Η ΝΕΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ – ΜΙΑ ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΠΛΑΝΗΣ

Για τις ψυχές που πονούν, για τους λίγους που μένουν, για Εκείνον που έρχεται. Ένας λόγος, που έγινε προσευχή με σιωπή, για έναν κόσμο που ξέχασε το έλεος και θεοποίησε το Εγώ. θα μιλήσουμε για Εκείνον που δεν διεκδίκησε τίποτα, κι όμως τα πρόσφερε όλα, και για κάθε αδελφό που πορεύεται γονυπετής, κρατώντας το δάκρυ της μετάνοιας και την πίστη της αγάπης. 

Προοίμιο

Σε τούτη την εποχή, ο κόσμος δεν χωρίζεται πια σε πιστούς και απίστους, αλλά σε εκείνους που λατρεύουν το «δικαίωμα» τους και σε εκείνους που προσκυνούν τον Θεό της Αγάπης και της Αλήθειας. Η νέα θρησκεία της εποχής δεν έχει ναούς, μυστηριακή ζωή ή Μεσσία· έχει όμως δόγματα, «ιερά δικαιώματα», αποστολή και φανατισμό. Δεν θυσιάζεται για τον πλησίον, αλλά απαιτεί ο πλησίον να θυσιαστεί στο όνομα της. Δεν πιστεύει στην αγάπη που καλύπτει πλήθος αμαρτιών, αλλά στο δικαίωμα να μην αναγνωρίζεται καν η αμαρτία. Αυτή η θρησκεία, καμουφλαρισμένη ειδωλολατρία, υψώνει το Εγώ στον θρόνο του Χριστού, μετατρέποντας το πρόσωπο σε μονάδα, τον άνθρωπο σε αριθμό, την ύπαρξη σε απαίτηση χωρίς προορισμό. Κι όμως, μέσα στη συντριπτική σιγή που σκεπάζει την Εκκλησία, ο Λόγος του Χριστού μένει ζωντανός, ψιθυρίζοντας:

«Όποιος θέλει να έρθει πίσω από μένα, ας απαρνηθεί τον εαυτό του, και ας σηκώσει τον σταυρό του, και ας με ακολουθεί.»

Η φωνή του δεν κραυγάζει, αλλά είναι ο ήχος λεπτού αέρος που σώζει.

Αυτή η μαρτυρία δεν γράφεται για να επιτεθεί ή να καταδικάσει, αλλά για να αφυπνίσει.

Δεν γράφεται για να φοβίσει, αλλά για να δείξει τον δρόμο πίσω στο φως.

Εάν η εποχή λατρεύει το δικαίωμα, ας διακηρύξουμε με δάκρυ και παρρησία την επιστροφή στο έλεος, την ελευθερία που γεννιέται από την αγάπη, και την πίστη που σώζει όχι επειδή απαιτεί, αλλά επειδή προσφέρεται.

«Γιατί αν ο κόσμος σωθεί, δεν θα είναι από το δίκιο μας. Θα είναι από το έλεος Εκείνου που συγχώρεσε ακόμα και τον σταυρωτή του.» 

1. Το Χάσμα της Εποχής – Δικαίωμα ή Έλεος

Δεν είναι πια ζήτημα θρησκείας η ιδεολογίας είναι ζήτημα ύπαρξης:

Ποιος κυβερνά το πρόσωπο μου; ο εαυτός μου η ο Χριστός;

Το πρόταγμα της αγάπης αντικαταστάθηκε από το σύνθημα της διεκδίκησης.

Το «αγάπησε» ξεχάστηκε και τη θέση του πήρε το «απόκτησε αυτό που σου ανήκει».

Η διεκδίκηση, όταν αποκόπτεται από την αγάπη, γίνεται πνευματική βία και το έλεος, όταν λησμονείται, αφήνει πίσω του ανθρώπους-σκιές: πλάσματα χωρίς ρίζες, χωρίς συγχώρεση, χωρίς μνήμη Σταυρού. Κάποτε ο άνθρωπος σήκωνε το βλέμμα στον ουρανό και ρωτούσε:

«Ποιος είμαι;

Γιατί πονώ;

Ποιος με αγαπά;»

Περίμενε απαντήσεις, όχι από τον εαυτό του, αλλά από Εκείνον που γνωρίζει τα βάθη.

Σήμερα δεν ρωτά απαιτεί.

Δεν ακούει δηλώνει.

Δεν προσφέρει ζητά.

Ο Λόγος του Θεού, ο Ένας που σώζει, αντικαταστάθηκε από λόγια που δικάζουν·

Η πίστη, από αυτοπεποίθηση·

Η ταπείνωση, από περηφάνια·

Ο Θεός, από το Εγώ.

Η εποχή μας έπεισε ότι δεν χρειάζεται να αλλάξουμε, αλλά να επιβεβαιωθούμε. Ότι δεν χρειάζεται να αγαπήσουμε, αλλά να απαιτήσουμε. Έτσι, ενώ ο κόσμος μιλά για ελευθερία, δένεται με το δίκιο του· ενώ διακηρύσσει πρόοδο, ξεχνά τον Σταυρό· ενώ επικαλείται «αλήθειες», αρνείται τον Έναν Λόγο που σώζει. Όμως ο Χριστός, Εκείνος που είχε κάθε δικαίωμα να κρίνει τον κόσμο, επέλεξε να γίνει ο Κρινόμενος.

Δεν επιβλήθηκε προσφέρθηκε.

Δεν απαίτησε συγχώρεσε.

Δεν φώναξε ψιθύρισε το όνομα μας από τον Σταυρό. 

2. Η Νέα Θρησκεία του Δικαιώματος

Μια νέα θρησκεία έχει αναδυθεί· δεν έχει ναούς, αλλά έχει δόγματα.

Δεν έχει μυστήρια, αλλά έχει «αναφαίρετα δικαιώματα».

Δεν έχει Σταυρό, αλλά έχει «προσωπική αλήθεια».

Είναι μια θρησκεία χωρίς Θεό, μα με φανατισμό πιο άκαμπτο κι από τους αρχαίους ειδωλολάτρες.

Το κέντρο της δεν είναι ο Λόγος, αλλά το Εγώ.

Το δικαίωμα, αντί να λειτουργεί ως όριο προστασίας του αδύναμου, έχει γίνει όπλο επιβολής στα χέρια του ισχυρού.

Η γλώσσα της εποχής το φανερώνει:

Από το «σε ευχαριστώ» φτάσαμε στο «μου αξίζει».

Από το «σε συγχωρώ» στο «θα σε ακυρώσω».

Από το «ο Θεός να σε λυπηθεί» στο «έχω κάθε δικαίωμα».

Αυτό το νέο ευαγγέλιο της εποχής, χωρίς μετάνοια, χωρίς έλεος, χωρίς ταπείνωση, αντικαθιστά το αληθινό Ευαγγέλιο του Χριστού με μια καρικατούρα δικαιοσύνης χωρίς καρδιά, χωρίς πρόσωπο, χωρίς Ανάσταση.

Το πρόσωπο, το ιερό αποτύπωμα του Θεού στον άνθρωπο, χάνει τη μοναδικότητα του.

Από πρόσωπο γίνεται μονάδα·

από εικόνα Θεού, αριθμός.

Από καρδιά, γίνεται φωνή που φωνάζει, αλλά δεν ακούει.

Η αγάπη θεωρείται παρεξήγηση,

Η συγχώρεση αδυναμία,

Η παραίτηση από το δίκιο, υποταγή.

Και η ταπείνωση βαφτίζεται «σύνδρομο».

Ότι επιθυμεί ο άνθρωπος ανακηρύσσεται ιερό.

Το φύλο δεν είναι πλέον δημιουργία Θεού, αλλά προσωπική αυτοδήλωση.

Η ύπαρξη δεν ερμηνεύεται πια με το «είμαι», αλλά με το «νιώθω».

Έτσι, η εποχή υψώνει το Εγώ στον θρόνο του Χριστού, δημιουργώντας έναν καινούργιο Θεό: τον αυτόνομο άνθρωπο που δεν ζητά μετάνοια, αλλά επιβεβαίωση.

Αλλά ο Χριστός δεν είπε ποτέ: «Αυτοπροσδιορίσου».

Είπε: «να απαρνηθείς τον εαυτό σου.»

Δεν είπε: «Διεκδίκησε.»

Είπε : «σήκωσε το σταυρό σου.»

Αν το δόγμα του κόσμου είναι: «ό,τι νιώθεις, είναι η αλήθεια», τότε το Ευαγγέλιο του Χριστού είναι το αντίστροφο:

«Αλήθεια είναι Εκείνος όχι ό,τι νιώθεις και μόνο Εκείνος μπορεί να σε ελευθερώσει. » 

3. Η Διάλυση της Υπόστασης και η Αληθινή Ταυτότητα

Ο άνθρωπος της εποχής μας έχασε την υπόσταση του.

Δεν ξέρει ποιος είναι.

Δεν γνωρίζει γιατί υπάρχει, που πορεύεται, ποιον προσμένει.

Ζει ως χρήστης, όχι ως πρόσωπο.

Ως ψηφιακή συνείδηση, όχι ως εικόνα Θεού.

Η ταυτότητα δεν δίνεται πλέον από τον Δημιουργό, αλλά κατασκευάζεται από την κοινωνία η από την εφήμερη επιθυμία. Κι έτσι, χωρίς ρίζα, χωρίς ουσία, ο άνθρωπος δεν μπορεί να αγαπήσει, δεν μπορεί να μετανοήσει, δεν μπορεί να σωθεί γιατί δεν θυμάται ποιος είναι.

Ο κόσμος τον διαβεβαιώνει:

«Είσαι ο, τι θέλεις.»

Αλλά ο Χριστός του ψιθυρίζει: «Είσαι ό,τι αγάπησες. Κι Εγώ σε αγάπησα πρώτος.»

Ο άνθρωπος πλάθεται σήμερα σαν θεός μικρός:

Αλλάζει φύλο,

Όνομα,

Ιστορία,

Νόημα.

Προσπαθεί να κατασκευάσει μόνος του την ύπαρξη του,

Χωρίς Σταυρό,

Χωρίς Πατέρα,

Χωρίς Εκκλησία.

Λησμονεί όμως πως δεν είναι εκείνος που έπλασε τον Θεό, αλλά ο Θεός που τον έπλασε από αγάπη. Κι όμως, ακόμα κι αν έχει λησμονήσει την ιερή του αρχή, ο δρόμος της επιστροφής είναι ανοικτός. Όπως ο άσωτος υιός δεν σώθηκε επειδή είχε δίκιο, αλλά επειδή θυμήθηκε τον Πατέρα του και είπε: «θα σηκωθώ και θα επιστρέψω…»

Η σωτηρία δεν είναι επιβίωση.

Δεν είναι αυτοπραγμάτωση.

Είναι επιστροφή στην αλήθεια του εαυτού μας, που λέει:

«Είμαι παιδί σου, Κύριε. Ανήκω σε Σένα. Όχι στο Εγώ μου.»

Η Εκκλησία είναι το άγιο εκείνο σώμα που δεν ζει για να κρατήσει «συμφωνίες δικαίου», αλλά για να προσφέρει την Ανάσταση σε κάθε πρόσωπο. Όχι με λόγια επιβολής, αλλά με σιωπηλή θυσία, με συγχωρητική μνήμη, με φως που γεννιέται από τη συντριβή.

Και ρωτάμε με δέος: αν ο Χριστός δεν είχε απαρνηθεί το δικαίωμα του να κρίνει, ποιον από εμάς θα είχε σώσει;

Μα Αυτός… δεν διεκδίκησε.

Προσευχήθηκε για τους σταυρωτές του.

Έσκυψε και έπλυνε τα πόδια του προδότη.

Δώρισε Παράδεισο στον ληστή.

Κι έμεινε σιωπηλός μπροστά στους κατηγόρους του.

Κι αυτός είναι ο δρόμος του.

Ο δρόμος του Ελέους.

Ο δρόμος που μας ζητά να ακολουθήσουμε. 

4. Η Άρνηση του Σταυρού ο Χριστός του Ελέους

Ο Σταυρός είναι σκάνδαλο για την εποχή μας, όχι γιατί είναι ξύλο, αλλά γιατί απαιτεί θυσία. Γιατί μαρτυρεί ότι η σωτηρία δεν κερδίζεται, αλλά χαρίζεται. Κι αυτό, ο κόσμος δεν το αντέχει. Η νέα θρησκεία του δικαιώματος απορρίπτει κάθε έννοια σταυρωμένης αγάπης.

Δεν θέλει να πεθάνει για τον άλλον· θέλει να επιβληθεί στον άλλον.

Δεν αναγνωρίζει τη μετάνοια· ζητά επιβεβαίωση.

Δεν διδάσκει υπακοή· επιτάσσει αυθυπαρξία.

Ακόμα και ο Χριστός, αν τον αποδεχθεί, θα είναι ένας Χριστός ψυχολογικός όχι Θεάνθρωπος.

Ένας Χριστός ανοχής όχι Ανάστασης.

Κι όμως… ο Χριστός δεν ήρθε για να εκπληρώσει τις επιθυμίες μας, αλλά για να τις γκρεμίσει και να τις μεταμορφώσει σε νέο άγιο οικοδόμημα.

Σε έναν κόσμο που φωνάζει: «Εγώ!», ο Χριστός ψιθυρίζει: «Συγχώρησε.»

Εκείνος που είχε κάθε δικαίωμα να κρίνει τους πάντες, επέλεξε να γίνει ο Κρινόμενος.

Εκείνος που μπορούσε να απαιτήσει λατρεία, επέλεξε να πλύνει τα πόδια του προδότη.

Εκείνος που μπορούσε να διατάξει τη γη να σιωπήσει, επέλεξε να σιωπήσει μπροστά στους σταυρωτές του.

Ο Χριστός δεν φώναξε ποτέ «το δικαίωμα μου!»

Φώναξε μονάχα μία φορά κι ήταν πάνω στον Σταυρό:

«Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες;»

Και δεν το είπε για να κατηγορήσει, αλλά για να σηκώσει τη δική μας εγκατάλειψη.

Αυτή είναι η Οδός του Χριστού:

Η παραίτηση που σώζει.

Όχι η επιβολή που καταδικάζει.

Όχι η δύναμη του Εγώ, αλλά το έλεος του Προσώπου.

Όχι το «μου αξίζει», αλλά το «σε αγαπώ».

Είναι η Οδός του Ελέους.

Είναι η Οδός του Σταυρού.

Είναι η Οδός του Θεού. 

5. Η Εκκλησία του Κόσμου και η Εκκλησία του Χριστού

Η Εκκλησία δεν είναι διακοσμητικό θρησκευτικής μνήμης, ούτε οργανισμός ανθρώπινων πρωτοκόλλων. Η Εκκλησία είναι Σώμα Ζώντος Θεού. Όταν χωρίζεται από την Κεφαλή της, τον Χριστό, μένει απλώς ένα κέλυφος θρησκευτικό, συναισθηματικό, πολιτικό. Κι όμως, η Εκκλησία σήμερα

Θέλει να είναι αποδεκτή

Να μη θίξει,

Να μη λυπήσει,

Να μη σταθεί απέναντι στην εποχή.

Αλλά η Εκκλησία δεν ιδρύθηκε για να είναι συμβιβασμός. Ιδρύθηκε πάνω στο αίμα των Μαρτύρων και στη θυσία Εκείνου που δεν είχε «είδος ούτε κάλλος» και όμως ανέλαβε τον κόσμο.

Η Εκκλησία του κόσμου έχει διαχειριστές αντί για Προφήτες, ψάλτες που τραγουδούν την τέχνη αντί για την παρουσία της Βασιλείας, κληρικούς που προωθούν εαυτούς αντί να αφανίζονται στο φως του.

Έχει προγράμματα αλλά όχι δάκρυα.

Έχει υποδομές, αλλά όχι συντριβή.

Έχει κοινότητες, αλλά όχι σχέση με τον Ζωντανό Θεό.

Που είναι η Εκκλησία που αγαπά τον εχθρό της;

Που είναι η Εκκλησία που νηστεύει για ΕΚΕΙΝΟΥΣ που ΧΑΝΟΝΤΑΙ;

Που είναι η Εκκλησία που θρηνεί για τα δικά της πτώματα πίστης;

Ο εχθρός δεν είναι έξω.

Ο εχθρός βρίσκεται μέσα,

στους άμβωνες που υμνούν την ψυχολογική επιτυχία αντί για τη σωτηρία,

στα Άγια που γίνονται συνήθεια χωρίς φόβο Θεού και δάκρυ.

Κι όμως… η Εκκλησία του Χριστού δεν έχει χαθεί.

Ζει ακόμα στις σπηλιές των καθαρών,

στις καρδιές που δεν φωνάζουν, αλλά κλαίνε.

Στους ιερείς που κοινωνούν τον Λόγο με τρόμο και ευλάβεια.

Στους μοναχούς που δεν διαφημίζονται, αλλά καίνε το σώμα τους με νηστεία.

Στους γονείς που μεγαλώνουν παιδιά για την αιωνιότητα και όχι για την επιτυχία.

Η Εκκλησία του Χριστού θα ξαναγίνει φως, όχι όταν έχει τις «σωστές θέσεις», αλλά όταν αγκαλιάσει και πονέσει για τις χαμένες ψυχές. Όχι όταν επιβάλλει κανόνες, αλλά όταν πεθάνει για τις καρδιές. Γιατί η αλήθεια δεν σώζει όταν δεν συνοδεύεται από έλεος. Και το έλεος χωρίς αλήθεια είναι συμβιβασμός. Μα όταν τα δυο ενωθούν, γίνεται Χριστός και Αυτός σώζει. 

6. Η Εκδίωξη της Αλήθειας και η Εποχή του Σχετικισμού και του Σταυρού

Στην εποχή μας, η Αλήθεια δεν πολεμιέται με επιχειρήματα· πολεμιέται με αποσιώπηση. Δεν την αντιμάχονται με διάλογο· την ακυρώνουν με ειρωνεία, την παρουσιάζουν ως απειλή. Ο Χριστός δεν σταυρώθηκε επειδή είπε ψέματα, σταυρώθηκε επειδή είπε την Αλήθεια. Ο κόσμος δεν θέλει την Αλήθεια, γιατί η Αλήθεια φανερώνει την Πλάνη. Και στην εποχή μας, η Πλάνη αγαπήθηκε έντυσε τον εαυτό της με επιστήμη, προοδευτισμό, ανθρώπινα δικαιώματα, και μπήκε στα σχολεία, στους ναούς, στις καρδιές.

Η σχετικότητα είναι το νέο δόγμα.

Ο Χριστός είναι πια «μία αλήθεια ανάμεσα σε πολλές».

Η αμαρτία είναι «επιλογή».

Η σωτηρία είναι «εσωτερική ψυχολογική ισορροπία».

Η μετάνοια είναι «τοξικότητα».

Ο Σταυρός είναι «σκοτεινή ανάμνηση» ενός κόσμου που τάχα ξεπέρασε τη θυσία.

Δεν διώκουν πλέον τον Χριστό με σπαθιά.

Τον διώκουν με λέξεις.

Τον σταυρώνουν με αποδοκιμασία.

Τον ενταφιάζουν με αδιαφορία.

Και μέσα σε αυτή την σιωπή, η Εκκλησία καλείται να επιλέξει:

Θα είναι λαμπάδα ή λάμπα LED;

Θα φωτίζει με τη Χάρη, ή θα αστράφτει με τη δόξα του κόσμου;

«Τι ΕΙΝΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑ ; » (Ιωάνν. 18:38), ρώτησε ο Πιλάτος κι ο Χριστός δεν απάντησε.

Γιατί ο Χριστός δεν εξηγείται· μαρτυρείται.

Η Αλήθεια δεν διδάσκεται μόνο με λέξεις, αλλά με ζωή, με αίμα, με ταπείνωση, με πόνο.

Και σήμερα, αν κάποιος τολμήσει να πει ότι:

Η αμαρτία είναι θάνατος,

Η συγχώρεση είναι σωτηρία,

Ο Χριστός είναι η μοναδική Οδός…

θα χλευαστεί,

θα περιθωριοποιηθεί,

θα «ακυρωθεί».

Μα το φως δεν χρειάζεται έγκριση.

Η Αλήθεια δεν χρειάζεται δημοσκοπήσεις.

Ο Λόγος ο σαρκωθείς έζησε, πέθανε, και αναστήθηκε όχι για να γίνει αποδεκτός, αλλά για να γίνει το Μέτρο της Σωτηρίας. Κι όταν φωνές μέσα στην Εκκλησία αρχίζουν να αλλοιώνουν τον Λόγο, να εκσυγχρονίζουν την Αλήθεια, να κρύβουν τον Σταυρό πίσω από την «αποδοχή», τότε η Εκκλησία σταυρώνεται ξανά όχι από τον κόσμο, αλλά από μέσα της. Η Αλήθεια δεν έχει ανάγκη υπεράσπισης· μόνο μάρτυρες χρειάζεται. Και μάρτυρες δεν είναι αυτοί που νίκησαν· είναι αυτοί που έμειναν πιστοί όταν όλοι οι άλλοι υποχώρησαν. 

7. Το Έλεος ως Πράξη και Κρίση η Δικαιοσύνη του Χριστού

Σε έναν κόσμο που θεοποίησε το Εγώ, που ύψωσε το «δικαίωμα» σε θεμέλιο ολόκληρων πολιτισμών, το Έλεος μοιάζει ακατανόητο. Γιατί το Έλεος δεν έχει ανταπόδοση. Δεν μετρά, δεν τιμολογεί, δεν κρατά λογαριασμό. Το Έλεος είναι σκανδαλώδες.

Δεν είναι «δίκαιο» να συγχωρείται ο άσωτος.

Δεν είναι «λογικό» να μπαίνει στον Παράδεισο ο ληστής.

Δεν είναι «ηθικό» να σταυρώνεται ο αθώος για χάρη των ενόχων.

Αλλά αυτό ακριβώς έκανε ο Χριστός.

Αυτό ακριβώς είναι η Σωτηρία. «να τους πεις:

Ζω εγώ, λέει ο Kύριος ο Θεός, δεν θέλω τον θάνατο του αμαρτωλού, αλλά να επιστρέψει ο ασεβής από τον δρόμο του, και να ζει· επιστρέψτε, επιστρέψτε από τους πονηρούς σας δρόμους· γιατί να πεθάνετε;» (Ιεζ. 33:11).

Στην Καινή Διαθήκη, το Έλεος δεν είναι μια αρετή είναι ο Λόγος που έγινε Σταυρός. Ο Χριστός δεν σταυρώθηκε για να αποδώσει δικαιοσύνη· σταυρώθηκε για να φανερώσει τον Πατέρα του, τον Πατέρα που δεν περιμένει το δίκιο, αλλά τρέχει πρώτος να αγκαλιάσει τον υιό που επέστρεψε.

Κι όμως, η θρησκεία του κόσμου μας διδάσκει το αντίθετο:

Ότι η συγχώρεση είναι αδυναμία.

Ότι το να ζητάς έλεος είναι ταπείνωση περιττή.

Ότι «δεν χρειάζομαι συγχώρεση, γιατί δεν έφταιξα».

Κι έτσι, η ψυχή στερεύει.

Χωρίς συγχώρεση, ο άνθρωπος γίνεται φυλακή του εαυτού του.

Χωρίς έλεος, ο κόσμος γίνεται κόλαση μεταμφιεσμένη σε πολιτισμό.

Χωρίς ταπείνωση, η καρδιά ξεχνά πως να αγαπά. ο Χριστός δεν μας λύτρωσε επειδή είχαμε δίκιο. Μας λύτρωσε παρά το άδικό μας. Κι όποιος σήμερα επιλέγει να τον ακολουθήσει, πρέπει να αφήσει πίσω το “δίκιο” του, το “δεν φταίω”, το “μου αξίζει”, και να πάρει τον δρόμο Εκείνου που συγχωρεί πριν του ζητήσουν, που αγαπά χωρίς αντάλλαγμα, που πεθαίνει για να ζήσει ο άλλος. Αυτός είναι ο Νόμος του Έλεους. Και αυτός ο Νόμος είναι και η κρίση της εποχής.

Θα κρατήσεις το δίκιο σου και θα χάσεις τον αδελφό σου;

Ή θα παραιτηθείς από το δίκιο και θα τον βρεις ξανά στον Χριστό;

«Mακάριοι αυτοί που ελεούν· επειδή, αυτοί θα ελεηθούν.» (Ματθ. 5:7).

Όχι οι δίκαιοι.

Όχι οι καθαροί.

Όχι οι ορθοί.

Αλλά οι ελεήμονες.

Γιατί ο κόσμος δεν θα σωθεί από το δικαστήριο.

Θα σωθεί από την αγκαλιά του Πατέρα. 

8. Η Ελευθερία της Αγάπης και οι Μυστικοί Αντιστασιακοί της Εποχής

Ο κόσμος διακηρύσσει πως ελευθερία σημαίνει «να κάνεις ό,τι θέλεις».

Να μη λογοδοτείς.

Να μην εξαρτάσαι.

Να μην αγαπάς, αν πρόκειται να πονέσεις.

Όμως ο Χριστός, ο Μόνος Αληθινά Ελεύθερος, μας έδειξε ότι ελευθερία δεν είναι το “να μπορώ να απομακρυνθώ”, αλλά το “να μπορώ να μείνω από αγάπη”.

Ελευθερία είναι να μπορείς να προσφέρεις χωρίς ανταπόδοση.

Να σταυρώνεσαι χωρίς να κρατάς κακία. να συγχωρείς χωρίς να έχεις απαίτηση μετάνοιας.

Να λες «ναι» στον Σταυρό γιατί γνωρίζεις ποια Ανάσταση έρχεται.

Η σύγχρονη ελευθερία είναι απομόνωση.

Η ευαγγελική ελευθερία είναι κοινωνία.

Ο κόσμος λέει: «μην αφήσεις κανέναν να σου πάρει τον χώρο σου».

Ο Χριστός λέει: «κάνε τόπο στον άλλον να ζήσει μέσα σου».

Η αγάπη δεν είναι μόνο συναίσθημα· είναι σταυρική απόφαση να θυσιαστείς για τον άλλον, όχι επειδή το αξίζει, αλλά επειδή εσύ θέλεις να αγαπήσεις. Κι εκείνοι που τολμούν να ζουν έτσι, εκείνοι που δεν φωνάζουν αλλά δακρύζουν, που δεν διεκδικούν αλλά προσφέρουν, είναι οι Μυστικοί Αντιστασιακοί της εποχής. Όχι επαναστάτες με συνθήματα, αλλά μάρτυρες του Ελέους με πληγές. Ζουν χωρίς να τους καταλαβαίνει ο κόσμος, αλλά κατανοούν τις πιο βαθιές ανάγκες των ψυχών.

Δεν ακούγονται στις αγορές, αλλά ο ουρανός γνωρίζει τα ονόματα τους.

Δεν προβάλλουν τον εαυτό τους, αλλά η παρουσία τους θεραπεύει, επειδή δεν ανήκει στον εαυτό τους.

«Επειδή, κατέβηκα από τον ουρανό, όχι για να κάνω το δικό μου θέλημα, αλλά το θέλημα εκείνου που με απέστειλε.» (Ιωάνν. 6:38).

Στην εποχή που η φωνή γίνεται κραυγή, ο Χριστός γίνεται ψίθυρος μέσα στην καρδιά.

Στην εποχή που το «δίκαιο» σημαίνει επιβολή, ο Χριστός δείχνει την Ελευθερία της Αγάπης:

να παραμένεις,

να συγχωρείς,

να σιωπάς,

να περιμένεις.

Όχι να νικάς.

Αλλά να υπάρχεις με τρόπο που να σώζει.

Και αυτό το φως το ταπεινό, το ήσυχο, το ματωμένο δεν το καταλαβαίνει το σκοτάδι. Γιατί δεν έμαθε ποτέ πως να πολεμά την Αγάπη.

«Και το φως μέσα στο σκοτάδι φέγγει, και το σκοτάδι δεν το κατέλαβε. » (Ιωάνν. 1:5). 

9. Η Πτώση των Λυχνιών και η Μικρή Πίστη το Ψίθυρισμα της Επιστροφής

Στην Αποκάλυψη, ο Ιωάννης βλέπει επτά λυχνίες· τις Εκκλησίες. Κάθε λυχνία λάμπει, αλλά κάθε μία απειλείται να σβήσει. Γιατί; Όχι επειδή κυνηγήθηκε απ έξω, αλλά επειδή ξέχασε την πρώτη της αγάπη.

«Θυμήσου, λοιπόν, από που ξέπεσες, και μετανόησε, και κάνε τα πρώτα έργα· ειδάλλως, έρχομαι σε σένα γρήγορα, και θα κινήσω τη λυχνία σου από τον τόπο της, αν δεν μετανοήσεις.» (Αποκ. 2:5)

Η Εκκλησία της Εφέσου είχε έργα, υπομονή, ακόμα και διάκριση. Αλλά έχασε την καρδιά της.

Η Εκκλησία της Λαοδικείας ήταν «ούτε ζεστή ούτε ψυχρή» και ο Χριστός λέει ότι θα την ξεράσει από το στόμα του.

Ποια Εκκλησία είμαστε εμείς;

Εκείνη που έχει προγράμματα, στατιστικά, επιτελεία, αλλά όχι Χριστό στο κέντρο;

Εκείνη που θέλει να αρέσει στον κόσμο περισσότερο από όσο θέλει να σώσει τον κόσμο;

Εκείνη που μιλά για ηθική, αλλά ξεχνά τη συγχώρεση που σώζει;

Η μεγαλύτερη απειλή δεν είναι η αμαρτία, αλλά η λήθη της πρώτης αγάπης.

Η λυχνία δεν σβήνει από τον άνεμο. Σβήνει όταν παύει να είναι πυρκαγιά εσωτερική.

Σήμερα, δεν διώκονται τόσο οι Εκκλησίες διώκεται η ζωή που καίει μέσα σε αυτές.

Και όμως… ο Χριστός δεν ζητά από εμάς τελειότητα. Ζητά πίστη. Πίστη όχι θορυβώδη, αλλά επίμονη. Όχι εντυπωσιακή, αλλά βασταγμένη με κόπο.

«Σας λέω, ότι θα αποδώσει το δίκιο τους γρήγορα. πλην, όταν έρθει ο yιος του ανθρώπου, θα βρει, άραγε, την πίστη επάνω στη γη;» (Λουκ. 18:8)

Δεν είπε: «θα βρω μεγάλες Εκκλησίες», ούτε: «θα βρω αγίους πλήθους».

Ρώτησε: θα βρω πίστη;

Πίστη που μένει όταν όλα καταρρέουν.

Πίστη που δεν εγκαταλείπει όταν δεν βλέπει σημάδια.

Πίστη που λέει: «Κύριε, δεν σε βλέπω, μα σε εμπιστεύομαι».

Όπως ο Νώε, που έχτισε Κιβωτό χωρίς βροχή.

Όπως ο Δανιήλ, που προσευχήθηκε μπροστά στα λιοντάρια.

Όπως η Παρθένος Μαρία, που είπε «ας γίνει» χωρίς να γνωρίζει που οδηγεί ο Ευαγγελισμός.

Αυτό είναι το μικρό υπόλοιπο, το άγιο σπέρμα που παραμένει όταν όλα σαλεύονται.

Δεν θα μας σώσει η δυναμική του πλήθους, αλλά η σιωπηλή εμμονή του λίγου.

Δεν θα κρατήσει τη λυχνία αναμμένη η διοίκηση, αλλά η μνήμη της πρώτης αγάπης, που ακόμα ψιθυρίζει: «σε αγαπώ, Κύριε. Και περιμένω». 

10. Το Αντίδωρο του Αντιχρίστου η Απάτη του να ανήκεις Χωρίς Θεό

Η ανθρωπότητα, πριν δεχτεί το χάραγμα, πεινά. Όχι απαραίτητα για υλικά αγαθά αλλά για ασφάλεια, αποδοχή, βεβαιότητα.

Πεινά για ένα “ανήκω κάπου” που δεν απαιτεί πίστη.

Για έναν «σωτήρα» που δεν σταυρώνεται.

Για ένα “φως” που δεν καίει μόνο απαλύνει τις ενοχές χωρίς να τις λυτρώνει.

Αυτή είναι η προετοιμασία του εδάφους για τον Αντίχριστο: όχι μέσα από βίαιη καταπίεση, αλλά μέσα από τεχνητή παρηγοριά.

Ο κόσμος προσφέρει αντίδωρα:

Τεχνολογική αθανασία αντί αιωνίου ζωής·

Κοινωνική επιβεβαίωση αντί αποδοχής από τον Πατέρα·

Νομιμοποίηση κάθε επιθυμίας αντί της αλήθειας που σώζει.

Ο Αντίχριστος δεν θα έρθει με πρόσωπο εχθρού, αλλά με μάσκα «σωτήρα». Θα μοιάζει με απάντηση στο χάος θα είναι, όμως, το τέλος της προσωπικής ελευθερίας.

Το πρόσωπο θα γίνει αριθμός.

Ο αριθμός θα γίνει ταυτότητα. και η ταυτότητα θα είναι ο έλεγχος. Όχι με εξαναγκασμό, αλλά με συγκατάθεση:

«Αφού είναι πιο εύκολο έτσι»,

«Αφού όλοι το κάνουν»,

«Αφού δεν πειράζει»…

Έτσι αρχίζει ο συμβιβασμός.

Όχι με δήλωση, αλλά με παραίτηση από την αλήθεια.

Ο Χριστός, όμως, ποτέ δεν επέβαλε το σφράγισμα του.

Δεν ζήτησε αριθμό. Ζήτησε καρδιά.

Δεν επέβαλε ένταξη. Πρόσφερε κλήση.

Και η αληθινή ένταξη δεν γίνεται με QR-code, αλλά με δάκρυ στον Ναό και Ευχαριστία στην Κοινωνία. Όταν ο κόσμος λατρεύει την ευκολία, η Εκκλησία θυμίζει το τίμημα. Όταν η εποχή προτείνει “συμμετοχή” χωρίς πίστη, το Ευαγγέλιο λέει:

«Εάν τις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν».

Και αν τελικά δεν ακολουθήσεις… ο Χριστός δεν θα σε κυνηγήσει να σε σφραγίσει.

Θα περιμένει.

Θα πονά.

Θα θρηνεί.

Αλλά δεν θα ακυρώσει την ελευθερία σου.

Ο κόσμος υπόσχεται αποδοχή με αντάλλαγμα την ψυχή.

Ο Χριστός ζητά ψυχή, όχι για να την καταπιεί αλλά για να την θεώσει.

Και όταν έρθει Εκείνος που θα απαιτήσει προσκύνηση, ο αληθινός πιστός δεν θα αρνηθεί να ζήσει στην έρημο.

Γιατί καλύτερα να πεινά ο κόσμος όλος παρά να χαθεί η ευλογία του να ανήκεις στον Χριστό. 

11. Η Αποκάλυψη της Αλήθειας Χριστός ή Εαυτός

Δεν είναι το αύριο που φέρνει την κρίσιμη ώρα.

Είναι το σήμερα.

Η στιγμή που στέκεσαι ενώπιον δύο δρόμων.

Ο ένας οδηγεί στον Χριστό,

Ο άλλος στο Εγώ.

Η Αποκάλυψη δεν είναι μόνο βιβλίο.

Είναι καθρέφτης.

Δεν είναι μόνο προφητεία για τις έσχατες ημέρες,

είναι κραυγή για τη σημερινή καρδιά.

Ο Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς είπε:

«η Αλήθεια νικά μόνη. και όταν μείνει μόνη, είναι πιο δυνατή απ όλους.»

Αυτή είναι η Αποκάλυψη: η στιγμή που η Αλήθεια αποκαλύπτεται, και η καρδιά καλείται να απαντήσει. Όχι με διακήρυξη, όχι με λόγια, αλλά με ζωή.

Ποιον θα ακολουθήσεις; τον Χριστό, που σε καλεί στην άρνηση του εαυτού;

Ή το Εγώ, που σε καλεί να αρνηθείς τον Χριστό;

Γιατί δεν υπάρχει τρίτος δρόμος. Ο Λόγος του δεν λέει:

«Ακολούθησέ με, αλλά κράτα και το θέλημα σου».

Λέει: «απαρνησάσθω εαυτόν».

Ο Εαυτός σου υπόσχεται βασιλεία χωρίς Σταυρό. Ο Χριστός προσφέρει Σταυρό με βασιλεία μέσα σου. Η νέα θρησκεία προσφέρει δικαίωση χωρίς αλήθεια, απαλλαγή χωρίς μετάνοια, ευλογία χωρίς αγώνα. Αλλά ο Χριστός δεν εξαγοράζει ψυχές τις σώζει με Σταυρό.

Εκείνος, που μπορούσε να κρίνει τον κόσμο, επέλεξε να γίνει ο Κρινόμενος.

Εκείνος, που είχε κάθε δικαίωμα να απαιτήσει λατρεία, επέλεξε να πλύνει τα πόδια του προδότη.

Εκείνος, που μπορούσε να σταματήσει τον πόνο, επέλεξε να τον σηκώσει ως Σωτήρας. κι όταν φώναξε από τον Σταυρό: «Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες;», δεν το είπε για να κατηγορήσει, αλλά για να σηκώσει τη δική μας εγκατάλειψη.

Αυτή είναι η Αλήθεια: ο Χριστός δεν ζητά να αποδείξεις τίποτε. Ζητά μόνο να τον ακολουθήσεις. Όχι γιατί στο αξίζεις. Αλλά γιατί σε αγαπά. Ακόμα κι όταν Εσύ τον απορρίπτεις. Και σήμερα; η φωνή του μένει η ίδια:

«Έλθετε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι… »

Όχι: «Ελάτε όσοι έχετε δίκιο».

Όχι: «Ελάτε όσοι είστε σωστοί».

Αλλά: ελάτε εσείς που πονάτε, που βαραίνετε, που αποτύχατε.

Χριστός ή Εαυτός;

Το ερώτημα δεν είναι ρητορικό. Είναι σωτήριο.

Ο Εαυτός σε κρατά στην ανακύκλωση της αδικίας.

Ο Χριστός σε σηκώνει στην καινή ζωή.

Ο Εαυτός σε οδηγεί σε δικαστήρια και απαιτήσεις.

Ο Χριστός σε οδηγεί σε παραδείσους και συγχωρήσεις.

Αν σήμερα ακούσεις τη φωνή του, μην σκληρύνεις την καρδιά σου.

Δεν ζητά πολλά.

Ζητά το όλον σου.

Και το ανταλλάσσει με Αιωνιότητα. 

12. Η Μαρτυρία του Ελέους. Εκεί όπου το τέλος δεν είναι διεκδίκηση, αλλά συγχώρεση

Στην καρδιά του κόσμου που φωνάζει, απαιτεί, εξουσιάζει και θυμώνει, στην εποχή όπου η συγχώρεση θεωρείται ήττα και η παραίτηση από το δικαίωμα θεωρείται ανοησία, η φωνή του Ελέους παραμένει ήσυχη, σταθερή.

Άκαμπτη σαν φλόγα που δεν σβήνει.

Δεν επιβάλλεται.

Δεν διαλαλεί.

Δεν κραυγάζει στους δρόμους.

Απλώς στέκει.

Και περιμένει.

«Εσύ, όμως, όταν προσεύχεσαι, μπες μέσα στο ταμείο σου, και, αφού θα έχεις κλείσει την πόρτα σου, προσευχήσου στον Πατέρα σου που είναι στον κρυφό χώρο· και ο Πατέρας σου που βλέπει στον κρυφό χώρο, θα σου ανταποδώσει στα φανερά.» (Ματθ. 6:6).

Το Έλεος δεν είναι πολιτικό εργαλείο,

Δεν είναι κατηγορία,

Δεν είναι ιδεολογία.

Είναι ο τρόπος του Θεού.

Και ο τρόπος του έγινε άνθρωπος.

Και περπάτησε ανάμεσά μας.

Και συγχώρησε πρώτα τους σταυρωτές του, πριν αναστηθεί για τους φίλους του.

Αν υπάρχει ένα μέτρο αληθινής πίστης σήμερα, δεν είναι πόσες αλήθειες υπερασπιζόμαστε, αλλά πόσους συγχωρούμε, πόσο αγαπάμε, πόσο περιμένουμε τον άλλο να επιστρέψει.

Η νέα θρησκεία δεν συγχωρεί· επιλέγει, απορρίπτει, διαγράφει.

Η συγχώρεσή της είναι υπολογισμένη, και η καρδιά της λειτουργεί σαν λογιστικό φύλλο.

Όμως ο Χριστός δεν λογάριασε.

Δεν είπε «σου αξίζει» η «δεν σου αξίζει».

Είπε: «σε διαβεβαιώνω, σήμερα θα είσαι μαζί μου στον παράδεισο.» (Λουκ. 23:43).

Το έλεος δεν είναι εύκολο.

Είναι σταυρός.

Αλλά είναι και ανάσταση.

Δεν είναι παραίτηση από την αλήθεια.

Είναι η υπέρβαση της αδικίας με την καρδιά του Θεού.

Γιατί Εκείνος δεν σταυρώθηκε για να αποδείξει ότι είχε δίκιο. Αλλά για να δείξει ότι η Αγάπη έχει τον τελευταίο λόγο.

Η Εκκλησία θα ξαναγίνει φως όχι όταν κρατήσει τις σωστές θέσεις, αλλά όταν πονέσει για τις χαμένες ψυχές.

Όταν δεν δικαιωθεί, αλλά προσφέρει Ανάσταση.

Όταν δεν φωνάξει «το δίκιο μας!», αλλά ψιθυρίσει «το έλεός Σου… ».

Στο τέλος, δεν θα μείνει τίποτε άλλο.

Όχι επειδή δεν υπήρξε μάχη.

Αλλά επειδή το Έλεος του Χριστού θα είναι η τελική Νίκη.

Όπως είπε ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος:

«Η ελεήμων καρδιά είναι φωτιά που καίει για όλους τους ανθρώπους, για τα ζώα, για τα πουλιά, για τα ερπετά… και από το μεγάλο και απέραντο έλεος χύνονται δάκρυα για όλη την κτίση.»

Αυτή είναι η Μαρτυρία του Ελέους:

Να καίγεται η καρδιά για τον κόσμο, χωρίς να καταπίνει κανέναν η φωτιά της κρίσης.

Να σώσεις όχι με τη φωνή σου, αλλά με την παρουσία σου.

Όχι με το «έχω δίκιο», αλλά με το «σε συγχωρώ».

Και τότε, η έσχατη λέξη θα είναι η συγχώρεση. 

Επίλογος «η έσχατη λέξη δεν θα είναι η διεκδίκηση… »

Κοιτάζοντας πίσω, στις λέξεις που γράφτηκαν με δάκρυ και προσευχή, δεν ακούγεται καμία κραυγή. Μόνο ένας ψίθυρος:

Το Έλεός σου, Κύριε.

Δεν διεκδικήσαμε να φανεί η φωνή μας.

Ούτε να νικήσουμε με επιχειρήματα.

Ούτε να υπερασπιστούμε την πίστη μας με οργή.

Διαλέξαμε να σιωπήσουμε για να ακουστεί Εκείνος.

Γιατί η έσχατη λέξη δεν ανήκει σε μας.

Δεν ανήκει στο δίκαιο, στην κρίση, στην επιχειρηματολογία.

Ανήκει στη συγχώρεση.

Ανήκει σε εκείνον τον ψίθυρο που βγαίνει μέσα από πληγωμένη καρδιά και λέει:

«Συγχώρεσέ τους… δεν ξέρουν τι κάνουν».

Ανήκει στην Εκκλησία που στέκεται γονατιστή, όχι με πανό, αλλά με χέρια υψωμένα στην προσευχή.

Ανήκει σε εσένα, αδελφέ, που ακόμη και όταν σου αφαίρεσαν τη φωνή, επέλεξες να απαντήσεις με την προσφορά της καρδιάς σου.

Γιατί Αυτός που είχε κάθε δικαίωμα, επέλεξε τον Σταυρό. Και Αυτόν ακολουθούμε.

Δεν είμαστε εδώ για να απαιτήσουμε, αλλά για να προσφέρουμε.

Δεν είμαστε εδώ για να φωνάξουμε, αλλά για να θυμίσουμε πως υπάρχει Ένας που αντί να κραυγάσει για το δίκιο του, πέθανε για το πρόσωπό σου.

Η εποχή όρισε την αντίθεσή της:

Δικαίωμα ή Έλεος.

Εγώ ή Εκείνος.

Εξουσία ή Σταυρός.

Διεκδίκηση ή Συγχώρεση.

Εμείς επιλέγουμε τον Σταυρό.

Γιατί δεν υπάρχει άλλη Οδός.

Ούτε άλλη Αλήθεια.

Ούτε άλλη Ζωή.

«Mακάριοι αυτοί που ελεούν· επειδή, αυτοί θα ελεηθούν.» (Ματθ. 5:7)

Όχι γιατί είχαν δίκιο. Αλλά γιατί έμοιασαν στον Χριστό. Και όποιος του μοιάζει, δεν έχει ανάγκη από καμία άλλη δικαίωση. Έχει την Ανάσταση. 

Κατακλείδα Προσευχή και Κάλεσμα Επιστροφής(επί εσχάτων χρόνων, επί εσχάτων καρδιών… )

Κύριε του Ελέους, στέκουμε μπροστά σου γυμνοί από αξιώσεις, ανυπεράσπιστοι από «δικαιώματα», αλλά φορτωμένοι με τις πληγές του κόσμου και την λαχτάρα μιας ψυχής που ακόμα αγαπά.

Δεν θέλουμε να υπερασπιστούμε τίποτα μόνο να σε θυμηθούμε.

Να μνημονεύσουμε το έλεός σου,

Να ψελλίσουμε το όνομά σου σε έναν κόσμο που λησμονεί ότι Εσύ δεν διεκδίκησες, αλλά παρέδωσες εαυτόν.

Σε παρακαλούμε, Κύριε:

Δίδαξε μας τη σιωπηλή γενναιότητα της συγχώρεσης·

Την αγάπη που υπομένει άδικα γιατί βλέπει προς ένα Πρόσωπο, όχι προς μία απόδειξη.

Μάθε μας να αντέχουμε,

να πορευόμαστε χωρίς να φανούμε,

να αγαπάμε χωρίς αντίκρισμα,

να παραδινόμαστε όπως εσύ στη μυστική νίκη που λέγεται Έλεος.

Μη μας αφήσεις, Κύριε, να γίνουμε φωνές που δεν ανήκουν σε σένα·

όρισε να είμαστε μνήμες του Σταυρού σου,

κραυγές εκείνης της αγάπης που ακόμα νικά,

ακόμα συγχωρεί,

ακόμα περιμένει τον άσωτο στην πόρτα.

Κι όταν ο κόσμος υψώσει τη σημαία του «δικαίου» του,

άφησέ μας να υψώσουμε το Σώμα σου μεταξύ δύο ληστών,

κρατώντας μηνύματα όχι από έπαρση,

αλλά από πληγή.

Γιατί Εκείνος που συγχωρεί, άνοιξε πύλη στον Παράδεισο.

Γιατί Εκείνος που θυσιάζεται, μοιράζει Ζωή αιώνια.

Γιατί Εκείνος που αγαπά άχρι θανάτου, είναι ο μόνος που θα αναστηθεί.

Κι εμείς, Κύριε, δεν επιλέγουμε να είμαστε σωστοί.

Επιλέγουμε να μοιάζουμε σε Εσένα.

Με πληγές.

Με σταυρό.

Με έλεος. 

Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση του email σας δεν θα δημοσιευθεί.