κρυμμένη, ότι μέσα σου υπάρχει θεότητα που πρέπει να ανακαλύψεις. Σου δίνει τελετουργίες, οραματισμούς, «μυήσεις». Όλα αυτά μοιάζουν με λειτουργία. Έχουν τα δικά τους σκεύη, τους δικούς τους ιερείς, τις δικές τους υποσχέσεις. Αλλά στο τέλος είναι ναοί δαιμονικοί.

Η γοητεία του μυστικισμού είναι ότι τρέφεται από την πληγή της μνήμης. Η ψυχή θυμάται ότι έχασε κάτι μεγάλο και ψάχνει παντού να το ξαναβρεί. Ο μυστικισμός παριστάνει ότι σου δίνει το χαμένο κλειδί, τη μυστική γέφυρα προς το θείο. Μα δεν οδηγεί στον Θεό· σε οδηγεί σε ψευδαισθήσεις. Σου δείχνει καθρέφτες και σε πείθει ότι είναι πόρτες. Σου δίνει σκιές και τις ονομάζει φως.

Το έζησα κι εγώ. Μπήκα σε αυτά τα μονοπάτια, γεύτηκα τη γοητεία τους. Διάβασα τα βιβλία τους, δοκίμασα τις πρακτικές τους, άκουσα τις υποσχέσεις τους. Για λίγο νόμιζα ότι βρήκα κάτι σπουδαίο· ότι κρατώ μυστικά που δεν γνωρίζουν οι πολλοί. Μα στο τέλος βρέθηκα πιο σκοτεινός, πιο μόνος, πιο διχασμένος. Ο μυστικισμός δεν σου δίνει Θεό· σου δίνει εαυτό. Και ο εαυτός, όταν λατρεύεται, γίνεται είδωλο που σε καταστρέφει.

Ο εσωτερισμός είναι σχιζοφρενικός ναός γιατί σε κάνει να ζεις διπλή ζωή. Από τη μια, νομίζεις ότι ανεβαίνεις σε ανώτερα επίπεδα. Από την άλλη, η ψυχή σου βυθίζεται σε ψέμα. Γεμίζεις γνώσεις που δεν σε σώζουν, τελετές που δεν σε θεραπεύουν, εμπειρίες που δεν σε ελευθερώνουν. Ζεις σε μόνιμη ψευδαίσθηση: νομίζεις ότι προχωράς, αλλά στην πραγματικότητα περιστρέφεσαι γύρω από το ίδιο κενό.

Δεν είναι τυχαίο ότι οι δαίμονες αγαπούν τον μυστικισμό. Γιατί εκεί βρίσκουν χώρο να μιμηθούν το φως. Σου παρουσιάζουν «οράματα», «εμπειρίες», «δυνάμεις» και σε πείθουν ότι είναι θεϊκές. Κι έτσι η ψυχή, αντί να ταπεινωθεί και να δοξάσει τον Χριστό, φουσκώνει από έπαρση. Νομίζει ότι έχει φτάσει σε γνώση μυστική, ενώ στην πραγματικότητα έχει παραδοθεί σε δαιμονική πλάνη.

Δεν υπάρχει «κρυφή αλήθεια». Η αλήθεια φανερώθηκε. Ο Χριστός δεν ήρθε για λίγους εκλεκτούς· ήρθε για όλους. Δεν μίλησε με γρίφους για να αφήσει τον κόσμο στο σκοτάδι· σταυρώθηκε στο φως της ημέρας, μπροστά σε όλο τον κόσμο. Δεν παρέδωσε μυστικά βιβλία· παρέδωσε τον Εαυτό Του. Ο Σταυρός Του είναι το μοναδικό «μυστήριο» που σώζει.

Ο μυστικισμός και ο εσωτερισμός είναι ναοί σχιζοφρενικοί γιατί μπερδεύουν την ψυχή ανάμεσα σε φως και σκοτάδι, σε αλήθεια και ψέμα. Και τελικά τη φυλακίζουν σε ψευδο-φως, που είναι χειρότερο από το σκοτάδι. Γιατί στο σκοτάδι ξέρεις ότι δεν βλέπεις· στο ψευδο-φως νομίζεις ότι βλέπεις, αλλά τυφλώνεσαι πιο βαριά.

Η ψυχή που θέλει σωτηρία πρέπει να δει καθαρά: δεν υπάρχει δρόμος πέρα από τον Χριστό. Όλα τα άλλα είναι λαβύρινθοι. Μπορεί να γοητεύουν, μπορεί να υπόσχονται, μπορεί να εντυπωσιάζουν, αλλά στο τέλος καταστρέφουν. Ο Χριστός είναι η μόνη Αλήθεια, η μόνη Οδός, η μόνη Ζωή. Όλα τα υπόλοιπα είναι ψευδο-ναοί.

6. Ο Σιωνισμός και η Νέα Τάξη

Υπάρχουν ναοί που δεν κρύβονται πίσω από μυστικά ή ψευδοθεωρίες, αλλά στήνονται φανερά μέσα στην ιστορία ως συστήματα εξουσίας. Ένας από τους πιο σκληρούς και διαβρωτικούς είναι ο ναός του σιωνισμού και της Νέας Τάξης. Δεν μιλάμε εδώ για έναν απλό πολιτικό χώρο ή για μια κοινωνική οργάνωση, αλλά για έναν ψευδο-ναό που ενώνει πολιτική, οικονομία, θρησκεία και μυστικισμό, ώστε να οικοδομήσει έναν κόσμο χωρίς Χριστό.

Ο σιωνισμός δεν είναι απλώς κίνημα εθνικό. Είναι θρησκευτική ιδεολογία που βλέπει τον εαυτό της ως «εκλεκτό» και τον υπόλοιπο κόσμο ως πεδίο εκμετάλλευσης. Μετατρέπει την ιστορία σε λατρεία, το κράτος σε θυσιαστήριο, και τα σύμβολα σε ιερά αντικείμενα. Δεν λειτουργεί μόνο με όπλα, αλλά με έννοιες, με ελέγχους, με χρήμα. Στήνει έναν ναό που φαίνεται πολιτικός, αλλά στην ουσία είναι δαιμονικός: λατρεία εξουσίας, χρήματος, αίματος.

Η Νέα Τάξη, που ξεφυτρώνει από αυτήν τη ρίζα, είναι η προσπάθεια να οικοδομηθεί ένας παγκόσμιος ναός. Δεν μιλάμε πια για μικρές θρησκείες ή τοπικές ιδεολογίες, αλλά για ένα δίκτυο που θέλει να αγκαλιάσει ολόκληρη την ανθρωπότητα. Χρησιμοποιεί πολιτική, επιστήμη, οικονομία, τεχνολογία, ακόμα και θρησκείες. Όλα μπαίνουν στην υπηρεσία ενός κοινού στόχου: να εξαλειφθεί ο Χριστός ως Κέντρο, και να στηθεί στη θέση Του ο άνθρωπος-θεός, το σύστημα-θεός, η εξουσία-θεός.

Αν κοιτάξεις προσεκτικά, θα δεις ότι η Νέα Τάξη έχει όλα τα γνωρίσματα ναού. Έχει ιερείς: πολιτικούς, οικονομικούς ηγέτες, τεχνοκράτες. Έχει τελετουργίες: παγκόσμια συνέδρια, συνθήκες, όρκους μυστικών εταιρειών. Έχει σκεύη: τεχνολογίες, συστήματα ελέγχου, παγκόσμια δίκτυα. Έχει και θυσίες: λαούς που υποδουλώνονται, ελευθερίες που αφανίζονται, ψυχές που χάνουν την ταυτότητά τους. Είναι ο ναός της σχιζοφρενίας σε παγκόσμια κλίμακα.

Το έζησα παρακολουθώντας την ιστορία: κάθε κρίση, κάθε πόλεμος, κάθε οικονομική κατάρρευση είναι βήματα αυτής της λειτουργίας. Πάντα στο τέλος προβάλλεται η ίδια υπόσχεση: «θα σας δώσουμε ειρήνη, θα σας δώσουμε ασφάλεια, θα σας δώσουμε πρόοδο». Μα η αλήθεια είναι ότι δίνουν δουλεία. Το σύνθημα είναι παγκόσμιο· το αποτέλεσμα είναι κενό. Είναι η φωνή του όφεως, αυτή τη φορά ντυμένη με διπλωματικά χαμόγελα και τεχνοκρατικούς όρους.

Η Νέα Τάξη δεν είναι ουδέτερη πολιτική δύναμη. Είναι θρησκεία. Γι’ αυτό και μιλάμε για «παγκόσμια διακυβέρνηση», για «νέες αξίες», για «νέο άνθρωπο». Όλα αυτά είναι όροι λατρείας, θεολογίας χωρίς Θεό. Και το τελικό της όραμα δεν είναι μια καλύτερη κοινωνία· είναι ένας κόσμος που έχει εκθρονίσει τον Χριστό. Ένας κόσμος που έχει χτίσει ναό παγκόσμιο, σχιζοφρενικό, όπου όλοι θα είναι «ενωμένοι» αλλά χωρίς ζωή, χωρίς ελευθερία, χωρίς αλήθεια.

Δεν είναι τυχαίο ότι πίσω από αυτά τα συστήματα υπάρχει πάντα και μια δόση μυστικισμού. Μυστικές εταιρείες, συμβολισμοί, τελετές που επαναλαμβάνονται στα σκοτεινά. Όλα αυτά δείχνουν ότι δεν μιλάμε μόνο για πολιτική· μιλάμε για ψευδο-λατρεία. Για έναν ναό που χτίζεται με πέτρες εξουσίας και κονίαμα ψεύδους.

Η ψυχή που ξυπνά το καταλαβαίνει: δεν υπάρχει «ουδέτερη» Νέα Τάξη, δεν υπάρχει «αθώος» σιωνισμός. Υπάρχει μια παγκόσμια λειτουργία που αντιστρατεύεται τον Χριστό. Και γι’ αυτό χρειάζεται διάκριση. Γιατί όποιος πιστέψει στις υποσχέσεις της, θα βρεθεί δέσμιος σε ναό που δεν σώζει, αλλά καταπίνει.

Μπροστά σε αυτόν τον ναό, η Εκκλησία φαίνεται μικρή, αδύναμη. Μα η αλήθεια είναι άλλη: ο Ναός του Χριστού δεν μετριέται με όγκους και συστήματα. Είναι Ναός που κρατά η ίδια η Ανάσταση. Κι αυτός ο Ναός θα σταθεί, όσο κι αν ο κόσμος γεμίσει με ψευδο-ιερείς και ψευδο-θυσιαστήρια.

7. Τα Κράτη και οι Εξουσίες

Ο κόσμος μιλά για κράτη, για πολιτικές, για νόμους σαν να είναι μηχανισμοί ουδέτεροι. Μα στην πραγματικότητα, κάθε κράτος είναι ναός. Έχει ιερείς — τους άρχοντες, τους βουλευτές, τους βασιλιάδες. Έχει τελετουργίες — εκλογές, παρελάσεις, εθνικές εορτές. Έχει δόγματα — συντάγματα, ιδεολογίες, σημαίες. Έχει και θυσίες — στρατιώτες που πεθαίνουν, πολίτες που δουλεύουν μέχρι εξαντλήσεως, ψυχές που παραδίδουν την ελευθερία τους για μια ψευδαίσθηση ασφάλειας.

Τα κράτη δεν είναι ουδέτερα. Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, λειτουργούν σαν ναοί εξουσίας. Οι αυτοκράτορες απαίτησαν λατρεία. Οι βασιλείς θεοποιήθηκαν. Οι πολιτικοί έστησαν ολόκληρες τελετουργίες για να στηρίζουν τη νομιμότητά τους. Ακόμη και τα πιο «δημοκρατικά» κράτη δεν απέχουν: έχουν τα δικά τους ιερά σύμβολα, τους δικούς τους κανόνες λατρείας, τα δικά τους μνημεία πεσόντων που μοιάζουν με θυσιαστήρια.

Το κράτος είναι σχιζοφρενικός ναός γιατί υπόσχεται τάξη και δικαιοσύνη, αλλά στηρίζεται στη βία. Μιλά για ειρήνη, αλλά θεμελιώνεται στον πόλεμο. Μιλά για δικαιώματα, αλλά τα περιορίζει όποτε το συμφέρει. Μιλά για ελευθερία, αλλά απαιτεί απόλυτη υπακοή. Έτσι ο άνθρωπος ζει διχασμένος: νομίζει ότι συμμετέχει σε μια κοινότητα αγάπης, ενώ στην πραγματικότητα είναι υποταγμένος σε μια μηχανή εξουσίας.

Το έζησα βλέποντας πώς οι εξουσίες παίζουν με την ψυχή. Σου λένε ότι είσαι «πολίτης», αλλά σε βλέπουν σαν αριθμό. Σου λένε ότι έχεις «φωνή», αλλά μόνο όσο δεν ενοχλείς την ισχύ τους. Σου λένε ότι ζεις σε κοινωνία δικαιοσύνης, αλλά η ίδια η δικαιοσύνη γίνεται όργανο εκείνων που κυβερνούν. Είναι σαν να σε καλούν σε λατρεία, κι εσύ να μην το συνειδητοποιείς: να στέκεσαι μπροστά σε σημαίες, να απαγγέλλεις όρκους, να υπακούς σε νόμους που δεν έχουν πνοή Θεού.

Δεν λέω ότι δεν χρειάζονται κοινωνίες. Αλλά κοινωνία χωρίς Χριστό γίνεται κράτος-ναός που καταπίνει την ψυχή. Το κράτος θέλει πάντα να πάρει τη θέση του Θεού: να σε προστατεύσει, να σε καθοδηγήσει, να σε ταΐσει, να σε μορφώσει, να σε γιατρέψει. Σου λέει: «Δεν χρειάζεσαι άλλο. Εγώ είμαι ο Θεός σου.» Κι έτσι γεννιέται η πιο επικίνδυνη σχιζοφρένεια: η ψυχή να πιστεύει ότι υπηρετεί την κοινότητα, ενώ στην πραγματικότητα υπηρετεί ένα είδωλο.

Στην ιστορία, τα κράτη ζήτησαν πάντα αίμα. Στους πολέμους, στις θυσίες των λαών, στην καταπίεση των αδύναμων. Και κάθε φορά, οι άνθρωποι πείστηκαν ότι αυτό είναι «ιερό καθήκον». Αυτό δεν είναι παρά θυσιαστήριο δαιμονικό, που επαναλαμβάνει την πτώση: ο άνθρωπος προσφέρει εαυτόν σε ψεύτικο θεό.

Η ψυχή που ξυπνά βλέπει το κράτος ως έχει: ναό σχιζοφρενικό. Όχι απλώς σύστημα οργάνωσης, αλλά θρησκεία εξουσίας. Και τότε καταλαβαίνει γιατί ο Χριστός είπε: «ἡ βασιλεία ἡ ἐμή οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου.» Δεν ήρθε να φτιάξει άλλο κράτος, αλλά να καλέσει τον άνθρωπο σε Βασιλεία που δεν στηρίζεται στη βία, αλλά στην αγάπη· όχι σε σημαίες, αλλά στον Σταυρό.

Το κράτος θα συνεχίσει να απαιτεί πίστη. Αλλά όποιος έχει μνήμη του Ναού, δεν θα γονατίσει μπροστά του. Θα δώσει στον Καίσαρα ό,τι είναι του Καίσαρα, αλλά ποτέ δεν θα δώσει την ψυχή του. Γιατί η ψυχή ανήκει μόνο στον Χριστό.

8. Ο Πλούτος και το Κεφάλαιο

Από την αρχαιότητα ως σήμερα, ο πλούτος υπήρξε πάντα θυσιαστήριο. Δεν είναι απλώς μέσο συναλλαγής· είναι αντικείμενο λατρείας. Ο χρυσός, το ασήμι, το χαρτονόμισμα, το ηλεκτρονικό χρήμα· όλα έγιναν ιερά σκεύη σε έναν ναό που απαιτεί ολοκαυτώματα. Ο άνθρωπος σκύβει μπροστά στο χρήμα σαν να ήταν θεότητα, προσφέροντας την ψυχή, τον χρόνο, ακόμη και τις σχέσεις του.

Ο κόσμος νομίζει πως το χρήμα είναι ουδέτερο, πως είναι εργαλείο. Μα στην πραγματικότητα είναι θυσιαστήριο. Το κεφάλαιο δεν λειτουργεί ποτέ ουδέτερα: διαμορφώνει τις ζωές μας, τις αξίες μας, την αίσθηση του νοήματος. Ο πλούτος υπόσχεται ασφάλεια, δύναμη, ελευθερία· αλλά στην ουσία φυλακίζει. Όσο περισσότερα αποκτάς, τόσο πιο πολύ εξαρτάσαι. Όσο περισσότερο κυνηγάς, τόσο πιο πολύ χάνεσαι.

Ο ναός του πλούτου έχει τους δικούς του ιερείς: τραπεζίτες, επενδυτές, οικονομικούς «προφήτες». Έχει τις δικές του τελετές: αγορές, χρηματιστήρια, δημοπρασίες. Έχει τα δικά του δόγματα: θεωρίες οικονομίας που προβάλλονται σαν απαράβατοι νόμοι. Και βέβαια έχει τις δικές του θυσίες: εργάτες που θυσιάζουν τη ζωή τους, λαούς που συντρίβονται σε κρίσεις, οικογένειες που διαλύονται για το κυνήγι του κέρδους.

Το έζησα και στην προσωπική μου εμπειρία. Όταν πίστεψα ότι το χρήμα θα με κάνει ασφαλή, ένιωσα μέσα μου μεγαλύτερη ανασφάλεια. Όταν νόμιζα ότι το κεφάλαιο θα μου δώσει ελευθερία, ένιωσα μεγαλύτερη σκλαβιά. Γιατί το χρήμα δεν σε υπηρετεί· σε καταβροχθίζει. Δεν σε ελευθερώνει· σε δεσμεύει. Είναι ναός σχιζοφρενικός, γιατί σου υπόσχεται ζωή ενώ σε οδηγεί στον θάνατο.

Η πιο σκληρή αλήθεια είναι ότι ο πλούτος έχει λατρευτικό χαρακτήρα. Ο Χριστός το είπε ξεκάθαρα: «Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν· οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ.» Δεν είπε ότι είναι δύσκολο· είπε ότι είναι αδύνατο. Γιατί το χρήμα δεν είναι εργαλείο· είναι κύριος. Και αν του δώσεις την καρδιά σου, θα την καταπιεί.

Ο ναός του κεφαλαίου δεν χτίζεται μόνο με τραπεζικούς λογαριασμούς. Χτίζεται και μέσα στην ψυχή. Όταν η καρδιά σου μετρά τους ανθρώπους με βάση την αξία τους, όταν βλέπεις τις σχέσεις σαν επενδύσεις, όταν ακόμη και η αγάπη γίνεται υπολογισμός, τότε ήδη λειτουργείς στον ναό του πλούτου. Είναι σχιζοφρένεια: να πιστεύεις ότι όλα έχουν τιμή, ενώ χάνεις το μόνο που έχει αξία — την ψυχή.

Η Χριστός, αντίθετα, δείχνει άλλο δρόμο. Δεν απορρίπτει τα υλικά· τα μεταμορφώνει. Ο άρτος και ο οίνος δεν είναι πλούτος, αλλά προσφορά. Δεν αγοράζονται· προσφέρονται και αγιάζονται. Ο αληθινός Ναός δεν ζητά χρήμα, ζητά καρδιά. Και αυτή η καρδιά, όταν δίνεται στον Χριστό, γίνεται πιο πλούσια απ’ όσο θα μπορούσε να δώσει όλο το κεφάλαιο του κόσμου.

Η ψυχή που ξυπνά βλέπει καθαρά: το χρήμα είναι ψευδο-θεός. Όσο κι αν φαντάζει αναγκαίο, δεν είναι σωτήρας. Χρειάζεται για να ζούμε, αλλά δεν δίνει ζωή. Και γι’ αυτό η μεγαλύτερη ελευθερία είναι να τοποθετήσεις το χρήμα στη θέση του: εργαλείο, όχι κύριο. Γιατί μόνο τότε σπάζει η λατρεία του· μόνο τότε καταρρέει ο ναός του.

Ο κόσμος όμως θα συνεχίσει να στήνει τον ναό του πλούτου. Θα συνεχίσει να λατρεύει το κεφάλαιο σαν παντοδύναμο. Μα η αλήθεια παραμένει: όλα αυτά θα καταρρεύσουν. Και όποιος έχει μνήμη του Ναού, δεν θα σπαταλήσει την ψυχή του σε ψεύτικο θυσιαστήριο. Θα στραφεί στον Χριστό, που είναι ο μόνος θησαυρός που δεν φθείρεται, δεν κλέβεται, δεν χάνεται.

9. Η Τεχνολογία και τα Δίκτυα

Η τεχνολογία παρουσιάζεται σαν ουδέτερο εργαλείο. Μια δύναμη που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για καλό ή για κακό, ανάλογα με τον χρήστη. Μα η αλήθεια είναι βαθύτερη: η τεχνολογία δεν είναι απλώς εργαλείο· είναι ναός. Ένας ναός σχιζοφρενικός, που υπόσχεται σύνδεση, αλλά γεννά απομόνωση, που μιλά για ελευθερία, αλλά φέρνει έλεγχο, που δίνει δύναμη, αλλά απαιτεί λατρεία.

Σκέψου τα δίκτυα. Υποτίθεται ότι μας φέρνουν πιο κοντά. Στην πραγματικότητα όμως μας χωρίζουν. Δίνουν ψευδαίσθηση επικοινωνίας, ενώ μας βυθίζουν σε μοναξιά. Ένας κόσμος από οθόνες όπου οι άνθρωποι μιλούν αδιάκοπα, αλλά κανείς δεν ακούει. Ένα παντοδύναμο βήμα για να πεις ό,τι θέλεις, αλλά χωρίς πρόσωπο, χωρίς σώμα, χωρίς αληθινή κοινωνία. Αυτό δεν είναι ελευθερία· είναι σχιζοφρένεια.

Η τεχνολογία έχει όλα τα γνωρίσματα ναού. Έχει ιερείς — τους μηχανικούς, τους τεχνοκράτες, τους γκουρού της Silicon Valley. Έχει τελετουργίες — παρουσιάσεις νέων προϊόντων που μοιάζουν με λειτουργίες. Έχει δόγματα — «καινοτομία», «πρόοδος», «συνδεσιμότητα». Έχει σκεύη — συσκευές, δίκτυα, servers. Και βέβαια έχει τις θυσίες της: τον χρόνο μας, την προσοχή μας, την ιδιωτικότητά μας, ακόμη και την ψυχή μας.

Η πιο ύπουλη θυσία είναι η μνήμη. Όλα τα δίκτυα υπόσχονται πως δεν θα ξεχάσεις ποτέ τίποτα· κι όμως το μόνο που κάνουν είναι να διαλύουν τη μνήμη σου σε θραύσματα. Η ψυχή που ήταν φτιαγμένη για προσευχή, για μνήμη Θεού, τώρα γεμίζει με ατελείωτες πληροφορίες που την κατακλύζουν. Αντί να κρατά το νήμα της αιωνιότητας, κρατά ειδοποιήσεις και ψευδο-εικόνες.

Το έζησα κι εγώ. Χάθηκα σε οθόνες, σε δίκτυα, σε ψευδο-συνδέσεις. Νόμιζα ότι επικοινωνώ, αλλά στην πραγματικότητα μιλούσα στο κενό. Νόμιζα ότι είχα δύναμη στα χέρια μου, αλλά στην πραγματικότητα εκείνη με κρατούσε. Όσο πιο πολύ συνδεόμουν, τόσο πιο μόνος ένιωθα. Αυτό είναι το γνώρισμα του σχιζοφρενικού ναού: σου υπόσχεται το αντίθετο από αυτό που σου δίνει.

Δεν λέω ότι η τεχνολογία είναι απόλυτο κακό. Μπορεί να γίνει σκάλα, αν χρησιμοποιηθεί με ταπείνωση. Μπορεί να υπηρετήσει τον Χριστό, να μεταδώσει τον λόγο του Θεού, να ενώσει ψυχές που ποθούν την αλήθεια. Μα όταν γίνει αυτοσκοπός, όταν ζητήσει λατρεία, τότε αποκαλύπτει τον δαιμονικό της χαρακτήρα. Και ο κόσμος σήμερα δεν τη χρησιμοποιεί· τη λατρεύει. Γι’ αυτό οι παρουσιάσεις νέων συσκευών μοιάζουν με μυστήρια. Γι’ αυτό οι εταιρείες μιλούν για «οικοσύστημα» σαν να μιλούν για εκκλησία.

Η τεχνολογία είναι ναός σχιζοφρενικός γιατί ζει σε διπλή γλώσσα. Σου λέει: «είσαι ελεύθερος», αλλά σε παρακολουθεί. Σου λέει: «είσαι δημιουργικός», αλλά σε κάνει εξαρτημένο. Σου λέει: «είσαι συνδεδεμένος», αλλά σε αφήνει απομονωμένο. Και η ψυχή, αντί να μεγαλώνει, μικραίνει. Αντί να ανοίγει προς τον Θεό, κλείνεται σε οθόνες.

Η μόνη θεραπεία είναι να θυμηθείς τον αληθινό Ναό. Να καταλάβεις ότι η αληθινή σύνδεση δεν είναι δικτυακή, αλλά εκκλησιαστική. Ότι η αληθινή μνήμη δεν είναι ψηφιακή, αλλά μνήμη Θεού. Ότι η αληθινή δύναμη δεν είναι τεχνολογική, αλλά σταυρική. Μόνο τότε η τεχνολογία παύει να είναι ναός δαιμονικός και γίνεται εργαλείο ταπεινό.

Ο κόσμος όμως θα συνεχίσει να τη λατρεύει. Θα συνεχίσει να φτιάχνει νέους ναούς με καλώδια και servers. Μα όποιος έχει μνήμη του Χριστού θα ξέρει: όλα αυτά είναι φανταχτερά, αλλά άδεια. Και δεν θα σκύψει μπροστά τους, γιατί η ψυχή του ανήκει μόνο στον αληθινό Ναό.

10. Η Τέχνη και ο Πολιτισμός

Η τέχνη ήταν δώρο. Γεννήθηκε από την ανάγκη του ανθρώπου να δοξολογήσει τον Δημιουργό του, να ντύσει με χρώμα και ήχο την ευγνωμοσύνη του, να αποτυπώσει την ομορφιά της δημιουργίας σαν προσευχή. Όταν όμως αποκόπηκε από τον Θεό, η τέχνη μετατράπηκε σε ναό σχιζοφρενικό· σε τόπο όπου ο άνθρωπος δεν προσφέρει, αλλά αυτοπροβάλλεται· δεν δοξάζει, αλλά θεοποιεί τον εαυτό του.

Ο πολιτισμός, που υποτίθεται ότι είναι η έκφραση της κοινότητας, ακολούθησε την ίδια μοίρα. Στην αρχή, οι άνθρωποι έχτιζαν πολιτισμούς γύρω από ναούς αληθινούς. Η μνήμη της θείας παρουσίας στήριζε τα έργα τους. Μα καθώς ξεχνούσαν τον Θεό, οι πολιτισμοί έγιναν κι αυτοί ψευδο-ναοί: συστήματα δόξας, αυτοθέωσης, μνήμης χωρίς Χριστό.

Η τέχνη σήμερα παρουσιάζεται ως ελευθερία. Μα στην ουσία είναι ένας ναός με τους δικούς του ιερείς — καλλιτέχνες, κριτικούς, θεσμούς. Έχει τελετουργίες — εκθέσεις, παραστάσεις, βραβεία. Έχει δόγματα — αισθητικά ρεύματα που αλλάζουν σαν εποχές. Και βέβαια έχει θυσίες: ψυχές που δίνουν τον εαυτό τους στο κυνήγι της δόξας, σώματα που χρησιμοποιούνται για να σοκάρουν, καλλιτέχνες που καίγονται για να τροφοδοτήσουν έναν πολιτισμό που λατρεύει το «καινούργιο» και το «πρωτότυπο».

Το έζησα βλέποντας την τέχνη να μεταμορφώνεται από δοξολογία σε αυτοθέαμα. Ο πίνακας που κάποτε έδειχνε τον Χριστό, τώρα δείχνει το εγώ. Η μουσική που κάποτε ανέβαζε την ψυχή, τώρα κατεβάζει το σώμα στη λαγνεία. Η ποίηση που κάποτε ήταν προσευχή, τώρα γίνεται κραυγή κενού. Είναι σχιζοφρένια: η ψυχή διψά για ομορφιά, αλλά πίνει παραμόρφωση.

Ο πολιτισμός δεν είναι διαφορετικός. Κάθε κοινωνία που ξεχνά τον Θεό στήνει τον δικό της ναό πολιτισμού. Έχει μνημεία, μουσεία, πανηγύρια, όλα γύρω από το ίδιο κέντρο: τον άνθρωπο χωρίς Χριστό. Και αυτός ο πολιτισμός γίνεται σχιζοφρενικός, γιατί μιλά για «πρόοδο», ενώ καταστρέφει τον ίδιο τον άνθρωπο. Μιλά για «κοινότητα», ενώ παράγει απομόνωση. Μιλά για «ομορφιά», ενώ παράγει ασχήμια.

Δεν λέω ότι η τέχνη δεν έχει δύναμη. Έχει, και μεγάλη. Αλλά δίχως Χριστό, η δύναμη γίνεται φαρμάκι. Η ομορφιά γίνεται δόλωμα. Ο πολιτισμός γίνεται μνήμα στολισμένο, γεμάτο με έργα που λάμπουν, αλλά μέσα τους κρύβεται σήψη. Κι ο άνθρωπος που νομίζει ότι ζει σε χρυσό πολιτισμό, στην ουσία ζει μέσα σε ψευδο-ναό.

Το πιο τραγικό είναι ότι η τέχνη και ο πολιτισμός μπορούν να σε κάνουν να νομίζεις ότι βρήκες τον Θεό. Γιατί σε συγκινούν, σε ταράζουν, σε σηκώνουν για λίγο ψηλά. Μα αν δεν σε πάνε στον Χριστό, η συγκίνηση είναι πυροτέχνημα. Σβήνει και σε αφήνει πιο κενό. Είναι σαν να βλέπεις όνειρο όμορφο που ξυπνώντας καταρρέει.

Η Εκκλησία ξέρει τι είναι η αληθινή τέχνη. Δεν είναι αυτοπροβολή· είναι απεικόνιση. Η αγιογραφία δεν δείχνει απλώς σχήματα· ανοίγει παράθυρα στην αιωνιότητα. Η ψαλμωδία δεν είναι συναίσθημα· είναι προσευχή. Ο πολιτισμός της Εκκλησίας δεν είναι μνημείο ανθρώπινης δόξας· είναι προγεύση Βασιλείας. Εκεί η τέχνη ξαναγίνεται δοξολογία, ο πολιτισμός ξαναγίνεται κοινότητα.

Η ψυχή που ξυπνά μαθαίνει να ξεχωρίζει. Να βλέπει την τέχνη που υπόσχεται ομορφιά, αλλά φέρνει διαστροφή. Να βλέπει τον πολιτισμό που υπόσχεται πρόοδο αλλά φέρνει διάλυση. Και να γυρίζει στην τέχνη του Ναού: στο φως που δεν παραμορφώνει, στην ομορφιά που δεν σβήνει, στον πολιτισμό που δεν καταρρέει.

11. Ο Καθημερινός Βίος

Όταν ακούς για ναούς, ίσως σκεφτείς θρησκείες, ιδεολογίες, κράτη, πολιτισμούς. Μα υπάρχει κι ένας άλλος ναός, πιο ύπουλος, πιο κοντινός: ο ίδιος ο καθημερινός βίος. Γιατί κι αυτός, όσο «αθώος» κι αν φαίνεται, είναι χώρος λατρείας. Και μπορεί να γίνει ή τόπος Θεού ή τόπος δαιμόνων.

Η οικογένεια, για παράδειγμα. Είναι δώρο Θεού, μικρός ναός όπου οι ψυχές μαθαίνουν την αγάπη, τη θυσία, τη συγχώρεση. Μα όταν βγει ο Χριστός από το κέντρο της, γίνεται ψευδο-ναός. Γίνεται χώρος εξουσίας, καταπίεσης, εγωισμών. Εκεί που θα έπρεπε να γεννιέται κοινωνία, φυτρώνει διάσπαση. Έτσι ο άνθρωπος διχάζεται: λέει ότι αγαπά, μα στην πράξη εξουσιάζει.

Η εργασία. Ένας άλλος μικρός ναός. Αν τη ζήσεις ως διακονία, ως προσφορά, ως μερίδιο στο έργο του Θεού, αγιάζεται. Αν όμως τη ζήσεις σαν αυτοσκοπό, γίνεται θυσιαστήριο ειδώλων. Θυσιάζεις χρόνο, υγεία, ψυχή, για να προσφέρεις στον θεό της καριέρας, στον θεό του χρήματος, στον θεό της φιλοδοξίας. Είναι σχιζοφρένια: η εργασία που φτιάχτηκε να σε τρέφει, να σε υψώνει, να σε ενώνει, σε καταπίνει και σε διαλύει.

Οι σχέσεις. Κι αυτές μικροί ναοί. Όταν έχουν στο κέντρο τους την αλήθεια, γίνονται πρόγευση Βασιλείας. Όταν όμως χτίζονται πάνω σε συμφέρον, σε επιθυμία, σε φόβο, γίνονται θυσιαστήρια όπου ο ένας προσφέρει τον άλλο σαν αντικείμενο. Και η ψυχή, αντί να νιώθει κοινωνία, νιώθει μοναξιά.

Ακόμη και οι πιο απλές κινήσεις της μέρας — το φαγητό, η ξεκούραση, η ψυχαγωγία — μπορούν να είναι λατρεία. Αν τις ζεις με ευχαριστία, γίνονται μικρές λειτουργίες. Αν τις ζεις με λαιμαργία, με φυγή, με αυτοθέωση, γίνονται λειτουργίες ψευδο-ναών. Ο κόσμος το ξέρει καλά και το εκμεταλλεύεται: κάνει τη διασκέδαση βιομηχανία, το φαγητό εμπόρευμα, την ξεκούραση αγορά. Κι έτσι ο καθημερινός βίος γίνεται χώρος σχιζοφρένειας: υπόσχεται ανάπαυση, δίνει εξουθένωση· υπόσχεται χαρά, δίνει κενό.

Το έζησα κι εγώ. Στις μικρές συνήθειες, στα καθημερινά μονοπάτια, βρήκα ναούς που δεν το περίμενα. Έτρωγα για να χορτάσω, αλλά κατέληγα σκλάβος του φαγητού. Δούλευα για να ζήσω, αλλά κατέληγα να ζω για να δουλεύω. Αναζητούσα σχέσεις για να αγαπήσω, αλλά κατέληγα να χρησιμοποιώ και να χρησιμοποιούμαι. Ο καθημερινός βίος χωρίς Χριστό δεν είναι ουδέτερος· είναι ναός δαιμονικός.

Η σχιζοφρένεια εδώ είναι πιο σκληρή, γιατί είναι κρυμμένη. Δεν είναι θεσμοθετημένη, όπως στις θρησκείες ή στις ιδεολογίες. Είναι διάχυτη, σαν αέρας. Και γι’ αυτό δύσκολα τη βλέπεις. Νομίζεις ότι ζεις «κανονικά», ενώ στην πραγματικότητα λατρεύεις σε μικρά θυσιαστήρια που κατατρώγουν την ψυχή σου μέρα με τη μέρα.

Ο Χριστός όμως έρχεται ακριβώς στον καθημερινό βίο. Δεν σώζει μόνο στις μεγάλες στιγμές· σώζει στο τραπέζι, στη δουλειά, στις σχέσεις, στις μικρές κινήσεις της καρδιάς. Γι’ αυτό ο απόστολος Παύλος έλεγε: «Εἴτε ἐσθίετε, εἴτε πίνετε, εἴτε τι ποιεῖτε, πάντα εἰς δόξαν Θεοῦ ποιεῖτε.» Όταν ο Χριστός είναι παρών, κάθε μικρός ναός γίνεται άγιος· η οικογένεια, η εργασία, οι σχέσεις, όλα φωτίζονται.

Η ψυχή που ξυπνά βλέπει ότι δεν υπάρχει ουδέτερη στιγμή. Κάθε στιγμή είναι λατρεία· ή προς τον Χριστό ή προς το ψεύδος. Και αποφασίζει να κάνει τον καθημερινό βίο της θυσιαστήριο Θεού. Να σηκώνει το σταυρό ακόμη και στο μικρό, στο απλό, στο καθημερινό. Γιατί εκεί κρύβεται η αληθινή μάχη.

12. Η Μαρτυρία της Ψυχής

Όλα όσα έγραψα για τους ναούς του κόσμου δεν είναι θεωρίες. Είναι πληγές. Είναι δρόμοι που τους περπάτησα, αίθουσες που κάθισα, θυσιαστήρια όπου πρόσφερα τον εαυτό μου νομίζοντας πως θα βρω ζωή. Μα αντί για ζωή, βρήκα κενό. Κι αυτή είναι η πιο σκληρή αλήθεια: ο κόσμος είναι σχιζοφρενικός ναός, κι εγώ στάθηκα ιερέας του πολλές φορές.

Λάτρεψα τις θρησκείες του, γιατί δίψασα για Θεό. Μπήκα στα τελετουργικά τους, ακολούθησα τους νόμους τους, έσκυψα μπροστά στα σύμβολά τους. Μα στο τέλος κατάλαβα: δεν με έφεραν πιο κοντά στον Χριστό, με κράτησαν σε αδιέξοδο λαβύρινθο. Η ψυχή μου μιλούσε, αλλά δεν έβρισκε αυτί να την ακούσει.

Υπηρέτησα τις ιδεολογίες του, γιατί πίστεψα σε δικαιοσύνη. Φώναξα συνθήματα, πάλεψα για οράματα, έδωσα κομμάτια από τον εαυτό μου. Μα στο τέλος είδα συντρίμμια· ανθρώπους να θυσιάζονται στο όνομα μιας ιδέας που δεν σώζει κανέναν.

Εμπιστεύτηκα την επιστήμη του, γιατί δίψασα για γνώση. Μελέτησα, έψαξα, μάζεψα δεδομένα. Μα το μόνο που βρήκα ήταν αλαζονεία και αδιέξοδο. Η ψυχή μου δεν θεράπευσε τον πόνο της με εξισώσεις. Η πληγή μου δεν έπαψε να αιμορραγεί με θεωρίες.

Άνοιξα την ψυχή μου στην ψυχολογία, γιατί ήθελα θεραπεία. Μίλησα, εξομολογήθηκα, ανέλυσα. Μα το μόνο που πήρα ήταν ετικέτες. Διαγνώσεις χωρίς άφεση, αναλύσεις χωρίς λύτρωση. Ήταν σαν να έβαζα τα τραύματά μου στο μικροσκόπιο, αλλά κανείς δεν τα άγγιζε με αγάπη.

Γοητεύτηκα από τον μυστικισμό, γιατί λαχτάρησα φως. Δοκίμασα τις τελετές, τις πρακτικές, τα «μυστικά». Μα βρέθηκα σε πιο βαθύ σκοτάδι. Το φως τους ήταν καθρέφτης που με τύφλωνε. Το μόνο που έβλεπα ήταν τον εαυτό μου, κι αυτός δεν έσωζε.

Πίστεψα στις εξουσίες, γιατί ήθελα τάξη. Ψήφισα, υπάκουσα, στήριξα. Μα η εξουσία ζητούσε αίμα, ζητούσε υπακοή, ζητούσε την ψυχή μου. Το κράτος έγινε θρησκεία, κι εγώ θυσίασα σιωπηλά χωρίς να το καταλάβω.

Κυνήγησα τον πλούτο, γιατί ήθελα ασφάλεια. Δούλεψα, αγωνίστηκα, μάζεψα. Μα όσο περισσότερο είχα, τόσο πιο πολύ φοβόμουν. Το χρήμα δεν με γέμισε· με άδειασε. Δεν με στήριξε· με έπνιξε.

Βυθίστηκα στην τεχνολογία, γιατί ήθελα επικοινωνία. Έγραψα, μίλησα, μοιράστηκα. Μα η φωνή μου αντηχούσε σε κενό. Οι «φίλοι» ήταν σκιές, οι συνομιλίες θόρυβος. Αντί να νιώθω πιο κοντά, ένιωθα πιο μόνος.

Ζήτησα ομορφιά στην τέχνη και στον πολιτισμό. Θαύμασα, συγκινήθηκα, ύψωσα την καρδιά μου. Μα η συγκίνηση έσβησε γρήγορα, κι έμεινα πάλι στο κενό. Η ομορφιά χωρίς Χριστό ήταν όνειρο που ξυπνώντας γίνεται σκόνη.

Και στον καθημερινό βίο, σε μικρά και μεγάλα, έστησα μικρά θυσιαστήρια. Στην οικογένεια, στη δουλειά, στις σχέσεις. Ζήτησα αγάπη, αλλά συχνά βρήκα εξουσία. Ζήτησα ανάπαυση, αλλά βρήκα εξουθένωση. Ζήτησα χαρά, αλλά έπεσα σε κενά.

Αυτή είναι η μαρτυρία της ψυχής μου: έζησα μέσα στους σχιζοφρενικούς ναούς του κόσμου. Τους υπηρέτησα, τους πίστεψα, τους λάτρεψα. Και με κατέστρεψαν. Με άφησαν γυμνό, πληγωμένο, διχασμένο.

Αλλά μέσα σε εκείνη τη γύμνωση, άκουσα ξανά τη φωνή του Χριστού. Όχι σαν θεωρία, όχι σαν ιδέα, αλλά σαν Πρόσωπο ζωντανό. Εκείνος δεν μου ζήτησε θυσία· έγινε ο Ίδιος θυσία για μένα. Δεν με έδεσε με νόμους· με λύτρωσε με Χάρη. Δεν μου υποσχέθηκε ψευδο-φως· μου έδωσε Ανάσταση.

Αυτή είναι η διαφορά. Όλοι οι ναοί του κόσμου είναι σχιζοφρενικοί· σε διχάζουν, σε πνίγουν, σε σβήνουν. Ο Ναός του Χριστού είναι αληθινός· σε ενώνει, σε θεραπεύει, σε ανασταίνει. Κι εγώ, μέσα από τα ερείπια, επέστρεψα σε Αυτόν.

Επίλογος

1. Η Μεγάλη Σάλπιγγα

Φτάσαμε στο τέλος της πορείας μέσα στους σχιζοφρενικούς ναούς του κόσμου. Είδαμε τις θρησκείες, τις ιδεολογίες, την επιστήμη, την ψυχολογία, τον μυστικισμό, τις εξουσίες, τον πλούτο, την τεχνολογία, την τέχνη, τον πολιτισμό, τον καθημερινό βίο. Όλοι τους στάθηκαν μπροστά μας σαν ναοί που υπόσχονται, αλλά δεν σώζουν. Ναοί που ζητούν θυσίες, αλλά δεν χαρίζουν ζωή. Κι η ψυχή, περιπλανώμενη από τον έναν στον άλλο, κατέληξε πιο διχασμένη, πιο πληγωμένη, πιο μόνη.

Τώρα όμως, στο κατώφλι του τέλους, πρέπει να ακουστεί η Μεγάλη Σάλπιγγα. Όχι για να θυμηθούμε απλώς τις πληγές, αλλά για να αναγγείλουμε την αλήθεια: ο κόσμος είναι ναός σχιζοφρενικός, μα ο Χριστός είναι ο Ναός ο αληθινός. Όλα όσα ζήσαμε, όλα όσα αναλύσαμε, όλα όσα πονέσαμε, συγκλίνουν σε αυτό το σημείο: υπάρχει μόνο μία Λειτουργία που σώζει, κι αυτή είναι του Σταυρού και της Ανάστασης.

Η Σάλπιγγα δεν είναι δικό μου όπλο· είναι δώρο Θεού. Είναι η φωνή που ξυπνά τη μνήμη του Ναού μέσα μας. Είναι ο ήχος που σκίζει τον θόρυβο των ψευδο-λατρειών και φανερώνει την αλήθεια. Δεν μπορείς να σταθείς αδιάφορος μπροστά της. Ή θα ακολουθήσεις το φως της, ή θα επιστρέψεις στη σχιζοφρένια. Η ουδετερότητα δεν υπάρχει.

Σαλπίζω λοιπόν με όλη τη δύναμη της ψυχής μου: ο κόσμος δεν είναι κόσμος· είναι ναός. Και κάθε ναός χωρίς Χριστό είναι σχιζοφρενικός. Δεν υπάρχουν «ουδέτερες» περιοχές, δεν υπάρχουν ασφαλείς ζώνες. Ό,τι αγγίζει την ψυχή μας είναι λατρεία· και αν δεν είναι λατρεία Θεού, είναι λατρεία δαιμόνων.

Η Μεγάλη Σάλπιγγα είναι κάλεσμα. Κάλεσμα επιστροφής, κάλεσμα αφύπνισης, κάλεσμα ανάστασης. Δεν λέει απλώς «φυλαχτείτε»· λέει «επιστρέψτε». Δεν λέει απλώς «προσέξτε τα ψεύδη»· λέει «λάβετε την αλήθεια». Δεν λέει απλώς «οι ναοί είναι σχιζοφρενικοί»· λέει «ο Ναός του Χριστού είναι ανοιχτός».

Το νιώθω μέσα μου σαν φωτιά: όλη η πορεία μου μέσα στους ψευδο-ναούς δεν ήταν τυχαία. Ήταν αναγκαία, για να καταλάβω το βάθος της πλάνης και το μεγαλείο της αλήθειας. Αν δεν είχα ζήσει τα ψεύδη τους, ίσως να μην αναγνώριζα την καθαρότητα του Χριστού. Αν δεν είχα γευτεί την πίκρα τους, ίσως να μην εκτιμούσα το γλυκύ της χάρης Του. Αν δεν είχα σταθεί σε ερείπια, ίσως να μην είχα δει τον Ναό που δεν γκρεμίζεται.

Γι’ αυτό η Μεγάλη Σάλπιγγα δεν είναι φωνή πικρίας, αλλά μαρτυρία χαράς. Ναι, ο κόσμος είναι σχιζοφρενικός ναός. Ναι, οι άνθρωποι συνεχίζουν να τρέχουν σε ψευδο-θυσιαστήρια. Μα η αλήθεια παραμένει: ο Χριστός ανέστη. Ο Ναός Του δεν πέφτει. Κι όποιος μπει μέσα Του, δεν θα νιώσει πια σχίσμα, αλλά ενότητα· δεν θα νιώσει κενό, αλλά πληρότητα· δεν θα νιώσει θάνατο, αλλά ζωή.

Η Μεγάλη Σάλπιγγα ηχεί λοιπόν για όλους· αλλά πρώτα ηχεί για μένα. Να μη ξεχάσω, να μη χαθώ, να μην επιστρέψω στους ψευδο-ναούς. Να θυμάμαι κάθε μέρα ότι η ψυχή μου είναι φτιαγμένη για έναν μόνο Ναό: τον Χριστό. Κι εκεί, και μόνο εκεί, βρίσκει την ειρήνη της.

2. Η Κατάρρευση των Ψευδο-Ναών

Οι ναοί του κόσμου μοιάζουν αιώνιοι. Οι θρησκείες με τις ρίζες τους σε αιώνες, τα κράτη με τις σημαίες τους, οι ιδεολογίες με τα μανιφέστα τους, οι επιστήμες με τα βιβλία τους, οι τεχνολογίες με τα δίκτυά τους. Όλα φαίνονται αμετακίνητα, ακλόνητα. Μα η αλήθεια είναι πως όλοι τους είναι καταδικασμένοι να πέσουν. Γιατί ό,τι δεν χτίζεται στον Χριστό, είναι κατασκευή ανθρώπινη· κι ό,τι χτίζεται χωρίς Θεό, κουβαλά μέσα του τον σπόρο της φθοράς.

Η ιστορία είναι γεμάτη ερείπια. Ναοί αρχαίοι που κάποτε φάνταζαν ακατάλυτοι, τώρα στέκονται μισογκρεμισμένοι, μάρτυρες μιας δόξας που έσβησε. Αυτοκρατορίες που έλεγαν πως θα διαρκέσουν αιώνια, τώρα είναι κεφάλαια σε βιβλία. Ιδεολογίες που υπόσχονταν λύτρωση, τώρα αναφέρονται ως παραδείγματα αποτυχίας και αίματος. Κι όμως, οι άνθρωποι συνεχίζουν να χτίζουν νέους ναούς, σαν να μην έμαθαν τίποτα από τα ερείπια που τους περιβάλλουν.

Οι ψευδο-ναοί καταρρέουν για δύο λόγους. Πρώτον, γιατί είναι φτιαγμένοι από ψεύδος. Και το ψεύδος, όσο κι αν φτιασιδώνεται, δεν αντέχει τον χρόνο. Η αλήθεια πάντα το ξεσκεπάζει. Δεύτερον, γιατί ζητούν θυσίες που δεν μπορούν να ανταμείψουν. Ο άνθρωπος κουράζεται να θυσιάζει σε θεούς που δεν τον σώζουν. Και κάποια στιγμή, είτε από πείνα είτε από οργή είτε από ξύπνημα, οι ψευδο-ναοί γκρεμίζονται.

Το βλέπουμε και σήμερα. Ο ναός του πλούτου τρέμει κάθε φορά που έρχεται κρίση. Ο ναός της επιστήμης παραπαίει όταν φαίνονται τα όριά του. Ο ναός της τεχνολογίας αποκαλύπτει το κενό του όταν η ψυχή παραμένει μόνη. Ο ναός της εξουσίας καταρρέει όταν οι λαοί ξεσηκώνονται. Κι όσο κι αν οι ισχυροί τρέχουν να μπαλώσουν τα ρήγματα, η κατάρρευση είναι αναπόφευκτη.

Το έζησα και προσωπικά. Οι ψευδο-ναοί που στήριξα στη ζωή μου έπεσαν ένας ένας. Κι εγώ, που πίστευα ότι κρατιέμαι από κάτι σταθερό, βρέθηκα να στέκομαι σε ερείπια. Μα ήταν μέσα σε αυτά τα ερείπια που άκουσα καθαρά τη φωνή του Χριστού. Γιατί όταν όλα καταρρέουν, μόνο Εκείνος μένει.

Η κατάρρευση των ψευδο-ναών δεν είναι μόνο κρίση· είναι ευκαιρία. Είναι η στιγμή που η ψυχή μπορεί να δει καθαρά ότι όλα τα άλλα είναι πρόσκαιρα. Είναι η στιγμή που μπορεί να στραφεί στον Ναό που δεν πέφτει. Γιατί ο Ναός του Χριστού δεν είναι χτισμένος με ανθρώπινα χέρια· είναι χτισμένος με Σταυρό και Ανάσταση. Κι αυτός ο Ναός δεν έχει ρωγμές.

Η ψυχή που ακούει τη Μεγάλη Σάλπιγγα δεν τρομάζει όταν βλέπει ερείπια γύρω της. Γιατί ξέρει ότι τα ερείπια είναι αναγγελία: πως η ώρα του αληθινού Ναού πλησιάζει. Ο κόσμος θα κλονίζεται, οι ναοί θα πέφτουν, αλλά η αλήθεια θα μένει όρθια. Και η ψυχή, αν είναι δεμένη με τον Χριστό, θα σταθεί κι αυτή όρθια.

Η κατάρρευση των ψευδο-ναών είναι βεβαία. Το μόνο ερώτημα είναι: πού θα είσαι όταν πέσουν; Θα θάβεσαι μαζί τους ή θα στέκεσαι στο Φως του Χριστού; Θα τρέμεις για τα ερείπια ή θα χαίρεσαι για την ελευθερία που χαρίζει η πτώση τους; Αυτό είναι το κάλεσμα του επιλόγου: να διαλέξεις Ναό πριν όλα τα ψεύδη γκρεμιστούν.

3. Η Εξομολόγηση της Πίστης

Αφού περπάτησα μέσα στους ψευδο-ναούς, αφού ένιωσα την κατάρρευσή τους, τώρα δεν έχω τίποτα άλλο πιο αληθινό να προσφέρω από την εξομολόγηση της πίστης μου. Δεν είναι λόγια θεωρητικά, δεν είναι διακήρυξη ιδεολογική· είναι η καρδιά μου που μιλάει, μετά από πληγές, μετά από λάθη, μετά από αναστάσεις.

Ομολογώ: ο κόσμος είναι σχιζοφρενικός ναός. Δεν υπάρχει γωνιά του που να μην είναι διαποτισμένη από ψευδο-λατρεία. Ό,τι ονομάζεται «ουδέτερο» είναι ψέμα. Κάθε τι που μοιάζει αθώο, κρύβει μέσα του έναν ιερέα, ένα θυσιαστήριο, έναν ψευδο-θεό. Αυτή είναι η αλήθεια που με πλήγωσε και με ξύπνησε.

Ομολογώ: μέσα σε αυτούς τους ναούς στάθηκα κι εγώ ιερέας. Δεν είμαι απλός παρατηρητής. Πρόσφερα τον εαυτό μου σε είδωλα. Λάτρεψα θρησκείες, ιδεολογίες, επιστήμες, πλούτη, εξουσίες, σχέσεις. Κι όλα με άφησαν κενό. Το ομολογώ για να μην κρυφτώ πίσω από μάσκες. Γιατί μόνο η αλήθεια σώζει, κι η αλήθεια αρχίζει από το θάρρος να παραδεχτείς που προσκύνησες.

Ομολογώ: κανένας από αυτούς τους ναούς δεν μου έδωσε ζωή. Όλοι μου ζήτησαν θυσίες, αλλά κανείς δεν θυσιάστηκε για μένα. Όλοι μου ζήτησαν ψυχή, αλλά κανείς δεν μου χάρισε Χάρη. Όλοι μου υποσχέθηκαν φως, αλλά κανείς δεν νίκησε το σκοτάδι. Και τώρα το βλέπω καθαρά: μόνο ένας Ναός στέκει αληθινός, κι αυτός είναι ο Χριστός.

Η εξομολόγηση της πίστης δεν είναι ιδέα, είναι πρόσωπο. Δεν λέω απλώς ότι πιστεύω σε κάτι. Λέω ότι πιστεύω σε Εκείνον που ήρθε, που έπαθε, που σταυρώθηκε, που αναστήθηκε. Λέω ότι πιστεύω σε Εκείνον που με βρήκε μέσα στα ερείπια και μου έδωσε ζωή. Λέω ότι πιστεύω πως μόνο στο Σώμα Του βρίσκει η ψυχή μου ανάπαυση, μόνο στο Αίμα Του βρίσκει συγχώρεση.

Η εξομολόγηση είναι και υπόσχεση. Υπόσχομαι πως δεν θα σκύψω ξανά σε ψευδο-ναούς. Μπορεί να με δελεάσουν, μπορεί να με καλέσουν, μπορεί να με τρομάξουν. Μα εγώ ξέρω πια: είναι ερείπια. Και δεν θα δώσω ξανά την ψυχή μου σε ερείπια. Αν πέσω, θα σηκωθώ. Αν κλονιστώ, θα θυμηθώ. Αν αδυνατήσω, θα φωνάξω το όνομα του Χριστού. Γιατί Αυτός είναι ο μόνος Ναός που δεν προδίδει.

Η εξομολόγηση είναι και κάλεσμα. Δεν μιλώ μόνο για μένα, αλλά για όλους όσους νιώθουν το ίδιο κενό. Για όσους έτρεξαν σε ναούς του κόσμου και βρήκαν μόνο πληγές. Για όσους χόρτασαν από υποσχέσεις και πεινάνε ακόμη. Η πίστη δεν είναι προνόμιο λίγων· είναι πρόσκληση σε όλους. Ο Χριστός δεν είπε: «ἐλάτε όσοι τα καταφέρατε»· είπε: «ἐλάτε πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι».

Η εξομολόγηση της πίστης μου είναι το τέλος και η αρχή. Τέλος, γιατί εδώ σταματά η περιπλάνηση στους σχιζοφρενικούς ναούς. Αρχή, γιατί από εδώ ξεκινά η ζωή στον αληθινό Ναό. Είναι η απόφαση να μείνω, να ριζώσω, να μην ψάξω αλλού. Είναι η χαρά να ξέρω πως ο Θεός δεν ζητά πια θυσία από μένα, γιατί Εκείνος έγινε θυσία για μένα.

4. Η Ελπίδα της Ανάστασης

Αν όλα όσα ειπώθηκαν σ’ αυτό το έργο είχαν μόνο σκοτάδι, μόνο καταγγελία, μόνο αποκάλυψη ψευδο-ναών, τότε θα έμενε η ψυχή μας απελπισμένη. Μα το τέλος δεν είναι η κατάρρευση· το τέλος είναι η Ανάσταση. Ο κόσμος μπορεί να είναι σχιζοφρενικός ναός, μα μέσα σε αυτόν μπήκε Εκείνος που είναι η Ζωή. Και επειδή μπήκε Εκείνος, η ιστορία δεν τελειώνει με ερείπια, αλλά με φως.

Η ελπίδα της Ανάστασης δεν είναι ευχή. Δεν είναι ψυχολογικό καταφύγιο, μια σκέψη για να παρηγορηθούμε. Είναι γεγονός. Στάθηκε ο Χριστός μέσα στον ίδιο τον ναό του θανάτου, κατέβηκε στον Άδη, κι εκεί που όλα έμοιαζαν τελεσίδικα, εκεί αντήχησε η Σάλπιγγα της Ζωής. Ανέστη. Κι από τότε τίποτα δεν είναι οριστικά χαμένο.

Αυτό είναι το θεμέλιο της ελπίδας μας: ότι ακόμη κι αν ο κόσμος καταρρεύσει, ακόμη κι αν όλοι οι ψευδο-ναοί πέσουν πάνω μας, υπάρχει Ναός που δεν γκρεμίζεται. Κι αυτός ο Ναός είναι η Ανάσταση. Όσο η Ανάσταση είναι αληθινή, κανένας ψευδο-ναός δεν έχει τον τελευταίο λόγο.

Η ελπίδα της Ανάστασης είναι και προσωπική. Δεν μιλά μόνο για το τέλος του κόσμου, αλλά για το τέλος του καθενός μας. Για κάθε στιγμή που πέφτω, που γκρεμίζομαι, που νομίζω πως όλα τέλειωσαν. Εκεί, μέσα στα προσωπικά μου ερείπια, η φωνή του Χριστού αντηχεί: «Σήκω. Δεν είναι το τέλος. Εγώ είμαι η Ανάσταση.» Και κάθε φορά που Τον ακούω, σηκώνομαι ξανά.

Η ελπίδα της Ανάστασης είναι και παγκόσμια. Ο κόσμος σήμερα μοιάζει να βυθίζεται σε σκοτάδι, να παραδίδεται σε δυνάμεις που χτίζουν νέους ψευδο-ναούς. Μα ξέρω πια ότι όλα αυτά θα πέσουν. Και ξέρω πως όσο κι αν εξαπλωθεί η σχιζοφρένεια, η Ανάσταση θα λάμψει στο τέλος. Γιατί η ιστορία δεν γράφεται από τους ισχυρούς· γράφεται από τον Αναστημένο.

Το νιώθω μέσα μου σαν ανάσα: ό,τι κι αν χάσαμε, ό,τι κι αν θρηνήσαμε, ό,τι κι αν κατέρρευσε, δεν χάθηκε για πάντα. Γιατί στην Ανάσταση του Χριστού βρίσκεται η εγγύηση πως και η δική μας ζωή, και οι δικοί μας νεκροί, και τα δικά μας ερείπια, μπορούν να σηκωθούν. Αυτό δεν είναι παρηγοριά· είναι υπόσχεση.

Η ελπίδα της Ανάστασης είναι το αντίθετο της σχιζοφρένειας. Γιατί εκεί που ο κόσμος σε διχάζει, ο Χριστός σε ενώνει. Εκεί που ο κόσμος σε αφήνει άδειο, ο Χριστός σε γεμίζει. Εκεί που ο κόσμος σε οδηγεί στον θάνατο, ο Χριστός σου δίνει Ζωή. Και αυτή η Ζωή δεν είναι μελλοντική υπόσχεση· είναι παρούσα πραγματικότητα. Τη γεύομαι κάθε φορά που κοινωνώ, κάθε φορά που προσεύχομαι, κάθε φορά που αγαπώ με αλήθεια.

Δεν φοβάμαι πια την κατάρρευση. Γιατί η ελπίδα μου δεν είναι στους ναούς του κόσμου· είναι στον Ναό του Χριστού. Κι Αυτός ο Ναός είναι άδειος τάφος — άδειος γιατί νικήθηκε ο θάνατος. Εκεί είναι το μυστήριο όλης της ζωής: το κενό μνημείο που έγινε πηγή πληρότητας και αιώνιας σωτηρίας.

Αυτή είναι η ελπίδα που κρατώ, η ελπίδα που μαρτυρώ, η ελπίδα που θέλω να αφήσω σαν σάλπιγγα μέσα σε κάθε ψυχή: ο κόσμος μπορεί να είναι σχιζοφρενικός ναός, μα ο Χριστός είναι η Ανάσταση. Και όποιος πιστέψει σε Αυτόν, δεν θα μείνει στα ερείπια, αλλά θα αναστηθεί μαζί Του.

5. Η Επιστροφή στον Αληθινό Ναό

Όλη η πορεία μέσα στους σχιζοφρενικούς ναούς του κόσμου θα ήταν απελπισία αν δεν υπήρχε επιστροφή. Μα υπάρχει. Ο δρόμος είναι ανοιχτός· κι αυτός ο δρόμος είναι ο Χριστός. Δεν μας αφήνει να χαθούμε στα ψευδο-θυσιαστήρια· μας καλεί πίσω στον αληθινό Ναό.

Η επιστροφή δεν είναι απλή κίνηση· είναι μετάνοια. Δεν σημαίνει μόνο να φύγεις από τους ψευδο-ναούς· σημαίνει να στραφείς προς Εκείνον που είναι ο Ναός. Γιατί μπορεί να απορρίψεις τις ψευδο-λατρείες, αλλά αν δεν στραφείς στον Χριστό, θα μείνεις στο κενό. Και το κενό γρήγορα γεμίζει πάλι με ψέματα.

Ο αληθινός Ναός δεν χτίζεται με πέτρες, δεν έχει τοίχους, δεν έχει όρια. Είναι το Σώμα του Χριστού, η Εκκλησία Του. Εκεί δεν υπάρχουν ψευδο-ιερείς που απαιτούν αίμα· υπάρχει ο Αρχιερέας που πρόσφερε το δικό Του Αίμα. Εκεί δεν υπάρχουν θυσίες που εξαντλούν· υπάρχει μία θυσία που δίνει ζωή. Εκεί δεν υπάρχει διχασμός· υπάρχει ενότητα.

Η επιστροφή στον αληθινό Ναό είναι η επιστροφή στην αλήθεια του προσώπου. Όχι πια άτομο που περιπλανιέται σε λαβύρινθους, αλλά μέλος ζωντανό που ανήκει σε σώμα. Όχι πια ψυχή διχασμένη ανάμεσα σε διαγνώσεις, σε θεωρίες, σε ιδεολογίες· αλλά ψυχή που αναπαύεται στην αγκαλιά του Πατέρα. Όχι πια λατρεία σε ψεύτικους θεούς, αλλά προσκύνηση στον μόνο αληθινό Θεό.

Το έζησα στην πιο βαθιά μου πληγή. Όταν οι ψευδο-ναοί έπεσαν, έμεινα μόνος. Και μέσα σε εκείνη τη μοναξιά, στράφηκα προς τον Χριστό. Δεν είδα φανταχτερά οράματα· είδα σταυρό. Δεν άκουσα υποσχέσεις φτηνού φωτός· άκουσα «Δεῦτε πρός με». Δεν ένιωσα να μου ζητά· ένιωσα να μου δίνει. Κι εκεί κατάλαβα: αυτός είναι ο αληθινός Ναός. Όχι γιατί εγώ τον διάλεξα, αλλά γιατί Εκείνος με δέχτηκε.

Η επιστροφή στον Ναό του Χριστού δεν σημαίνει φυγή από τον κόσμο· σημαίνει μεταμόρφωση του κόσμου. Ο αληθινός Ναός απλώνεται μέσα στη ζωή, στα μικρά και στα μεγάλα. Στην προσευχή, στη Θεία Λειτουργία, στη συγχώρεση, στη θυσία αγάπης. Εκεί η καθημερινότητα παύει να είναι σχιζοφρενικός ναός και γίνεται χώρος Θεού. Εκεί το φαγητό γίνεται ευχαριστία, η εργασία διακονία, οι σχέσεις κοινωνία.

Η επιστροφή είναι κι αγώνας. Γιατί οι ψευδο-ναοί δεν παραιτούνται εύκολα· σε καλούν ξανά, σε σαγηνεύουν, σε τρομάζουν. Μα η ψυχή που γεύτηκε τον αληθινό Ναό ξέρει: όλα τα άλλα είναι σκιές. Και δεν ανταλλάσσει την Ανάσταση με ψευδο-φώτα.

Η επιστροφή στον αληθινό Ναό είναι το τέλος κάθε σχιζοφρένειας. Γιατί εκεί η ψυχή παύει να ζει δίψυχα. Παύει να θυσιάζεται σε είδωλα και να μένει νηστική. Παύει να τρέχει σε λαβύρινθους και να γυρίζει πάντα στο ίδιο κενό. Εκεί βρίσκει την ενότητα που ποθούσε, την αγάπη που έψαχνε, τη ζωή που της έλειπε.

Και αυτή η επιστροφή δεν είναι μόνο για μένα. Είναι κάλεσμα για όλους. Γιατί ο Χριστός δεν ήρθε για λίγους εκλεκτούς· ήρθε για τον κόσμο όλο. Ο Ναός Του δεν έχει πόρτες κλειστές· έχει θύρα ανοιχτή. Και όποιος μπει, θα βρει ανάπαυση.

6. Η Τελική Ομολογία

Όλα όσα γράφτηκαν σε τούτο το κείμενο είναι δρόμοι που περπάτησα, πληγές που κουβάλησα, φωνές που με δίχασαν. Μα δεν τελειώνω με πληγές· τελειώνω με ομολογία. Γιατί αν η αρχή ήταν η σάλπιγγα που ξεσκέπασε τον κόσμο ως σχιζοφρενικό ναό, το τέλος είναι η φωνή που ομολογεί: υπάρχει μόνο ένας Ναός αληθινός, ο Χριστός.

Ομολογώ λοιπόν μπροστά σε κάθε ψευδο-ιερέα, μπροστά σε κάθε ιδεολογία, μπροστά σε κάθε εξουσία, μπροστά σε κάθε πνεύμα που ψιθυρίζει ψεύδος: δεν σας ανήκω. Μπορεί να πέρασα από τα θυσιαστήριά σας, μπορεί να έσκυψα για λίγο, μπορεί να πληγώθηκα από τα δεσμά σας. Μα τώρα ξέρω: είστε ερείπια. Δεν έχετε ζωή, δεν έχετε Ανάσταση, δεν έχετε Χριστό.

Ομολογώ πως η ψυχή μου είναι φτιαγμένη για τον αληθινό Ναό. Δεν ησυχάζει σε καμία άλλη αυλή, δεν ξεδιψά σε κανένα άλλο ποτήρι, δεν αναπαύεται σε κανένα άλλο κρεβάτι. Η ψυχή μου βρίσκει ειρήνη μόνο στον Χριστό. Και γι’ αυτό διακηρύσσω: «Ἐν τῷ οἴκῳ Κυρίου κατοικήσω εἰς μακρότητα ἡμερῶν.»

Η τελική ομολογία δεν είναι θρίαμβος δικός μου· είναι νίκη Εκείνου. Αν ήμουν μόνος, θα με κατάπιναν οι ψευδο-ναοί. Αν στηριζόμουν στη δύναμή μου, θα είχα χαθεί. Μα Εκείνος με κράτησε, Εκείνος με σήκωσε, Εκείνος με έφερε ως εδώ. Γι’ αυτό η ομολογία μου είναι ύμνος: «Οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός.»

Αυτή η ομολογία είναι και υπόσχεση. Υπόσχομαι πως δεν θα αφήσω τη μνήμη του Ναού να σβήσει μέσα μου. Υπόσχομαι πως θα θυμάμαι ότι ο κόσμος είναι γεμάτος ψευδο-θυσιαστήρια, αλλά η ψυχή μου δεν θα σκύψει ξανά σε αυτά. Υπόσχομαι πως ό,τι κι αν συμβεί, θα κρατήσω το Νήμα, θα φωνάζω το Όνομα, θα μένω κοντά στον Χριστό.

Η τελική ομολογία είναι και ελπίδα. Γιατί δεν μιλώ μόνο για μένα· μιλώ για όλους. Για κάθε ψυχή που νιώθει χαμένη μέσα στους σχιζοφρενικούς ναούς. Για κάθε άνθρωπο που προσφέρει τον εαυτό του σε είδωλα και βρίσκει μόνο κενό. Η ομολογία μου είναι μαρτυρία ότι υπάρχει δρόμος επιστροφής. Ότι ακόμη κι αν πέρασες από όλα τα ψεύδη, υπάρχει αλήθεια που σε περιμένει.

Ομολογώ λοιπόν: ο κόσμος είναι σχιζοφρενικός ναός. Μα ο Χριστός είναι ο Ναός της Αλήθειας. Και σ’ Αυτόν δίνω την ψυχή μου, σ’ Αυτόν παραδίδω την καρδιά μου, σ’ Αυτόν αφιερώνω το έργο μου. Γιατί μόνο Αυτός είναι αιώνιος.

Κι έτσι το κείμενο κλείνει όχι με σιωπή, αλλά με σάλπιγγα. Αυτή είναι η τελική μου ομολογία. Ο κόσμος θα συνεχίσει να στήνει ψευδο-ναούς, μα εγώ θα μένω στον αληθινό. Γιατί η Ανάσταση είναι το τελευταίο και αιώνιο «Αμήν» της ψυχής μου.

 

Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση του email σας δεν θα δημοσιευθεί.